Ολόκληρη η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή για την σύγχρονη ιστορία κρίση. Η αντιμετώπιση του COVID-19 και της υγειονομικής κρίσης που έχει επιφέρει θα αργήσει μάλλον να τελειώσει. Η οικονομική και κοινωνική κανονικότητα θα καθυστερήσει να επιστρέψει. Εν μέσω της πανδημίας πολλοί νομίζουν ότι τα κράτη πρέπει να επικεντρωθούν σε έναν εσωτερικό «αγώνα» με σκοπό την ελαχιστοποίηση των ζημιών που θα προκαλέσει ο κορονοϊός. Σημαντική όμως είναι και η συνεργασία μεταξύ των κρατών. Βλέπουμε εντούτοις ότι υπάρχουν καθεστώτα τα οποία απειλούν να διαταράξουν την ειρήνη σε «ευαίσθητες» περιοχές, παρά την εξάπλωση του ιού. Αναφέρομαι στην όχι μεγάλου εύρους επίθεση στην οποία προχώρησε το Αζερμπαϊτζάν το πρωί της 30ης Μαρτίου εναντίον της Αρμενίας.
Γνωρίζοντας την σοβαρότητα της παγκόσμιας υγειονομικής κατάστασης, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ έκανε την περασμένη εβδομάδα, ως γνωστόν, έκκληση για μια παγκόσμια κατάπαυση του πυρός. Αυτό είναι δύσκολο να εφαρμοστεί σε περιοχές με μακροχρόνιους και συνεχείς πολέμους όπως είναι εκείνοι στη Συρία, τη Λιβύη και την Υεμένη. Στις χώρες αυτές οι συγκρούσεις λοιπόν συνεχίζονται. Όμως η έκκληση του Antonio Gutteres μπορεί να αποτελέσει μια ευκαιρία για την μεσοπρόθεσμη σταθερότητα σε περιοχές όπου υπάρχουν οι λεγόμενες «παγωμένες συγκρούσεις» (frozen conflicts) πολλές εκ των οποίων βρίσκονται στον μετασοβιετικό χώρο.
Μία τέτοια «παγωμένη σύρραξη» αποτελεί και η διένεξη για το Ναγκόρνο – Καραμπάχ η οποία ιστορικά ξεκινάει από τις αρχές του 20ου αιώνα και το αποκορύφωμά της ήταν ο πόλεμος Αρμενίας – Αζερμπαϊτζάν (1988-1994). Η εν λόγω περιοχή κατοικείται από την αρχαιότητα από Αρμένιους. Κατά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης η αυτόνομη περιοχή κήρυξε την ανεξαρτησία της από το Αζερμπαϊτζαν, το οποίο είχε ήδη αρχίσει να διώκει τους Αρμένιους σε ολόκληρη την επικράτειά του, γεγονός που οφειλόταν, μεταξύ άλλων, και στον εθνικιστικό χαρακτήρα της νέας διακυβέρνησης (κάτι που παρατηρήθηκε σε πολλές υπό μετάβαση μετασοβιετικές δημοκρατίες). Αποτέλεσμα της σύγκρουσης ήταν η δημιουργία της de facto Δημοκρατίας του Αρτσάχ (Ναγκόρνο Καραμπάχ). Παρά την κατάπαυση του πυρός που υπεγράφη τον Μάιο του 1994, οι σποραδικές συγκρούσεις και οι αψιμαχίες αποτελούν συχνό φαινόμενο, ενώ το 2016 διεξήχθη και ένας σύντομος πόλεμος μεταξύ των δύο κρατών.
Το πρωί της 30ης Μαρτίου, μια εβδομάδα μετά τις δηλώσεις Gutteres, το Αζερμπαϊτζάν εξαπέλυσε επίθεση εναντίον της Αρμενίας. Η επίθεση μάλιστα δεν πραγματοποιήθηκε στην διαφιλονικούμενη περιοχή, αλλά στην βορειοανατολική επαρχία Tavush, η οποία συνορεύει με το Αζερμπαϊτζάν. Εξαιτίας της επίθεσης αυτής δύο στρατιώτες και ένας έφηβος πολίτης τραυματίστηκαν. Έχοντας μπει πλέον στον Απρίλιο, η Αρμενία καταγράφει 571 κρούσματα του ιού (ο αριθμός είναι μεγάλος αναλογικά με τον πληθυσμό της χώρας ο οποίος δεν ξεπερνά τα τρία εκατομμύρια), ενώ το Αζερμπαϊτζάν 359.
