Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Την προηγούμενη εβδομάδα μιλήσαμε για τους επαγγελματίες του βιβλίου, και κυρίως για εκείνους που δουλεύουν στα βιβλία από το σπίτι. Είπαμε επίσης ότι, ως γνωστόν, οι εκδοτικοί οίκοι γυναικοκρατούνται. Και ότι αυτό είναι καλό και για τους εκδοτικούς οίκους, και για το βιβλίο, και για τον πολιτισμό — και γενικώς. Σήμερα λοιπόν, καθώς και τις επόμενες δύο ημέρες, θα μας μιλήσουν (με αλφαβητική σειρά) ακριβώς γυναίκες που δουλεύουν στα βιβλία από το σπίτι αλλά και εκτός σπιτιού. Τις ρωτήσαμε πώς περνούν το εικοσιτετράωρό τους. Και νά τις μας απάντησαν:
Βίβιαν Αβρααμίδου-Πλούμπη (Συγγραφέας). Αν συγγραφείς είναι οι υπηρέτες του λόγου που βιοπορίζονται γράφοντας, τότε κακώς χώθηκα σε αυτό το άρθρο. Αν ανάμεσα σε αυτούς, χωράνε κι εκείνοι που αγαπούν τη συγγραφή, ασχολούνται με αυτήν, μα θα πεθάνουν στην ψάθα άμα δεν σηκώσουν τα μανίκια και για μια δουλειά που ν' αφήνει κατιτίς, τότε μπορώ κι εγώ να σας μιλήσω για το δικό μου εικοσιτετράωρο. Κάπου θα θυμίζει τη Μαίρη Παναγιωταρά του Κηλαηδόνη, βέβαια, γιατί δεν γίνεται αλλιώς. Γιατί η μέρα είκοσι τέσσερις τις έχει τις ώρες και λάστιχο δεν γίνεται. Με μαθηματική, λοιπόν, ακρίβεια, αφαιρώ τις πρώτες έξι ώρες που, θέλοντας και μη, μου τις κλέβει ο Μορφέας. Τις επόμενες οχτώ, μου τις τρώει το μεροκάματο, ενώ δυο ακόμα φεύγουνε στους δρόμους με τα πήγαινε-έλα στο γραφείο. Ένα σίγουρο δίωρο εξαφανίζεται στην κουζίνα για την προετοιμασία των τριών γευμάτων και, φυσικά, την κατανάλωσή τους. Βγάζουμε μια ακόμα ώρα για την υγιεινή —προσωπική και του σπιτιού—, ένα γεμάτο μισάωρο για τον μπακάλη της γειτονιάς, και μια ώρα ακόμα για το διάβασμα του καινούργιου βιβλίου που εξέδωσε ο συνάδελφος συγγραφέας και που εκεί που βρίσκεται στο κομοδίνο αποτελεί τεράστιο πειρασμό. Να αφαιρέσουμε ένα ακόμα μισάωρο για το ψάξιμο στα social media να δούμε αν διάβασε κανείς το τελευταίο μας βιβλίο και να μετρήσουμε συγχρόνως πόσοι μάς έστειλαν καρδούλες. Κι έτσι μάς έμειναν οι τρεις τελευταίες. Τρεις ολόκληρες ώρες! Όλες για τον ποθητό στόχο της συγγραφής! Από αυτές, ένα σκάρτο μισάωρο το αφιερώνω για να διαβάσω και να θυμηθώ πού είχα μείνει την προηγούμενη μέρα, και, ναι, θα διαθέσω επιτέλους δυόμιση γεμάτες ώρες για να προχωρήσω στο γράψιμο. Εντάξει. Είναι και κάποιοι που δεν είμαστε ακριβώς συγγραφείς με την έννοια που δώσαμε στην αρχή, προσπαθούμε όμως. Πολύ. Και λέμε πάλι καλά που μας έδωσε ο Θεός τα Σαββατοκύριακα για να γράφουμε πέντε γραμμές παραπάνω και να εκδίδουμε, περιοδικά, κι από κανένα βιβλίο.
