Ήδη από την εμφάνιση της πανδημίας, υπήρξαμε μάρτυρες μιας πρωτόγνωρης -αλλά σίγουρα όχι περιορισμένης μόνο στον ελληνικό χώρο- αντίδρασης που επιχειρούσε μεθοδικά να αμφισβητήσει όχι μόνο τη σοβαρότητα της κατάστασης αλλά μερικές φορές ακόμη και την ίδια την ύπαρξη του ιού.
Αυτό που δεν φαίνεται να έχει γίνει αντιληπτό από πολλούς είναι ότι η ύπαρξη και σοβαρότητα του ιού δεν εξαρτώνται από το τι πιστεύουμε εμείς γι’ αυτόν. Είτε πιστεύει κανείς στη σοβαρότητα της πανδημίας είτε όχι, τα νούμερα μιλούν από μόνα τους και οι νεκροί διαρκώς αυξάνονται. Δεν είναι θεωρητικό ζήτημα, για το οποίο όλες οι γνώμες είναι εξίσου σεβαστές. Τη στιγμή που εσύ εκφράζεις τη γνώμη σου, κάποιος άλλος πεθαίνει και δεν θα μπορέσει να την εκφράσει ποτέ ξανά.
Το πιο δυσάρεστο στην όλη υπόθεση είναι ότι μέσα σε αυτήν την παγίδα, φαίνεται να έχουν πέσει και πολλά νέα σε ηλικία άτομα. Από μια άποψη ήταν αναμενόμενο, διότι ο νέος πολύ πιο εύκολα αμφισβητεί ή ωραιοποιεί τον θάνατο.
Τα πράγματα δυσκολεύουν όμως, όταν αυτή η «επανάσταση» που σε άλλες περιπτώσεις δεν έχει κάποιο αρνητικό αντίκρισμα και δεν αποκλείεται να παίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνικοποίηση του ίδιου του νέου, πλέον προκαλεί θανάτους.
Τους τελευταίους μήνες γίναμε όλοι μάρτυρες αλλεπάλληλων και συχνά καθημερινών πορειών, διαδηλώσεων και κρυφών πάρτι, με αποκορύφωμα το μεγάλο πάρτι που έλαβε χώρα στο ΑΠΘ το περασμένο Σαββατοκύριακο.
Χίλια άτομα, πολλοί απ’ αυτούς χωρίς καν να φιλοτιμηθούν να φορέσουν μάσκες, πολλοί απ’ αυτούς φοιτητές που μένουν με τους γονείς τους και που μετά επέστρεψαν στα αγαπημένα τους πρόσωπα, βγήκαν για να διασκεδάσουν, επειδή «κουράστηκαν». Ευτυχώς, ήταν τουλάχιστον υπαίθριο πάρτι και δεν έγινε σε κλειστό χώρο, όπου η διάδοση θα ήταν μεγαλύτερη αλλά και πάλι παραμένει προβληματική δραστηριότητα.
Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία, όπως φαίνεται από σχετικές ανακοινώσεις, αποτελεί απόρροια μιας πιο οργανωμένης προσπάθειας που γίνεται τους τελευταίους μήνες και έχει στόχο την επιθυμία να ανοίξουν τα πανεπιστήμια με το ζόρι.
Η πρωτοβουλία αυτή, που τιτλοφορείται ως «Ανοιχτή Συνέλευση Αγώνα Κατάληψης Πρυτανείας» εμφανίστηκε αμέσως μετά την επέμβαση της αστυνομίας προκειμένου να εκκενώσει την κατάληψη του κτιρίου Διοίκησης του ΑΠΘ.
Η εν λόγω εκκένωση ενόχλησε φανερά πολλές παρατάξεις αλλά και καθηγητές υποστηρικτές τους. Οσοι είμαστε φοιτητές και μέλη διαδικτυακών πανεπιστημιακών ομάδων, είδαμε άτομα προσκείμενα σε παρατάξεις κυρίως του αριστερού χώρου, να ανεβάζουν αρχικώς ποστ για φαινομενικά αθώες πρωτοβουλίες υπαίθριων μαθημάτων με συμμετοχή μάλιστα καθηγητών και με θεματικές σχετιζόμενες με την πειθαρχία, τη σύγκρουση και την επανάσταση.
Αποφάσισαν δηλαδή λίγα άτομα, φοιτητές και καθηγητές, να συνεχίσουν τη λειτουργία των ιδρυμάτων με το έτσι θέλω, πηγαίνοντας κόντρα στα μέτρα μιας εκλεγμένης κυβέρνησης και στις συμβουλές των ελλήνων και ξένων ειδικών.
Ενίοτε οι μαζώξεις αυτές είναι πλαισιωμένες από διάφορες ψυχαγωγικές δραστηριότητες, οι οποίες παρουσιάζουν το όλο εγχείρημα ως μια «αναβίωση» του νεκρού απ’ τα μέτρα πανεπιστημίου, φροντίζοντας, ωστόσο, την ίδια στιγμή να δείξουν το πραγματικό τους κίνητρο, δηλαδή το αίτημα κατάργησης του νέου νομοσχεδίου της κυβέρνησης.
Τέτοιου είδους «αθώες» πρωτοβουλίες άρχισαν να εμφανίζονται όλο και συχνότερα, μέχρι που φτάσαμε στο πάρτι της πλατείας Χημείου, διοργανωμένο απ’ την ίδια συνέλευση αγώνα.
