Για την εκάστοτε κυβέρνηση υπάρχουν δύο λογιών δεσμεύσεις. Οι πρώτες, οι αρνητικές, είναι όλοι εκείνοι οι παράγοντες -τα μικροσυμφέροντα, το πολιτικό κόστος, τα όρια της ικανότητας των στελεχών της, τα κακώς εννοούμενα πολιτικά γραμμάτια- που την αποτρέπουν από το να υλοποιήσει το πρόγραμμά της. Οι δεύτερες, οι θετικές, είναι όλα όσα όχι απλώς έχει υποσχεθεί στους πολίτες να πράξει, αλλά που πολύ περισσότερο τα στελέχη της πιστεύουν ότι αν δεν τα πράξουν θα έχουν αποτύχει.
Ο Ρόναλντ Ρήγκαν για παράδειγμα, όταν εξελέγη πήρε τη μεταρρυθμιστική ατζέντα που είχε ετοιμάσει το Heritage Foundation, έβγαλε αντίγραφά της και τη μοίρασε στα στελέχη της κυβέρνησής του με την εντολή αυτή να αποτελέσει τον οδικό χάρτη της δράσης του. Αποτέλεσμα; Μέσα στον πρώτο κιόλας χρόνο η κυβέρνηση Ρήγκαν είχε υλοποιήσει το 50% των μεταρρυθμίσεων του Heritage και μέχρι το τέλος της θητείας της είχε υλοποιήσει τη μεγάλη πλειονότητά τους, αλλάζοντας προς το καλύτερο τη χώρα και τις συνθήκες ζωής των Αμερικανών.
Κάποια χρόνια αργότερα το 2002, ο επανεκλεγείς πρωθυπουργός της Σλοβακίας Μίκουλας Τζουρίντα ανακοίνωνε στους νέους υπουργούς του, μεταξύ των οποίων και ο Ιβάν Μίκλος, υπουργός οικονομικών, αναπληρωτής πρωθυπουργός και πρωτεργάτης των μεταρρυθμίσεων, ότι δεν θα πρέπει να έχουν κατά νου την επανεκλογή τους καθώς απόφασή του ήταν να προτάξει την εφαρμογή των αλλαγών που χρειαζόταν η χώρα, η κοινωνία και η οικονομία χωρίς να ενδιαφέρεται για το πολιτικό κόστος. Αποτέλεσμα; Η Σλοβακία να αλλάξει δραματικά προς το καλύτερο με αποτελέσματα που είναι απτά και ορατά ακόμη και σήμερα, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά.
Οι ιστορίες αυτές καταδεικνύουν ότι δεν αρκεί μια κυβέρνηση να ξέρει τι πρέπει να κάνει - πρέπει και να το θέλει. Πρέπει να το θέλει τόσο πολύ ώστε η υλοποίηση του προγράμματός της να είναι η μεγαλύτερη, η σημαντικότερη δέσμευσή της.
Σήμερα στη χώρα μας, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει στη διάθεσή της την έκθεση Πισσαρίδη, έναν περιεκτικό και τεκμηριωμένο μεταρρυθμιστικό οδικό χάρτη, αλλά και την Ατζέντα 2021 του ΚΕΦίΜ σε περίπτωση που θέλει να εφαρμόσει κάτι ακόμη πιο προωθημένο στην κατεύθυνση της απελευθέρωσης της οικονομίας και της κοινωνίας. Ταυτόχρονα, βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα παράδοξη συνθήκη: Αφενός, παρά το γεγονός ότι η ίδια παρήγγειλε την έκθεση Πισσαρίδη, δεν δεσμεύεται από αυτή, καθώς εξαρχής είναι σαφές ότι θα λειτουργήσει συμβουλευτικά, ως πηγή έμπνευσης. Αφετέρου, κι αυτό είναι το πιο παράδοξο, δεν δεσμεύεται καν από το πρόγραμμα με το οποίο εξελέγη, καθώς η πανδημία ήρθε να δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα που εκ των πραγμάτων ιεραρχεί τουλάχιστον για την ώρα την αντιμετώπιση της κρίσης πάνω απ’ όλα.
Είναι όμως κρίσιμο και επιτακτικό η κυβέρνηση να απαντήσει, τόσο στον εαυτό της, όσο και στους πολίτες, ποιες είναι οι δεσμεύσεις της για το σήμερα και το αύριο. Όσο πιο γρήγορα και με όσο μεγαλύτερη σαφήνεια απαντηθεί αυτό το ερώτημα, τόσο περισσότερο μπορούμε να ελπίζουμε ότι η κυβέρνηση θα διατηρήσει τον μεταρρυθμιστικό της προσανατολισμό και δεν θα χαθεί στον συνήθη διαχειριστικό ωκεανό.
Η πανδημία, παρά τις τεράστιες διαχειριστικές δυσκολίες που εγείρει, είναι ως προς αυτό πολιτικά βολική. Όμως όπως ακριβώς ο Οδυσσέας δέθηκε στο κατάρτι για να γλιτώσει από τις σειρήνες, έτσι και η αυτοδέσμευση της κυβέρνησης είναι σήμερα προϋπόθεση για να περάσει, όταν έρθει αυτή η ώρα, στην ιστορία με θετικό πρόσημο για τη χώρα και τους ανθρώπους της.