Αλεξάνδρα Αυγερινού-Παπαδοπούλου (Διευθύντρια Επικοινωνίας / Εκδόσεις Διόπτρα). Πριν αλέκτωρ λαλήσει τρεις, εγώ έχω ξυπνήσει δεκατρείς. Με τον ερχομό των δεύτερων διδύμων πριν από εννιά μήνες, είναι ζήτημα αν κοιμάμαι τρεις ώρες κάθε βράδυ. Στη διάρκεια της νύχτας διαβάζω λίγες σελίδες από κάποιο βιβλίο, ενώ κινητά και τηλεόραση τα αποφεύγω αυτές τις άγριες ώρες, παρότι έχω πιάσει τον εαυτό μου να στέλνω email ακόμα και στις τρεις τα ξημερώματα. Στις 5:30 ξεκινάει η πρώτη κούρσα με μπιμπεροταΐσματα και στις 7:30 η δεύτερη με τις πεντάχρονες κόρες μας: πλύνε-ντύσε-ετοίμασε τον εαυτό σου και τα παιδιά για το σχολείο. Τρεις γυναίκες στο σπίτι, ένας μπέμπης και μια μπέμπα που έχουν ήδη αρχίσει να μπουσουλάνε και να μασάνε τα πάντα. Το λες και θαύμα που μας παίρνει μόλις μία ώρα για να μπούμε στο αυτοκίνητο, πότε με χαμόγελα και πότε με γκρίνια. Τα τραγούδια όμως στον δρόμο για το σχολείο είναι ανεκτίμητη αξία και φυσικά έχω ξεχάσει την κούραση, έχω ξυπνήσει για τα καλά και, αφού τις αφήσω στο σχολείο, ξεκινώ την κάθοδο προς το χάος της Εθνικής για να πάω στο γραφείο ή πίσω στο σπίτι, αναλόγως με τα ραντεβού μου. Οι ενδιάμεσες ώρες της μέρας ανήκουν στη Διόπτρα. Είμαι τυχερή, γιατί εργάζομαι σε έναν κλάδο που αγαπώ πολύ και είναι άκρως δημιουργικός. Ο χρόνος τρέχει και, πριν προλάβω να το αντιληφθώ, πρέπει και πάλι να φύγω για να επιστρέψω στον σημαντικότερο ρόλο της ζωής μου, αυτόν της πολύτεκνης πλέον μαμάς. Θέλω να προλαβαίνω τα πάντα, να ισορροπώ τα πάντα, αλλά απλώς δεν γίνεται. Η επιστροφή στο σπίτι στις τρεις έχει απ' όλα και σαφέστατα έχει πολλές εκπλήξεις, με αποτέλεσμα να μην πλήττεις ποτέ. Μπορεί να γελάνε και να παίζουν και τα τέσσερα, μπορεί να γίνεται και ένας δημιουργικός χαμός. Αυτό που με χαρακτηρίζει είναι η μάχη τού «δώσε μου λίγη μαμά» και η ευχή μου να μεταμορφωνόμουν σε θεά Κάλι, με τα πολλά χέρια, για να μπορώ να τα κάνω όλα ταυτόχρονα. Η διαδικασία ύπνου είναι τετραπλή στην οικογένειά μας — και θα μπορούσε να γίνει μέχρι και σίριαλ, οπότε να την περιμένετε στις οθόνες σας κάποια μέρα. Υπάρχουν φορές που με παίρνει ο ύπνος και εμένα στις εννιά, επειδή όμως οι υποχρεώσεις δεν σταματούν και θέλω να περάσω λίγο προσωπικό χρόνο με τον άνθρωπό μου, σηκώνομαι και είτε τρώμε κάτι μαζί είτε δουλεύουμε πλάι-πλάι. Η εξίσωση πολλαπλή, ο χρόνος τρέχει και εγώ δεν θα σταματήσω να αναρωτιέμαι, «Γιατί η μέρα να μην έχει παραπάνω από 24 ώρες;»
Έλενα Αντωνίου (Συγγραφέας). Η κάθε μέρα μου κινείται με πολύ έντονους και γοργούς ρυθμούς. Μέχρι πρόσφατα που είχα δύο δουλειές, δεν προλάβαινα ούτε να αναπνεύσω καθώς από τις 8 το πρωί έως τις 11 το βράδυ εργαζόμουν. Τον τελευταίο μήνα είμαι πιο χαλαρή. Η μέρα μου ξεκινάει γύρω στις 9 το πρωί, οπότε θα αφοσιωθώ στο βιβλίο που γράφω ή έχω γράψει και το διορθώνω, αν δεν έχω κάποιες εξωτερικές δουλειές. Συνήθως ασχολούμαι έως τις 13:00. Αν προλάβω θα μαγειρέψω —που δεν προλαβαίνω γιατί με την κουζίνα έχω μαλώσει— κι έτσι είτε παραγγέλνω απέξω είτε ζητιανεύω από τη μητέρα μου που μένει κοντά. Από τις 15:00 έως τις 23:00 εργάζομαι σε ένα ειδησεογραφικό site και είναι η ώρα του πανζουρλισμού. Επιστρέφοντας το βράδυ, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, συνεχίζω να γράφω έως αργά τη νύχτα γιατί είναι ο μόνος τρόπος ξεκούρασης, χαλάρωσης και πραγματικής ευχαρίστησης. Χάνομαι από την πιεστική πραγματικότητα και ταξιδεύω στον δικό μου ονειρεμένο κόσμο. Γενικώς είμαι σχεδόν όλη τη μέρα κολλημένη σε μια οθόνη υπολογιστή και εξαρτημένη από το πληκτρολόγιό μου. Τώρα που γράφω αυτό το κείμενο, μου φαίνεται πολύ πιο απλή και ήρεμη η καθημερινότητά μου, αλλά πραγματικά είναι μέρες που εύχομαι να είχε περισσότερες ώρες το εικοσιτετράωρο για να προλάβω να κάνω όλα όσα θέλω και ίσως θα έπρεπε αλλά αναβάλλω.