Η Υπερκαυκασία (δηλαδή ο Νότιος Καύκασος) αποτελεί μια περιοχή η οποία ταλανίζεται από τις συγκρούσεις των διαφόρων εθνοτήτων, βρίσκεται ανάμεσα σε τρία μεγάλα κράτη (Ρωσία, Τουρκία και Ιράν) και έχει εξαιρετικά μεγάλη γεωστρατηγική αξία. Η περιοχή έχει δοκιμαστεί και από άλλους πολέμους πέρα από τον πόλεμο του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Ενδεικτικά αναφέρω τον πόλεμο στη Νότια Οσετία (1991-1992), τον εμφύλιο πόλεμο της Γεωργίας (1991-1993), τους πολέμους της Αμπχαζίας (1992-1993 και 1998) και τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Γεωργίας (2008). Ταυτόχρονα στην περιοχή υπάρχουν αποσχιστικά κινήματα, ενώ ο εθνικισμός αποτελεί βασικό συστατικό των κοινωνιών. Αν προσθέσουμε και τον Βόρειο Καύκασο, η περιοχή καθίσταται μια από τις λιγότερο ασφαλείς στην Ευρασία.
Το καθεστώς του Μπακού είναι ένα από τα πιο αυταρχικά στον κόσμο. Δεν αποκλείεται να ψεύδεται για τον αριθμό των κρουσμάτων, κάτι για το οποίο κατηγορήθηκαν και άλλα αυταρχικά κράτη, όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα. Ελλείψει δημοκρατικών θεσμών, ο Πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν δεν λογοδοτεί σε κανέναν. Επομένως, έχει την ελευθερία να διαθέσει πόρους για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις- οι οποίες παραβιάζουν την κατάπαυση πυρός του 1994- αντί να επικεντρωθεί στην πρόληψη εναντίον της περαιτέρω εξάπλωσης του ιού ή στην λήψη μέτρων προστασίας της οικονομίας ελλείψει ζήτησης και της πτώσης των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου (κυρίως του υγροποιημένου), οι οποίοι αποτελούν τους βασικότερους τομείς της αζερικής οικονομίας.
Η παγκόσμια κοινότητα, καθώς και οι αντιμαχόμενες πλευρές έχουν συμφωνήσει πως η μόνη λύση για τον τερματισμό της μακροχρόνιας διένεξης μεταξύ των δύο χωρών είναι μια πολιτική λύση. Ωστόσο, η συνεχής παραβίαση της κατάπαυσης του πυρός δυσχεραίνει την εξεύρεση της πολιτικής αυτής λύσης. Αλλά πέρα από την περιφερειακή ειρήνη και ασφάλεια, οι πράξεις του Αζερμπαϊτζάν δημιουργούν και το εξής πρόβλημα: η αντιμετώπιση και μη εξάπλωση του κορονοϊού απαιτεί την συντονισμένη δράση και την συνεργασία μεταξύ των κρατών και μεταξύ των θεσμών. Οι εχθροπραξίες δεν εξυπηρετούν τον στόχο αυτό.
Η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις. το αζερικό μάλιστα καθεστώς απαγορεύει την είσοδο σε οποιονδήποτε κατέχει αρμενικό διαβατήριο ή σε οιονδήποτε έχει αρμενική καταγωγή! Για τον λόγο αυτό η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών είναι πρακτικώς αδύνατη. Εξάλλου, πέρα από την κατάπαυση τους πυρός του 1994, δεν έχει υπογραφεί καμία συνθήκη ειρήνης μεταξύ Αζερμπαϊτζάν, Αρτσάχ και Αρμενίας. Εντούτοις, η διασφάλιση της προσωρινής έστω περιφερειακής ειρήνης θα βοηθήσει τα κράτη στο να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Όμως απ’ ότι φαίνεται η επιβίωση του ακραίου εθνικισμού σε καταστάσεις ανοιχτών ή «παγωμένων» συγκρούσεων είναι, δυστυχώς, ισχυρότερη ως τάση από την διαφύλαξη της υγείας του αζερικού πληθυσμού στα μάτια του καθεστώτος του Μπακού.