Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ εφηύρε την πολιτική αστάθεια

Του Νίκου Φιλιππίδη

Όποτε η διαπραγμάτευση γίνεται «υπερβολικότερα ηρωική» από ότι συνήθως, η κυβέρνηση επικαλείται την πολιτική αποσταθεροποίηση και τους κινδύνους εσωτερικής ανατροπής της.

Οι δήθεν διαμαρτυρόμενοι βουλευτές, πότε απειλούν ότι δεν θα ψηφίσουν, πότε δήθεν τορπιλίζουν τις σχέσεις του κόμματος με τον κυβερνητικό εταίρο τους ΑΝΕΛ και πότε καταθέτουν ερωτήσεις ή τροπολογίες που απειλούν να τινάξουν στον αέρα εμβληματικές αλλαγές ή μεταρρυθμίσεις του προγράμματος.

Η κυβέρνηση πολιτεύεται δια της πλαγίας οδού ποντάροντας για μια ακόμα φορά λανθασμένα στην άποψη ότι θα τρομάξουν οι Ευρωπαίοι. Σε αυτή την προσπάθεια επιστρατεύει κάθε διαθέσιμη μονάδα.

Τις περιπτώσεις των «53» και του Νίκου Φίλη, αν δεν υπήρχαν, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να τις εφεύρει.. Ή μήπως το έχει κάνει..
Να υποθέσουμε ότι σε λίγες μέρες ο ίδιος ο κ. Τσιπρας, όπως είχε κάνει και τον Απρίλιο του 2016 ένα μήνα πριν το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, θα στείλει μήνυμα πως τυχόν σκληρότερα μέτρα δεν θα υπερψηφιστούν από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.

«Οι εκλογές δεν είναι στις προθέσεις μας», δήλωσε στις 22 Δεκεμβρίου όταν ο πρωθυπουργός επισκέφτηκε την Κρήτη ανώτατη κυβερνητική πηγή σχολιάζοντας τη διάχυτη φημολογία περί πρόωρης προσφυγής στις κάλπες. Τότε η αναφορά είχε καταγραφεί ότι μάλλον ήρθε να ενισχύσει τα σενάρια, καθώς δεν ήταν τόσο κατηγορηματική όσο δημοσίως επιλέγουν να μιλήσουν τα κυβερνητικά στελέχη. Στις μέρες που ακολούθησαν ο Ευκλείδης Τσακαλώτος από τις Βρυξέλλες όπου βρέθηκε φέρεται να μετέφερε την ευθεία απειλή ότι μετά τις 20 Φεβρουαρίου οι επιλογές της κυβέρνηση απελευθερώνονται σε περίπτωση που δεν έχει κλείσει (όπως συμβαίνει τώρα) η αξιολόγηση.

Το παράδοξο στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ στα μνημονιακά χρόνια είναι ότι επιλέγει από μόνος του να δημιουργήσει κλίμα πολιτικής αστάθειας, παρά το γεγονός ότι για πρώτη φορά στα μνημονιακά χρόνια έχει απέναντι μια αντιπολίτευση που δεν αντιμάχεται το πρόγραμμα στήριξης.

Το κόστος της επιλογής του μεγάλο. Οι κάποιες λιγοστές επενδύσεις σταμάτησαν. Η ανεργία ήδη αυξάνει. Η αξία των τραπεζών που είχαν ανακεφαλαιοποιηθεί με τα χρήματα των φορολογουμένων εκμηδενίζεται. Η φυγή των καταθέσεων συνεχίζεται και το καλό μομέντουμ της οικονομίας χάθηκε…