Ειρήνη Βαρδάκη (Συγγραφέας). Το ξυπνητήρι θα χτυπήσει στις 5:00. Θα πατήσω το snooze τουλάχιστον τέσσερις φορές, θα σηκωθώ τελικά στις 5:30. Θα πλυθώ, θα φτιάξω καφέ και θα γράψω μέχρι τις 7:20. Θα φορέσω ό,τι βρω μπροστά μου, θα βουρτσίσω τα δόντια μου, θα δέσω σφιχτά τα μαλλιά μου, και θα βγω στον δρόμο. Θα απολαύσω την ωραιότατη θέα των φυλακών — εδώ Κορυδαλλός, μην ξεχνιόμαστε. Θα φτάσω στη στάση, έχω ήδη χάσει το δρομολόγιό μου — όχι όμως και την υπομονή μου. Έχουμε χρόνο και γι' αυτό. Θα στριμωχτώ μεταξύ των επιβατών («Με πατάτε! Ανοίγετε λίγο το παράθυρο; Σκάσαμε εδώ μέσα! Κλείσε το παράθυρο, κοπέλα μου, πουντιάσαμε!») και θα φτάσω στη δουλειά καθυστερημένη. Θα δω πελάτες να με περιμένουν απέξω. Είναι το σημείο όπου ξεκινώ να χάνω κάποια ψηφία από το ημερήσιο ποσοστό υπομονής μου. «Καλημέρα…» θα μουρμουρήσω απέξω μου, «Ο Θεός να την κάνει», θα πω από μέσα μου. Θα φτιάξω, και θα σερβίρω πάνω από τετρακόσιους καφέδες «Με μαύρη ζάχαρη, παρακαλώ! Με ζαχαρίνη εγώ! Ένα μέτριο προς το πικρό, άλλα να γλυκίζει και λίγο. Φυτική κρέμα έχετε;» Και γάλα πιγκουίνου έχουμε! Κι αν δεν έχουμε, θα βρούμε! Κι αν δεν βρούμε, θα βαφτίσουμε! Αρκεί να μη βγούμε ανεπαρκείς, αρκεί να μην πιαστούμε στα χέρια πρωινιάτικα. 11:30. Ώρα για το πρώτο αναβράζον ντεπόν της ημέρας, κι ένα τσιγάρο. Με το που το ανάψω, θα σκάσει παραγγελία. Με το που το σβήσω, θα σκάσει χαμόγελο ο πελάτης και θα ρωτήσει: «Τι έχεις;» Τι έχω; Ξέρω γω; Πονοκέφαλο, νεύρα, ιλαρά; Θα σχολάσω στις 21:00, θα με καθυστερήσει ο εργοδότης μου, θα φύγω σφαίρα για τη στάση, θα απαντήσω σε τηλέφωνα («Πού είσαι; Γιατί χάνεσαι;»), θα απολογηθώ σε όλους, θα κλείσω κάποιο ραντεβού που ξέρω εκ των προτέρων ότι θα το αναβάλω. Θα κάνω μπάνιο, θα επιστρέψω στο γράψιμο και, πέφτοντας για ύπνο, θα με κατηγορήσω για χιλιοστή φορά για τα ελλειμματικά αποθέματα της υπομονής μου.
Σοφία Βόικου (Συγγραφέας). Aποφεύγω να δηλώσω επαγγελματίας συγγραφέας. Eργάζομαι πάνω από 25 χρόνια στον χώρο της διαφήμισης, ενώ το πρώτο μου βιβλίο κυκλοφόρησε το 2008. Προτιμώ, λοιπόν, να δηλώνω πως η διαφήμιση είναι «η σύζυγος» και η συγγραφή «η ερωμένη». Έχω την αίσθηση πως, αν θεωρήσω τη συγγραφή επάγγελμα, θα σταματήσω να γράφω. Ξυπνάω στις επτά, παλαιότερα πήγαινα τα παιδιά σχολείο, τώρα έχω την πολυτέλεια να πιω έναν καφέ με τον Σάκη πριν φύγουμε για τη δουλειά. Είμαι ελεύθερη επαγγελματίας, τα ωράρια είναι πιο ελαστικά. Στο γραφείο βρίσκομαι κατά τις εννιά και γύρω στις τρεις φεύγω (εκτός απροόπτου). Πελάτες απαιτητικοί, άγχος, πιεστικά deadlines, concepts, διαφημιστικές καμπάνιες και κείμενα… μια τρέλα… μια δημιουργική τρέλα που ποτέ δεν σε αφήνει να βαρεθείς. Πάντα ξεκλέβω χρόνο για να κοιτάξω το προσωπικό mail (διαφορετικό από το mail του γραφείου) μήπως έχω κάποια ειδοποίηση από τον εκδοτικό ή για να απαντήσω σε μηνύματα αναγνωστών. Επιστροφή στο σπίτι, οι δουλειές μιας εργαζόμενης μητέρας… (Ευτυχώς σπίτι-γραφείο, δυο δρόμοι απόσταση με τα πόδια). Ξεκινώ το γράψιμο κατά τις επτά το απόγευμα… κι όσο πάρει μέχρι να τελειώσω την ενότητα που έχω στον νου μου. Ποτέ όμως μετά τις δώδεκα το βράδυ. Δεν είμαι νυχτερινός τύπος. Συνήθως ακούω μουσική γράφοντας, ενώ ο Σάκης είναι στο εργαστήρι του και δημιουργεί τα γλυπτά του. Μεγαλωμένη σ' ένα σπίτι με κόσμο που πηγαινοερχόταν συνεχώς, έχω μάθει να απομονώνομαι με όση φασαρία κι αν υπάρχει τριγύρω. Πράγμα που σημαίνει πως, όταν θέλω να γράψω, μπορώ να γράψω οπουδήποτε. Ολόκληρα κεφάλαια έχουν γραφτεί σε φασαριόζικα μπαλκόνια στη Χαλκιδική, σε καφετέριες, ακόμα και σε παιδότοπους. Δεν μπορώ ωστόσο τη φασαρία στη φάση της επιμέλειας. Όταν παραδώσω το βιβλίο, χρειάζομαι οπωσδήποτε ένα διάστημα αποσυμπίεσης. Τότε δεν γράφω, αλλά διαβάζω μανιωδώς και ενίοτε ταξιδεύω, ψάχνοντας την ιδέα και την τοποθεσία όπου θα διαδραματιστεί το επόμενο βιβλίο.
