Ο Δημήτρης Αλικάκος είναι αρχισυντάκτης του αγαπημένου και αξιόπιστου “Ελληνικά Hoaxes” που καθημερινά καταπολεμά τα fake news και τους ψεκασμένους συντάκτες τους προβάλλοντας τον ορθό λόγο, την αξιοπιστία και τη σοβαρή δημοσιογραφική και επιστημονική διασταύρωση. Χθες έγραψε στο facebook κάτι που θα πρέπει όλους μας να μας προβληματίσει. “Το γεγονός ότι οι αναρτήσεις των ψεκασμένων είναι πιο δημοφιλείς από εκείνες των επιστημόνων και των ειδικών σε ένα θέμα, έχει την εξήγησή του” αναφέρει και συνεχίζει “πρώτον, πέρα από ανεύθυνοι, είναι θρασείς. Και δεύτερον, οι πλείστοι των χρηστών του διαδικτύου, ειδικά αυτοί με το σύνθημα «δεν τρώμε το κουτόχορτο που μας ταΐζει το σύστημα και τα ΜΜΕ», καταπίνουν ΟΛΑ τα fake news αμάσητα.”
Ένα βασικό πρόβλημα που μας προκαλούν οι πολλοί - κατά τα φαινόμενα - ψεκασμένοι συμπολίτες μας αφορά τη δημόσια υγεία και την πανδημία. Πιστεύουν ότι ο κορονοϊός είναι μία παγκόσμια συνωμοσία την οποία κατασκεύασαν τα μέσα ενημέρωσης, οι γιατροί, τα νοσοκομεία, οι φαρμακευτικές, και κυρίως οι κυβερνήσεις προκειμένου να μας περιορίσουν την ελευθερία μας ή για να πλουτίσουν ορισμένα συμφέροντα. Αφού λοιπόν είναι όλα αυτά μία συνωμοσία, δεν φορούν μάσκες, δεν τηρούν αποστάσεις, μπαίνουν στα μέσα μαζικής μεταφοράς σαν να μη συμβαίνει τίποτα και έτσι εκθέτουν τους εαυτούς τους και όλους τους υπόλοιπους σε σοβαρό κίνδυνο.
Πέρα όμως από την υγεία, οι ψεκασμένοι που ζουν ανάμεσά μας δημιουργούν και άλλα προβλήματα, μη θανατηφόρα αλλά εξίσου σοβαρά. Στις δυτικές φιλελεύθερες δημοκρατίες η ελευθερία του λόγου φυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού. Αυτό σημαίνει ότι οι ψεκασμένοι συμπολίτες μας έχουν την ελευθερία να γράφουν τις ανοησίες τους, να πείθουν περισσότερους ανυποψίαστους και αφελείς συμπολίτες μας, και να διαδίδουν ελεύθερα τα θανατηφόρα fake news τους. Στην προηγούμενη μεγάλη πανδημία του πλανήτη, την Ισπανική Γρίπη, δεν είχαμε τόσο εξελιγμένες φαρμακευτικές και τεχνολογικές δυνατότητες όπως σήμερα, όμως δεν είχαμε και ίντερνετ, google, facebook και twitter. Σήμερα, το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δίνουν τη δυνατότητα σε κάθε ψεκασμένο συμπολίτη μας να αμβλύνει τον αντίκτυπο της επικοινωνίας του μεταφέροντας τις αντισυμβατικές και θανατηφόρες απόψεις του στις οθόνες εκατομμυρίων συμπολιτών του εκ των οποίων ορισμένοι θα χρησιμοποιήσουν ακριβώς την ίδια δυνατότητα προκειμένου να πείσουν ακόμα περισσότερους ανυποψίαστους και αφελείς συμπολίτες τους.
