“Θα είμαι μαζί σου ό,τι κι αν γίνει ...” Ακούγεται περισσότερο σαν υπόσχεση ερωτικής αφοσίωσης, αλλά οι καιροί μας δεν σηκώνουν ρομαντισμούς.
Η συγκεκριμένη φράση απηχεί , όντως, αφοσίωση, ωστόσο μεταξύ στρατηγικών συνεταίρων -έστω και διαφορετικής πολιτικής καταγωγής- σ'' έναν από τους χειρότερους πολέμους της σύγχρονης εποχής που δημιούργησε περισσότερα προβλήματα απ'' όσα επιχείρησε να λύσει. Προβλήματα που ακόμη παράγουν θάνατο, δυστυχία και γεωπολιτικές περιπλοκές.
«I will be with you, whatever ...» διαβεβαίωσε γραπτώς ο Εργατικός, Τόνυ Μπλαίρ τον Ρεπουμπλικανό Τζωρτζ Μπούς και τήρησε την υπόσχεσή του. Έβαλε τη Βρετανία στη συμμαχία των προθύμων για τον πόλεμο στο Ιράκ, έστω κι αν χρειάστηκε να μετέλθουν αμφότεροι δόλια ψέματα προκειμένου να αποσπάσουν τη συγκατάθεση των κοινοβουλίων τους και να έχουν την κοινή γνώμη με το μέρος τους. Ο αμερικανός πρώην πρόεδρος ξεσκεπάστηκε νωρίτερα, τώρα ήταν η σειρά του βρετανού πρωθυπουργού.
Ο Μπλαίρ ανέλαβε την ευθύνη, ωστόσο δεν μετανιώνει για την απόφαση του γιατί εξακολουθεί να πιστεύει ότι ήταν σωστή. Ο κόσμος είναι καλύτερος χωρίς τον Σαντάμ Χουσείν” είπε στους δημοσιογράφους, λίγες ώρες μετά την δημοσιοποίηση του πορίσματος της επιτροπής Σιλκοτ.
Το ερώτημα περί σκοπού και μέσων επανήλθε στο προσκήνιο. Η ψευδολογία στην εξωτερική πολιτική τελικώς είναι επονείδιστη και κατακριτέα ή μήπως αποτελεί χρήσιμο εργαλείο διακυβέρνησης;
Αυτό ακριβώς πραγματεύεται στο βιβλίο του “Γιατί οι ηγέτες ψεύδονται” ο Τζον Τζ. Μερσχάιμερ, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου του Σικάγου.
Μελέτησε και ανέλυσε το ψεύδος ως εργαλείο διακυβέρνησης, το κατηγοριοποίησε, αναζήτησε τις αιτίες, οφέλη και βλάβες που ενδέχεται να προκαλέσει.
Χωρίς ηθικολογίες αλλά με τον ρεαλισμό του ερευνητή διεξέρχεται το θέμα του: το φαινόμενο δημοκρατικά εκλεγμένοι ηγέτες να παραπλανούν τους λαούς τους, όπως ακριβώς δικτάτορες εναντίον των οποίων στράφηκαν. Σαντάμ, Μπουμπάρακ, Καντάφι τα πιο πρόσφατα παραδείγματα.
Ο συγγραφέας του βιβλίου αναρωτιέται μήπως λόγοι εθνικού συμφέροντος που νομιμοποιούν το ψέμα και τις παραλλαγές του , την παραπλάνηση, τη διαστρέβλωση και την αποσιώπηση ως όπλα άμυνας των κρατών στην αναρχία των διεθνών αν-ισοροπιών.
Ο Μερσχάιμερ είχε αντιταχθεί στα σχέδια Μπούς για πόλεμο στο Ιράκ με συγκεκριμένα στρατηγικού χαρακτήρα επιχειρήματα και όχι με πασιφιστικές ακαδημαϊκού τύπου ρητορείες. Και παρόλο που δικαιώθηκε, δεν θεωρεί κατακριτέα συλλήβδην όλα τα ψέματα, τα οποία χωρίζει σε πέντε κατηγορίες: τα διακρατικά ψέματα, τη διασπορά φόβου, τις στρατηγικές συγκαλύψεις, τους εθνικιστικούς μύθους και φιλελεύθερα ψέματα.
Υπάρχουν μερικές φορές, λέει, που είναι απαραίτητα όταν αφορούν στα συμφέροντα της χώρας τους.
Ο Αμερικανός πολιτικός αναλυτής καταλήγει όμως στην εξής επισήμανση. Αν το ψέμα στο όνομα του γενικού καλού, γίνει κανόνας από τους ηγέτες, οι πολίτες κινδυνεύουν να κάνουν λανθασμένες επιλογές στην κάλπη. Θα αξιολογούν πρόσωπα και διακηρύξεις με ψευδή στοιχεία. Και οι δημοκρατίες όπου ενδημεί το ψέμα είναι ευάλωτες, οι κοινωνίες τους με τον καιρό αποξενώνονται από την πολιτική, δυσπιστούν προς όλους και στηρίζουν πιο αυταρχικές ηγεσίες που τους υπόσχονται την “αλήθεια”.
Τα ζωτικά ψέματα στο όνομα του λαού αποβαίνουν τελικώς επικίνδυνα για την ίδια την κοινωνία.
Και στην Ελλάδα έχουμε ουκ ολίγα παραδείγματα από ηγέτες όλων των ιδεολογικών προσήμων.