Αρετή Γεωργιλή (Βιβλιοπώλισσα). Οι βιβλιοπώλες, όταν δεν μιλάνε για βιβλία, είναι λίγο περίεργα, απόκοσμα πλάσματα. Ξυπνάνε πρωί-πρωί και τριγυρνάνε στο βιβλιοπωλείο, τουλάχιστον μία ώρα πριν ανοίξει, κάνουν καφέ, ετοιμάζονται, τσεκάρουν στα ράφια τους τις ελλείψεις, φτιάχνουν τη βιτρίνα και μετά την ξαναφτιάχνουν, κάνουν τις παραγγελίες τους στους εμπόρους, για να μη λείψει κάποιο από τα βασικά. Κάπως έτσι ξεκινά και το δικό μου πρωινό στο Free Thinking Zone, με τη διαφορά ότι προηγουμένως έχω φροντίσει να παραδώσω τις παραγγελίες των πελατών της προηγούμενης ημέρας. Μετά ανοίγω, βάζω κλασική μουσική, όπερα ή τζαζ, μία παλιά, αγαπημένη ασπρόμαυρη ταινία στην τηλεόραση και περιμένω να αρχίσει ο μαραθώνιος? τηλεφωνήματα, πληρωμές, πελάτες καφέ, πελάτες βιβλίου, φίλοι, πωλητές, λεπτομέρειες για τη διοργάνωση των επόμενων δράσεών μας, πληροφορίες, παραλαβές βιβλίων, αποθήκη, τιμές, ράφι, προβολή, πού και πού λίγη πολιτική κουβέντα και μετά ξανά πάλι ράφι, προβολή, επισκέπτες, απογραφή μετά από μία παρουσίαση και επιστροφές στον εκδότη, απαντήσεις στα μηνύματα και στα e-mail, αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα. Και έτσι κάπως περνά η μέρα, μέχρι την ώρα που πρέπει να ετοιμαστούμε για την πρώτη εκδήλωση —γιατί πολλές φορές έχουμε και δύο εκδηλώσεις την ημέρα— και αρχίζει το άγχος. Δεν υπάρχει ούτε μία εκδήλωση από τις περίπου επτακόσιες που έχουμε κάνει μέχρι σήμερα που να μην έχω άγχος. Και μετά καλωσορίσματα και ωραίες συζητήσεις και πράγματα που διαρκώς μαθαίνω. Κάθε μέρα μαθαίνω. Και άνθρωποι, πολλοί άνθρωποι, κάθε λογής, συγγραφείς, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, ακτιβιστές, φοιτητές, αριστεροί, δεξιοί, αντιεξουσιαστές, συντηρητικοί, προοδευτικοί, φιλελεύθεροι, χριστιανοί, άθεοι, μουσουλμάνοι, εβραίοι, άνθρωποι που διαβάζουν, άνθρωποι που θέλουν να μάθουν να διαβάζουν, νέοι επιχειρηματίες, άνθρωποι που είχαν μία ατυχία και ξεκινούν από την αρχή, άνθρωποι με όνειρα και ιδέες, όμορφοι άνθρωποι που έχουν να μοιραστούν μαζί μου ο καθένας τη δική του ιστορία ή και να φτιάξουμε μαζί μία κοινή μας ιστορία για δικαιώματα και ελευθερίες, αν είμαι τόσο τυχερή. Αυτό είναι τελικά που μετράει στο τέλος της ημέρας και ας έχω μετά ένα βουνό δουλειές μέχρι να ξαναμπούν όλα στη θέση τους και να είναι έτοιμα για να υποδεχτούν τη νέα μέρα και τις δικές της ιστορίες.