Στο συγκεκριμένο σημείο εντοπίζεται και μια ειρωνεία, καθώς αυτή η πρωτοβουλία που θέλει υποτίθεται να ανοίξει ξανά τα πανεπιστήμια για τους φοιτητές, μόλις στο ίδιο της το όνομα, μιλάει για κατάληψη, δηλαδή για κλείσιμο των πανεπιστημίων. Και όσοι βλέπουν ποιοι συμμετέχουν σ’ αυτήν, παρατηρούν ότι πάρα πολλοί -αν όχι όλοι- είναι άτομα που υποστήριζαν την προηγηθείσα κατάληψη της πρυτανείας και που έχουν συμμετάσχει σε ένα σωρό καταλήψεις στο παρελθόν, δηλαδή σε κλείσιμο του πανεπιστημίου, το οποίο τώρα ξαφνικά θέλουν να το ανοίξουν, χωρίς να λογαριάζουν ιούς, επιστήμονες και κράτος.
Όσα λάθη κι αν έχουν γίνει απ’ την ίδια την κυβέρνηση (και έχουν γίνει), όσο κι αν επιθυμεί κάποιος να ξαναβρεί τη ζωή που του στέρησε η πανδημία (όλοι μας το επιθυμούμε), δεν έχει το δικαίωμα να ρισκάρει τις ζωές άλλων ανθρώπων.
Δεν έχει το δικαίωμα της διαχείρισης ζητημάτων ζωής και θανάτου, την ίδια στιγμή που ένα σωρό γιατροί και νοσηλευτές, πολλοί απ’ αυτούς εξίσου νέα άτομα, ξημεροβραδιάζονται στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ προσπαθώντας να προλάβουν το κακό. Είναι ίσως οι μόνοι που θα είχαν το δικαίωμα να πουν «κουραστήκαμε, δεν μπορούμε άλλο».
Φανταστείτε όμως τι θα γινόταν αν το έλεγαν. Και ενώ θα περίμενε κανείς από πανεπιστημιακούς να δείξουν την ανάλογη ευαισθησία, βλέπεις μια μερίδα απ’ αυτούς να βάζουν την πολιτική πάνω απ’ τις ανθρώπινες ζωές και να συνεχίζουν ακάθεκτοι προετοιμάζοντας άλλες ανάλογες δράσεις και καταλήψεις.
Το σίγουρο είναι ότι τους καίει όσο τίποτε άλλο το να μην μπει η αστυνομία στο πανεπιστήμιο και δεν διστάζουν να εκμεταλλευτούν ακόμη και τη φύσει επαναστατικότητα νέων ανθρώπων, για να εξυπηρετήσουν τα πολιτικά τους παιχνίδια.
Διότι, η εντύπωση που μου έχει δοθεί (μπορεί να είναι εσφαλμένη), είναι ότι οι περισσότεροι καθηγητές που υποστηρίζουν ανάλογες δράσεις και καταλήψεις, δεν ενδιαφέρονται τόσο για τους ίδιους τους φοιτητές τους, όσο κι αν προσπαθούν να το παρουσιάσουν έτσι. Αν ενδιαφέρονταν πραγματικά γι’ αυτούς, δεν θα έπαιζαν κορώνα γράμματα τη ζωή τους και τη ζωή των γονιών τους βγάζοντάς τους στους δρόμους ή διοργανώνοντας πάρτι τη στιγμή που οι ειδικοί μιλάνε για αύξηση κρουσμάτων.
Αυτό που τους ενδιαφέρει περισσότερο είναι το να μην περιοριστεί η δική τους αυθαιρεσία. Ξέρουν ότι αν αφήσουν να εφαρμοστεί το νομοσχέδιο που περιορίζει τις αυθαιρεσίες των φοιτητών, μετά απέχει μόλις ένα βήμα το επόμενο νομοσχέδιο που αυτή τη φορά θα έχει ως στόχο του να περιορίσει τις αυθαιρεσίες των μελών ΔΕΠ.
Αυτό είναι που τους τρομοκρατεί. Ότι επιτέλους μπορεί να έρθει η στιγμή που τα μέλη ΔΕΠ στην Ελλάδα δεν θα κάνουν ανενόχλητα όποια αυθαιρεσία γουστάρουν, χωρίς να μπορεί κανείς να τους κουνήσει απ’ τη θέση τους. Κάτι που προφανώς δεν το επιθυμούν και που προσωπικά με παραξενεύει το ότι δεν μπορούν να το αντιληφθούν αυτό ένα σωρό φοιτητές και φοιτήτριες, πως ο μη περιορισμός της αυθαιρεσίας μελών ΔΕΠ, δεν συμφέρει ούτε τους ίδιους, αφού είναι συχνά οι πρώτοι που την υφίστανται και δεν έχουν κανέναν να τους βοηθήσει.
Τα πράγματα είναι ακόμη φρέσκα με το ζήτημα του πάρτι και περισσότερα στοιχεία θα προκύψουν σίγουρα μετά την εισαγγελική διερεύνηση που ήδη διατάχθηκε από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης.
Μέχρι τότε, ένα πράγμα αξίζει να συγκρατήσουμε απ’ όλο αυτό, ότι το επιχείρημα «κουράστηκε ο κόσμος, τι να κάνει;» και γενικότερα οποιοδήποτε επιχείρημα υπέρ της κόπωσης που προκλήθηκε απ’ τον ιό, όσο αληθές κι αν είναι (όλοι κουραστήκαμε), δεν δίνει σε κανέναν το δικαίωμα να παίζει με τις ανθρώπινες ζωές. Διότι αυτό που στην ουσία λέει όποιος προσπαθεί να δικαιολογήσει παρόμοιες ανεύθυνες δραστηριότητες επικαλούμενος την κόπωση του κόσμου είναι ότι επειδή κάποιοι κουράστηκαν, κάποιοι άλλοι θα πρέπει να πεθάνουν.