Μία από τις μεγαλύτερες ευλογίες για εκατομμύρια Έλληνες χρήστες του διαδικτύου είναι οι εφαρμογές που μας επιτρέπουν να μισθώσουμε ένα ταξί για τις μετακινήσεις μας εντός πόλης. Το θεσμικό πλαίσιο που ορίζει τη λειτουργία αυτών των υπηρεσιών ορίστηκε το 2018 από το νόμο Σπίρτζη, έναν κάκιστο ποιοτικά και οικονομικά νόμο που στέρησε από εταιρείες όπως η Beat και η Uber τη δυνατότητα να παρέχουν στους χρήστες τους την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση.
Ένα καλό παράδειγμα των επιπτώσεων του νόμου είναι οι εκπτώσεις και οι προσφορές. Η Beat και η Uber, για να αυξήσουν τη χρήση των υπηρεσιών τους, έβγαζαν κατά καιρούς ειδικές προσφορές τύπου “στις 10 διαδρομές η μία δώρο” ή έδιναν διάφορες εκπτώσεις και πιστώσεις στους χρήστες τους. Μάλιστα, οι προσφορές αυτές δεν επιβάρυναν τους οδηγούς ταξί που πληρώνονταν κανονικά το αντίτιμο κάθε διαδρομής τους αλλά τις ίδιες τις εταιρίες. Αν τυχόν είστε χρήστης μίας τέτοιας εφαρμογής, θα έχετε παρατηρήσει ότι οι προσφορές αυτές κόπηκαν μετά το νόμο Σπίρτζη για τις μεταφορές. Ποιος άραγε θα περίμενε ότι μία κυβέρνηση, υποτίθεται φιλολαϊκή, θα τολμούσε να απαγορεύσει σε ιδιωτικές εταιρείες να κάνουν προσφορές στους πελάτες τους χωρίς να ζημιώνουν κανέναν;
Όμως, έχουμε τονίσει επανειλημμένα από τη στήλη, οι κρατικές παρεμβάσεις στην αγορά έχουν αρκετά συχνά και αθέμιτες, απρόθετες συνέπειες. Ο νόμος Σπίρτζη, θέλοντας να κάνει το χατήρι ορισμένων συνδικαλιστικών κύκλων, στέρησε από τις πλατφόρμες τη δυνατότητα να θέτουν τα δικά τους κριτήρια στους οδηγούς ταξί προκειμένου να τους εντάξουν στις εφαρμογές τους. Το αποτέλεσμα αυτής της ρύθμισης είναι ότι αν, για παράδειγμα, μία τέτοια επιχείρηση ήθελε να επιβάλλει αυξημένους κανόνες υγιεινής ή μέτρων προστασίας κατά της μετάδοσης του κορονοϊού, κάτι τέτοιο επί της ουσίας θα ήταν παράνομο.
Σύμφωνα με τον Δείκτη Ποιότητας Νομοθέτησης του ΚΕΦίΜ, ο νόμος Σπίρτζη ήταν ποιοτικά ο 9ος χειρότερος νόμος που ψηφίστηκε το 2018 με βαθμολογία 3,8 στα 10. Είναι ένας νόμος που τροποποιεί 10 άλλους νόμους που ψήφισε η ίδια κυβέρνηση τα τελευταία 3 χρόνια, γεγονός που δείχνει την προχειρότητα του νομοθετικού έργου που ασκήθηκε από την προηγούμενη Βουλή. Σε ότι αφορά την προ-κοινοβουλευτική διαδικασία, ο νόμος αυτός πέρασε χωρίς να έχει προηγηθεί ανοικτή μη κοινοβουλευτική διαβούλευση στο open.gov πριν την κατάθεση του νόμου στην Βουλή, όπως απαιτούσε το τότε ισχύον θεσμικό πλαίσιο καλής νομοθέτησης (Ν.4048/2012). Στην συνοδευτική έκθεση της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης δεν αναφέρεται κανένα ποσοτικό στοιχείο για τις επιπτώσεις που θα έχει ο νόμος στην οικονομία, την κοινωνία, το περιβάλλον. Επίσης, δεν υπάρχουν ούτε προβλέψεις για το ποιο θα είναι το κόστος της γραφειοκρατίας με τις νέες ρυθμίσεις ούτε κάνει πιο απλές τις υπάρχουσες διαδικασίες για τον πολίτη και τις επιχειρήσεις. Μαζί με τον νόμο 4530/2018 στην Βουλή κατατέθηκαν 8 (!) τροπολογίες (σύνολο 86 σελίδες), από τις οποίες οι 7 ήταν άσχετες με το πεδίο των μεταφορών και οι 4 εκπρόθεσμες, δηλαδή κατατέθηκαν και ψηφίστηκαν ενώ στην ουσία κανένας δεν είχε τον χρόνο να τις μελετήσει και να ξέρει τι ψηφίζει.
Οι νόμοι είναι το λογισμικό πάνω στο οποίο τρέχει η οικονομία μας. Όταν ρυθμίζουμε υπηρεσίες που ανήκουν στην κοινωνία της πληροφορίας με τέτοιες απαράδεκτες ρυθμίσεις, είναι αναμενόμενο να ζημιώνεται τόσο η οικονομία μας όσο και όλοι εμείς που μετέχουμε σε αυτήν. Ο νόμος Σπίρτζη είναι ένα κλασικό παράδειγμα ενός κακού ποιοτικά και λειτουργικά νόμου που η παρούσα κυβέρνηση οφείλει να αλλάξει και να εκσυγχρονίσει.