Ελένη Γεωργοστάθη (Επιμελήτρια Εκδόσεων, Συγγραφέας): Όταν ξεκίνησα να δουλεύω στο σπίτι, είχα την (ψευδ)αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας σε χρόνους και ωράρια. Φυσικά, με το που μπήκε στην εξίσωση η οικογένεια, όλα άλλαξαν, καθώς η ρουτίνα μου ορίστηκε από τα προγράμματα και τις ανάγκες των άλλων. Οπότε: Πρωί-πρωί, κι αφού η υπόλοιπη οικογένεια έχει εγκαταλείψει το σπίτι για δουλειά και σχολείο, αρχίζει το μοναδικό συνεχόμενο μέσα στη μέρα μου πεντάωρο δουλειάς, με γράψιμο, επιμέλεια, τηλεφωνική ή ηλεκτρονική επικοινωνία με συνεργάτες. Με μικροδιαλείμματα για τις υποχρεώσεις του σπιτιού αλλά και με μικροπαρασπονδίες πού και πού. Όπως για να παρουσιάσω κάποιο βιβλίο μου σε σχολείο ή για να πεταχτώ στους εκδότες με τους οποίους συνεργάζομαι — και σ' αυτές τις σποραδικές αποδράσεις από τη ρουτίνα, με μουσική και σκέψεις στη διαπασών, παίζει να είμαι η πιο ευτυχισμένη οδηγός του λεκανοπεδίου. Μ' αυτά και μ' αυτά, το πρωινό φεύγει και το πεντάωρο της αυτονομίας τελειώνει με την επιστροφή των παιδιών. Το απόγευμα μοιάζει μ' ένα ατέρμονο πήγαιν'-έλα ανάμεσα σε δουλειά, επαναληπτικά τεστ ιστορίας ή μαθηματικών και απογευματινές δραστηριότητες — ώσπου να επιστρέψει στο σπίτι ο μπαμπάς και να φορτωθεί εκείνος τα οικογενειακά βάρη. Από κει και μετά, γράψιμο όταν έχω κέφι, λίγο διάβασμα, καμιά σειρά ή ταινία, ανάλογα με τις αντοχές, παρέα με σαλάτα και λίγη κουβέντα. Κι αυτό ήταν. Πολλοί με ρωτάνε πώς αντέχω τη μοναξιά της δουλειάς στο σπίτι ή το ότι μοιράζω τον χρόνο μου ανάμεσα σ' αυτή και στα παιδιά μου. Η αλήθεια είναι ότι απολαμβάνω εξίσου τη γαλήνη των πρωινών ωρών, που μπορώ απερίσπαστη να αφοσιωθώ στην επιμέλεια ή στο γράψιμο, και ό,τι την παραβιάζει αλύπητα από το μεσημέρι και μετά. Κι αφήνω όλα τ' άλλα για το ιερό Σαββατοκύριακο — όσο αντέχω να το περιφρουρώ.
Ευτυχία Γιαννάκη (Συγγραφέας). Η οθόνη απορροφά μεγάλο μέρος της ημέρας μου, με το φως της από το πρωί μέχρι το βράδυ, το ενοχλητικό αυτό φως για τα μάτια. Η θηλιά του χρόνου τυλίγεται γύρω από όποιον γράφει, αφού μένει καθηλωμένος ώρα με την ώρα, μέρα με τη μέρα μπροστά της προσπαθώντας να βάλει στη σειρά τις λέξεις. Λένε πως όποιος διαβάζει κείμενα σε οθόνη απορροφά λιγότερη πληροφορία (τουλάχιστον κατά 40%) σε σχέση με κάποιον που διαβάζει από το χαρτί. Το ίδιο ισχύει και για τη συγκέντρωση αυτού που γράφει. Για να καταφέρει να μείνει στην ουσία των λέξεων, τον ρυθμό τους και να βάλει τη μία μετά την άλλη πρέπει να απομονώνεται, να κοιτάζει διαρκώς μέσα του, όπου συνήθως είναι πιο σκοτεινά, ή να ρίχνει ματιές σε όσα έχει συλλέξει από το περιβάλλον, που είναι φυσικά πιο πολύχρωμο. Οι ιστορίες μου είναι θραύσματα του εαυτού, των βιωμάτων και της καθημερινότητάς μου. Οι άνθρωποι είναι οι ιστορίες, οι χαρακτήρες είναι η πλοκή μου κι εγώ ο μεγεθυντικός φακός του ντετέκτιβ πάνω σε μια συνθήκη που χτίζω για να καθρεφτιστεί τελικά ο αναγνώστης. Ψηφίδες, ψηφίδες, ψηφίδες που μαζεύονται και τις τακτοποιώ προκειμένου να ικανοποιήσω μια ιδέα που δονείται μέσα μου, αυτό που αποτελεί τον πυρήνα κάθε ιστορίας. Ακούγεται επίπονο το παζλ, αλλά είναι ταυτόχρονα εξαιρετικά διασκεδαστικό. Οπότε το μεγαλύτερο μέρος του εικοσιτετραώρου μου αφιερώνεται σε αυτό, αφού γράφω κι όταν δεν γράφω, κοιτάζοντας, διαβάζοντας, μελετώντας, παρατηρώντας, αναλύοντας, κουβεντιάζοντας, σιωπώντας, βλέποντας κάποια έκθεση, μια ταινία, ακούγοντας έναν καινούριο δίσκο. Η καθημερινή ρουτίνα βεβαίως περιλαμβάνει κι άλλες επαγγελματικές ή τυπικές υποχρεώσεις που έχουμε όλοι μας που κι αυτές μ' έναν τρόπο θα τρυπώσουν σε κάποια αφήγηση. Φροντίζω αυτές να τις τακτοποιώ στοΝ χρόνο που είμαι κουρασμένη για να γράψω. Θα έλεγα ότι γενικά όλο το εικοσιτετράωρο γράφω, είναι σαν μικρόβιο που απλώνεται σε όλα όσα κάνω με τον καιρό. Καμιά φορά χαζεύω, όπως χαζεύαμε παιδιά μπροστά στην οθόνη. Τότε θυμάμαι και την κλείνω. Είναι η ώρα να βγω.