Οι συζητήσεις για το πως αυτός ο φαύλος κύκλος μπορεί να ανακοπεί έχουν ξεκινήσει εδώ και αρκετό καιρό, με την εμφάνιση των fake news ως εργαλείο προώθησης του λαϊκισμού. Κυβερνήσεις συζητούν σοβαρά πλέον το ενδεχόμενο παρέμβασης στο διαδίκτυο και ποινικοποίησης του ψεκασμένου λόγου. Οι κοινωνικές πλατφόρμες, όπως το facebook και το twitter, αναγκάζονται να κάνουν κάτι που σε γενικές γραμμές απέφυγαν τα προηγούμενα χρόνια - να κρίνουν την ποιότητα του περιεχομένου που δημιουργείται εντός τους. Οι πολιτικοί βρίσκονται σε ένα επικίνδυνο σταυροδρόμι, καθώς πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στην υπέρτατη ανάγκη για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας και την ελευθερία κάθε πολίτη να εκφράζει τις απόψεις του ελεύθερα.
Οποιαδήποτε πολιτική λύση και αν δοθεί στο πρόβλημα θα έχει τεράστιο κόστος. Αν, στο όνομα της δημόσιας υγείας, οι κυβερνήσεις αποκτήσουν το δικαίωμα να λογοκρίνουν κάθε ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κινδυνεύουμε από μία Οργουελιανή δυστοπία. Αν στο όνομα της ελευθερίας της έκφρασης, αφεθούν οι ψεκασμένοι συμπολίτες μας να θέτουν σε κίνδυνο τις ζωές τους και τις δικές μας, το κόστος θα μετριέται πλέον σε ανθρώπινες ζωές.
Η διατήρηση της τωρινής κατάστασης ή οποιοδήποτε από τα παραπάνω σενάρια δεν συμφέρει κανέναν πολίτη που υπολογίζει την ανθρώπινη ζωή και την ανθρώπινη ελευθερία. Τη λύση σε αυτή την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση θα μπορούσαν να τη δώσουν οι ίδιες οι εταιρίες που διαχειρίζονται το μεγαλύτερο μέρος του διαδικτύου. Η Google θα μπορούσε να κρύψει τις συνωμοσιολογικές ιστοσελίδες από τα αποτελέσματα των αναζητήσεων της. Το facebook και το twitter θα μπορούσαν να μπλοκάρουν οριστικά και αμετάκλητα τους λογαριασμούς όσων διαδίδουν ψευδείς ειδήσεις που δυνητικά μπορεί να θέσουν τη δημόσια υγεία σε κίνδυνο. Τέτοιες κινήσεις μοιάζουν δραστικές, όμως οι συγκεκριμένες πλατφόρμες αποτελούν και τα κύρια εργαλεία των ψεκασμένων συμπολιτών μας.
Μία τέτοια λύση δεν περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης κανενός. Οι λογαριασμοί στα social ή η παρουσίαση μίας ιστοσελίδας από τη μηχανή αναζήτησης της google δεν είναι κάποιο αναφαίρετο δικαίωμα, είναι μία υπηρεσία που μπορεί μεν να παρέχεται δωρεάν αλλά αυτό γίνεται με συγκεκριμένους όρους. Μέχρι τώρα οι εν λόγω εταιρίες φιλοξενούν ψεκασμένο περιεχόμενο χωρίς κανένα ουσιαστικό κόστος, μαζεύουν τα δεδομένα των ψεκασμένων χρηστών του διαδικτύου και ενδεχομένως να κερδίζουν από αυτά. Όμως, οι ίδιες αυτές εταιρίες μπορεί να χάσουν τα πάντα αν χαθεί η φιλελεύθερη δημοκρατία και η ελευθερία του λόγου, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στην Κίνα όπου ούτε google, ούτε facebook, ούτε twitter υπάρχει. Πρέπει λοιπόν να διαλέξουν οι ιντερνετικοί κολοσσοί αν το κόστος των ψεκασμένων είναι μεγαλύτερο από το κόστος απώλειας όλων των υπολοίπων.