Ελένη Γκίκα (Συγγραφέας, Βιβλιοκριτικός). Σηκώνομαι στις 7 το πρωί, μ' αρέσει σαν αριθμός, μ' αρέσει και επειδή όλοι κοιμούνται, μ' αρέσει επειδή περνάει και το σκουπιδιάρικο? κοιτάζω τη μάνα μου, αναπνέει, και πιάνω το βιβλίο που το έχω μισό, έτσι γράφω άπλυτη και με την τσίμπλα στο μάτι μέχρι που να ξυπνήσει. Ό,τι ώρα ξυπνήσει. Τα τελευταία χρόνια έχω κατέβει μαζί της στο κάτω όροφο πια? ως μοναχοπαίδι, γηροκομώ. Μη φανταστείτε. Εγώ όλο γράφω. Η μαμά και η Χριστίνα τα κάνουν όλα. Τις αλλαγές έχω αναλάβει μόνο και τον γιατρό. Α, και να φέρνω το χρήμα στο σπίτι. Αφού κάνω λοιπόν την αλλαγή στην πληγή, ανοίγω το σπίτι και φτιάχνω τσάι και καφέ, εμείς είμαστε σε χωριό και μας αγαπούν, εγώ ξαναχώνομαι στη γωνιά, στη μεγάλη σάλα που έχει γίνει το άλεφ, αφήνω πια τα δικά μου και πιάνω όσα χρωστώ: εφημερίδα πρώτα. Κάθε αρχή του μήνα, κάνω προγραμματισμό, ποιες συνεντεύξεις, ποια βιβλία θα βγουν, να φροντίσω για θέματα, βρίσκομαι πάντα μπροστά, άνθρωποι είμαστε και η Αγγελική το γνωρίζει, αν έχουμε ένα κενό, μου τηλεφωνεί, πάντα κάτι θα υπάρχει… Τρώγω απόγευμα αργά, με πιάνει ύπνος με το φαΐ. Το ξέρει η μάνα μου και η Χριστίνα, δεν μ' ενοχλούν, εξάλλου έχω μάθει να δουλεύω με κόσμο, τίποτα δεν με ενοχλεί. Το βράδυ αργά ξανακάνω την αλλαγή και όταν όλα είναι εντάξει και η εφημερίδα έχει κλείσει, πιάνω το Fractal, είμαστε τέσσερις σε μόνιμη επικοινωνία, ο Γιάννης στο Ηράκλειο της Κρήτης, η Δήμητρα στην Καλλιθέα, ο Τάκης στην Κηφισιά, στη γωνιά μου εγώ, μόλις τελειώσει κι αυτό, λέω Καληνύχτα στη μάμη μπλου στο δίπλα δωμάτιο και αρχίζω το διάβασμα, κοιμάμαι λίγο και κοιμάμαι με δόσεις. Όταν κοιμάμαι ονειρεύομαι τη συνέχεια και όταν συνεχίζω απογοητεύομαι κάπως αλλά κάποιες φορές όχι. Μ' αρέσει η ζωή μου. Μήπως ξέρω κι άλλη ζωή; Ή μάλλον ξέρω, τότε που ξημεροβραδιαζόμουν στην εφημερίδα.
Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη (Σύμβουλος Εκδόσεων, Μεταφράστρια). Τα τελευταία οκτώ χρόνια νιώθω ότι δεν έχω Σαββατοκύριακα κι αργίες. Δεν φταίει μία συγκεκριμένη δουλειά γι' αυτό, μα όλες μαζί: πού να προλάβεις να στριμώξεις μετάφραση, δουλειά για το εκδοτικό τμήμα, δημοσιογραφία και διδακτορικό μαζί; (Ομολογουμένως δεν φταίει κανείς για την εξτρά δουλειά του διδακτορικού, εγώ το διάλεξα.) Το εικοσιτετράωρό μου, λοιπόν, εξαντλείται στα παρακάτω ― ανάλογα τη μέρα και τη διαύγεια του μυαλού: Μετάφραση του καινούργιου Νέσμπο για το Μεταίχμιο, μετάφραση Γιάκομπσεν και Μπρούμαρκ για την Εστία, μετάφραση (πρώτη φορά σουηδικά!) του νέου βιβλίου του φίλου μου Γιαν Χένρικ Σβαν. Συνεχές διάβασμα κι ενημέρωση για νέες κυκλοφορίες βιβλίων? επιλογή αυτών? εποπτεία της πορείας της έκδοσης των ήδη συμφωνηθέντων τίτλων κι εποπτεία των επιμελητών των διαφόρων σειρών των Εκδόσεων Παπαδόπουλος. Συγγραφή άρθρων (long read) για το νορβηγικό πολιτικό περιοδικό «Agenda Magasin», με το οποίο συνεργάζομαι με δυο κείμενα το μήνα, αναζήτηση νεών θεμάτων, διάβασμα και συνεντεύξεις. Συνεντεύξεις, ταξίδια και στήσιμο website για το διδακτορικό μου στα Media, στο πανεπιστήμιο του Μπόρνμουθ. Αν δεν ήμουν άνθρωπος, δηλαδή, θα ήμουν χταπόδι. Δεν παραπονιέμαι όμως, έχουν και τα καλά τους όλα αυτά: κυρίως τα ταξίδια που καλούμαι να κάνω για οποιαδήποτε από αυτές τις δουλειές ή τους ανθρώπους που γνωρίζω και μου μαθαίνουν όλο και περισσότερα πράγματα ή τη χαρά τού να βλέπω τις λέξεις μου ―ως δημοσιογράφος, κυρίως― να διαβάζονται και να σχολιάζονται (στα σοβαρά, ευτυχώς) από τους Νορβηγούς αναγνώστες μου. Κάπου-κάπου θυμάμαι ότι γράφω και ποίηση και κουβαλώ πάντα ένα μικρό σημειωματάριο μαζί μου για να σημειώνω ιδέες ή στίχους που μου καρφώνονται στο μυαλό. Το μειονέκτημα όλων αυτών; Έχω γίνει ένα τεράστιο «κεφάλι», ζω δηλαδή σχεδόν μόνο διανοητικά. Εγώ δεν ενοχλούμαι, συνηθισμένη είμαι? όμως τι φταίνε κι οι υπόλοιποι που πρέπει να με ανεχθούν;!
Γλυκερία Δημητροπούλου (Rights & Acquisitions Manager). Πολύ ενδιαφέρον, και ταιριαστό, ότι μιλάμε για το εικοσιτετράωρο ενός επαγγελματία του βιβλίου γιατί το μόνο σίγουρο είναι ότι το όποιο έργο κάνουμε δεν περιορίζεται σε ένα οχτάωρο. Δουλειά μου είναι η ανεύρεση/ανακάλυψη και εξασφάλιση δικαιωμάτων έκδοσης ελληνικών και ξένων έργων για τις Εκδόσεις Διόπτρα. Αυτό σημαίνει επικοινωνία με συγγραφείς, πράκτορες και εκδότες από διάφορες χώρες, επικοινωνία με Έλληνες συγγραφείς και ατελείωτες ώρες ανάγνωσης και editing. Κάθε μέρα είναι διαφορετική, αλλά περιλαμβάνει κάποια από τα εξής: Συναντήσεις με τους εσωτερικούς συνεργάτες για να αποφασίσουμε για μεταφράσεις, επιμέλειες, τίτλους και εξώφυλλα των έργων που πρόκειται να εκδοθούν και για να συντονίσουμε προωθητικές ενέργειες για τα έργα αυτά. Συναντήσεις με συγγραφείς μας για editing και επιμέλεια των έργων τους, συμφωνίες και συμβόλαια. Λήψη, συγγραφή και απάντηση σε εντυπωσιακό αριθμό μηνυμάτων, από διάφορα μέσα. Συναντήσεις με τον εκδότη για εισηγήσεις νέων έργων, σειρών, συγγραφέων. Ανάγνωση, ανάγνωση, ανάγνωση. Ανάγνωση. Κάθε επαγγελματίας αγαπά ή βαριέται διαφορετικά μέρη της καθημερινότητάς του. Προσωπικά αντιμετωπίζω τα γραφειοκρατικά —συμβόλαια και άλλα έγγραφα— ως αναγκαίο κακό και αγαπώ τη —σπάνια— στιγμή της ανακάλυψης ενός νέου ταλέντου ή ενός καταπληκτικού νέου έργου. Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζω είναι να καταφέρω να μεταφέρω στους συνεργάτες μου τον ενθουσιασμό που μου προκάλεσε ένα βιβλίο ώστε να το αντιμετωπίσουν με αγάπη και προσοχή. Κανένα έργο δεν πάει μακριά αν δεν το αγαπήσουν πρώτα οι άνθρωποί του. Κι είναι πολλές οι φορές που οι συνεργάτες μου έκαναν τόσο καλή δουλειά για ένα έργο, ώστε να το αγαπήσω από την αρχή. Είμαι τυχερή, το ξέρω, για τα εικοσιτετράωρά μου και τους ανθρώπους που τα γεμίζουν.
Κέλλυ Δημοπούλου (Editor in Chief). Τα τελευταία πέντε χρόνια εργάζομαι στον εκδοτικό οίκο Hemma στη βέλγικη πόλη Λιέγη. Ο εκδοτικός οίκος έχει εξαγοραστεί από το δεύτερο μεγαλύτερο γκρουπ εκδόσεων της Γαλλίας, το Group Editis. Η έδρα παραμένει στο Βέλγιο. Το ξυπνητήρι χτυπάει στις 6 καθημερινά, βάρβαρη ώρα καθότι δεν είμαι πρωινός τύπος. Αλλά ώσπου να φτάσω στο γραφείο έχω τον χρόνο να ξυπνήσω. Kατοικώ στις Βρυξέλλες, οπότε έχω πόρτα-πόρτα μια τρίωρη διαδρομή την ημέρα. Στις δύο ώρες που είμαι στο τρένο είτε εργάζομαι είτε μελετώ. Ξανάρχισα μεταπτυχιακές σπουδές εδώ κι ένα χρόνο στην Οξφόρδη από απόσταση. Όταν φτάσω στο γραφείο και μετά το φιλί… ξεκινάει η μέρα μου. Ναι, εδώ φιλιόμαστε όλοι το πρωί, όλοι μα όλοι. Καλημέρα, ματς, όχι μουτς. Δίνουμε ένα φιλί. Έχω σκαρφιστεί διάφορες δικαιολογίες για να το αποφύγω, μικρόβια, πολιτισμική διαφορά, δεν έπιασε τίποτα. Στις εκδόσεις Hemma το πρόγραμμα περιλαμβάνει 350 καινούργιους τίτλους παιδικού βιβλίου το χρόνο, και 120 εξ αυτών είναι Disney (Pixar, Marvel, Lucas Films… ίσως Fox σύντομα). Στο γραφείο δουλεύω με μια ομάδα δέκα ατόμων (γραφίστες, project managers) πάνω στο τρέχον εκδοτικό πρόγραμμα και παράλληλα προσπαθώ να σκεφτώ νέες ιδέες για καινούργιες σειρές βιβλίων (μία νέα ιδέα την ημέρα!). Η ατμόσφαιρα στο γραφείο θυμίζει παιδικό πάρτι: ο χώρος είναι γεμάτος παιδικά βιβλία, χρώματα, εικόνες και παιχνίδια. Η γαλλική αγορά βιβλίου είναι πολύ ανταγωνιστική σε όλα τα επίπεδα. Ακόμα και το παιδικό βιβλίο, αυτό που θα χαρακτηρίζαμε πιο ευπώλητο, πρέπει να έχει υψηλές προδιαγραφές. Μεγάλο μέρος της δουλειάς μου είναι να μελετώ την αγορά και κυρίως τους ανταγωνιστές. Έχουμε στη διάθεσή μας μελέτες, πωλήσεις, αναλύσεις κλπ. Ταξιδεύω συχνά στο Παρίσι στη μαμά εταιρία, σε εκθέσεις βιβλίου (Φρανκφούρτη, Μπολόνια και Παρίσι) αλλά και σε εκθέσεις που αφορούν τα δικαιώματα χαρακτήρων (Λονδίνο και Λας Βέγκας). Προσωπικά, μου δίνει τεράστια χαρά να βλέπω ένα βιβλίο που ετοιμάσαμε με την ομάδα να δίνει χαρά σε ένα παιδί ή και σε έναν ενήλικα! (Εδώ σκέφτηκα εσένα με το βιβλίο-μάσκα που φτιάξαμε και τράβηξες φωτογραφία στην έκθεση στη Θεσσαλονίκη, νομίζω ήταν Marvel…)
Δήμητρα Δότση (Μεταφράστρια). Καταρχάς να ξεκαθαρίσω ότι δεν είμαι πρωινός τύπος. Καθόλου μα καθόλου. Είναι αλήθεια ότι το έχω προσπαθήσει κατά καιρούς, μόνο που ύστερα κοιμάμαι όπου σταθώ κι όπου βρεθώ: σε καναπέδες, πολυθρόνες κι ακόμα πιο συχνά πάνω στον υπολογιστή. Πάμε, λοιπόν. Αφύπνιση στις 7:30, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα σηκωθώ κιόλας. Το χουζούρι είναι η απαράβατη πολυτέλεια της non-stop υπόλοιπης μέρας μου. Ο Κώστας (αυτός είναι ο άντρας μου) ασχολείται με το πρωινό και τα του σχολείου της εντεκάχρονης κόρης μας. Γύρω στις 8:15 θα σηκωθώ, θα βγάλω τη σκυλίτσα μας βόλτα, θα ετοιμάσω το πρωινό μου και με ρυθμούς fast forward θα τελειώσω όλες τις καθημερινές δουλειές του σπιτιού. Το αργότερο μέχρι τις 9:30 έχω ξεκινήσει να μεταφράζω. Μέχρι τις 13:15 που σχολάει το παιδί, κάνω δύο διαλείμματα: ένα για το απαραίτητο εκδοτικού/μεταφραστικού περιεχομένου τηλεφώνημα στη φίλη και συνάδελφο Γιώτα Λαγουδάκου κι άλλο ένα για μαγείρεμα — ενίοτε και δύο σε ένα, δηλαδή κόβουμε κρεμμύδι, τσιγαρίζουμε κλπ. με το ακουστικό στο αυτί... Κατόπιν, παίρνω την κόρη μου από το σχολείο, τρώμε μαζί, συζητάμε τα νέα της ημέρας της και συνεχίζω τη δουλειά με απανωτά διαλείμματα γιατί εντέλει αυτά τα νέα του σχολείου είναι και συνταρακτικά και ανεξάντλητα! Το απόγευμα σειρά έχουν οι καθημερινές εξωτερικές δραστηριότητες, τουτέστιν πήγαιν'-έλα σπίτι-μπαλέτο-σπίτι — χιπ χοπ-σπίτι-αγγλικά-σπίτι-γαλλικά-σπίτι, μέχρι να ξαναβρεθούμε όλοι οικογενειακώς κατά τις 20:30-21:00. Ετοιμάζω τα ταπεράκια της επόμενης μέρας, για να τα βρουν έτοιμα μπαμπάς και κόρη όσο εγώ θα χουζουρεύω το επόμενο πρωί, και κατά τις 22:00 ξαναπιάνω τη μετάφραση —σε ιδανικές συνθήκες ηρεμίας και ησυχίας, και πάντα συντροφιά με αγαπημένες μουσικές— μέχρι τις 2:30-3:00 το πρωί. Σχεδόν πάντα αποκοιμιέμαι με κάποια μεταφραστική απορία στο μυαλό, την οποία ως διά μαγείας λύνω στο πρωινό αναζωογονητικό χουζούρι. Κι όταν πια έρχεται η Παρασκευή, δεν σας κρύβω πόσο ανακουφισμένη νιώθω. Επιτέλους έρχεται το Σαββατοκύριακο και θα μπορώ να δουλέψω ένα δεκαεφτάωρο σερί, σαν άνθρωπος.
[ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ]