Ο Ερντογάν συνομιλεί πια μόνον με τον Θεό

Ο Ερντογάν συνομιλεί πια μόνον με τον Θεό

Ποιός είπε ότι επειδή η πολιτική είναι πρωτίστως η τέχνη που διαχειρίζεται σκληρά ανταγωνιστικά συµφέροντα έπαψε να είναι η κατεξοχήν τέχνη της διαχείρισης συµβόλων; Και ποιός επιµένει ακόµα ότι οι ιδεολογίες δεν είναι παρά τα επιφαινόµενα των πραγµατικών φαινοµένων που παράγουν οι υλικές ταξικές και όχι µόνον αντιθέσεις; Ο Ερντογάν είναι πάντα εδώ για να τους εξηγήσει πόσο µεγάλο είναι το άδικο που έχουν. Σίγουρα η απόφασή του να µετατρέψει την Αγιά Σοφιά από βυζαντινό µνηµείο σε µουσουλµανικό τέµενος αποτελεί µια πράξη αντιπερισπασµού που αποβλέπει στην απόσπαση του ενδιαφέροντος της τουρκικής κοινής γνώµης από τις δυσµενείς «υλικές συνθήκες» της οικονοµικής και της υγειονοµικής κρίσης στην οποία βυθίζεται πλέον όλο και βαθύτερα η Τουρκία αποδυναµώνοντας τη θέση του Ερντογάν και της πολιτικής του κυριαρχίας στο εσωτερικό της γείτονος.

Και σίγουρα ο σκοπός της απόφασής του για την Αγιά Σοφιά είναι να ικανοποιήσει την «υλική ανάγκη» της διακυβέρνησης του Τούρκου Προέδρου να συσπειρώσει τους δεξιούς εθνικιστές και τους φανατικούς ισλαµιστές προκειµένου να διευρύνει τα συρρικνούµενα εδώ και καιρό κοινωνικά ερείσµατά του.

Πλην όµως δεν µοιάζει να είναι αυτός ο κυριότερος λόγος που ο Ερντογάν αποφάσισε να ανακαταλάβει θρησκευτικά ως νέος Πορθητής το αρχιτεκτονικό αριστούργηµα της πάλαι ποτέ ακτινοβολούσας βασιλεύουσας της εποχής του Ιουστινιανού.

Ο κύριος στόχος του είναι… «µεταφυσικός». Συνοµιλεί πια µε το Θεό προετοιµάζοντας την απολογία του ενώπιον του Αλάχ όταν ο παντοδύναµος των ανά την οικουµένη πιστών του τον καλέσει εν τη βασιλεία του.

Έγραφα στον «Φιλελεύθερο» του περασµένου Σαββάτου ότι η τελική απόφαση του Ερντογάν για την Αγιά Σοφιά θα είχε τροχιοδεικτική σηµασία. Θα αποτελούσε, δηλαδή, µια ένδειξη αποκαλυπτική των πραγµατικών προθέσεων και διαθέσεών του. Γιατί όλες οι µέχρι σήµερα κινήσεις του και τα µέτωπα που ανοίγει συνεχώς και ταυτοχρόνως δεν επιδέχονται καµιάς ορθολογικής ερµηνείας.

Καµιά τους δεν µπορεί να εξηγηθεί αναλύοντάς την µε την λογική που έχει το όφελος µε το κόστος της κάθε µιας.

Ούτε η αξία των φυσικών πόρων του Αιγαίου, της Ανατολικής Μεσογείου ή της Λιβύης δικαιολογεί το διπλωµατικό και οικονοµικό κόστος του «αναθεωρητικού δόγµατος» της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Ούτε η γαιοαµυντική σηµασία των στρατιωτικών προγεφυρωµάτων που ενδεχοµένως επιδιώκει να δηµιουργήσει στην ευρύτερη περιοχή είναι τέτοια που να αξίζει µια µετωπική σύγκρουση π.χ. µε µια πυρηνική δύναµη σαν την Γαλλία. Μόνον η συµβολική τους αξία µπορεί να είναι στο µυαλό του Τούρκου Προέδρου τόση ώστε να δικαιολογεί τα ρίσκα που παίρνει.

Κι αν υποθέσουµε ότι όλη η φασαρία γίνεται για τη Λιβύη, και πράγµατι είναι προφανές ότι αυτή είναι που ενδιαφέρει την Τουρκία περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, και πάλι για συµβολικούς λόγους τον ενδιαφέρει.

Υπήρξε η δυτική εσχατιά της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας και ως τέτοια εξελίσσεται σε µείζον στρατηγικό διακύβευµα για τον Ερντογάν. Τόσο µάλιστα σηµαντικό ώστε να έρχεται για χάρη του σε σύγκρουση µε την Ρωσία που πλέον από πελάτης της ο Ερντογάν γίνεται γαιοπολιτικός πολέµιος της. Όπως άλλωστε υπήρξε η Τσαρική Αυτοκρατορία για την Οθωµανική εδώ και µερικούς αιώνες.

Ούτε τα πετρέλαιά της είναι τόσο µεγάλου στρατηγικού ενδιαφέροντος για την Τουρκία ούτε οι στρατιωτικές βάσεις που θα µπορούσε να εγκαταστήσει-και πράγµατι θα επιχειρήσει να εγκαταστήσει στα βόρεια παράλια της πατρίδας του Καντάφι- είναι τόσο µεγάλου αµυντικού ενδιαφέροντος για την τουρκική επικυριαρχία στην ευρύτερη περιοχή. Η πλήρης σχεδόν απαξίωση του πετρελαίου ως πηγή ενέργειας είναι θέµα χρόνου. Το ίδιο και η σηµασία του για τον ενεργειακό εφοδιασµό της Ευρώπης.

Όσο για το ρόλο της Λιβύης στην ασφάλεια και της Βόρειας Αφρικής και της Δυτικής Ευρώπης είναι πράγµατι πολύ κρίσιµος για να πιστεύει ο Ερντογάν ότι θα τον αφήσουν οι Γάλλοι, που και τις ΗΠΑ υποκαθιστούν στην περιοχή και τα δικά τους ζωτικά συµφέροντα έχουν από την εποχή που ανταγωνιζόντουσαν την Βρετανική Αυτοκρατορία στον έλεγχο των αποικιών, να την ελέγξει δηµιουργώντας προγεφυρώµατα στο µεσογειακό υπογάστριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πολύ δε περισσότερο που η Λιβύη είναι η κύρια δίοδος προς την Ευρώπη των απείρως πολυπληθέστερων, σε σύγκριση µε τις αντίστοιχες της Ασίας και της Μέσης Ανατολής, προσφυγικών και µεταναστευτικών ροών της υποσαχάριας Αφρικής. Είναι, δηλαδή, ο έλεγχος των πραγµάτων στη Λιβύη απόλυτα συνδεδεµένος µε την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αν ο Ερντογάν ριψοκινδυνέψει να την απειλήσει σηµαίνει ότι θα έχει αποφασίσει να αναλάβει το ανυπολόγιστο κόστος που θα είχε για την Τουρκία η οριστική ρήξη των σχέσεών της µε την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αν δεν τον απασχολεί το ύψος του εξωπραγµατικού τιµήµατος που θα συνεπάγεται αυτή η ρήξη, θα είναι διότι ο ίδιος πια θεωρεί τον εαυτό εντεταλµένο του Αλλάχ να ολοκληρώσει τον ιερό πόλεµο κατά της χριστιανικής Δύσης.

Έχει δύο δυνατότητες να πετύχει τον εξισλαµισµό του ευρωπαϊκού τουλάχιστον µέρους της. Την πρώτη η Τουρκία την αξιοποιεί εδώ και πολλά χρόνια µε την πλούσια χρηµατοδότηση των πνευµατικών θεσµών και αρχών των απανταχού της Ευρώπης µουσουλµανικών κοινοτήτων. Μερικές από αυτές είναι τουρκικές και αριθµούν µερικά εκατοµµύρια ψηφοφόρους στην Γερµανία και όχι µόνον. Κάποιες άλλες µη τουρκικές έχουν γεµίσει τις ευρωπαϊκές χώρες φανατικούς τζιχαντιστές.

Μέχρι πρόσφατα προνοµιακός χορηγός των µουσουλµανικών κοινοτήτων και των πνευµατικών τους ηγετών ήταν η επίσης σουνιτική αλλά ανταγωνιστική, όπως και η Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία. Υποστηριζόµενη οικονοµικά και όχι µόνον από το Κατάρ, η Τουρκία κατάφερε να περιορίσει δραµατικά την επιρροή της και άρα να µονοπωλήσει την «καθοδήγηση» των πιστών στον «Οίκο του Αλλάχ » και κάποτε και εναντίον του «Οίκου των απίστων». Αυτή ήταν άλλωστε η ιστορική αποστολή που είχε αναλάβει η Οθωµανική Αυτοκρατορία φθάνοντας µε τους µαχητές της µέχρι την Βιέννη.

Η άλλη δυνατότητα που θα έχει ο Ερντογάν, αν ελέγξει το παιχνίδι στη Λιβύη, θα είναι ακριβώς η εργαλειοποίηση των µεταναστευτικών κυµάτων. Είτε για να εκβιάσει είτε για να συνεχίσει µε άλλα µέσα τον ιερό πόλεµο των πιστών ισλαµιστών εναντίον των απίστων χριστιανών.

Κατά τα άλλα η Αγιά Σοφιά, σύµφωνα µε το διάγγελµα Ερντογάν, είναι σύµβολο συνύπαρξης των θρησκειών. Μόνο που, όπως διευκρίνισε ο ίδιος µόλις χθες, «λάβαµε αυτήν την απόφαση κοιτάζοντας τι θέλει το έθνος µας» και συνέχισε «όπως κάναµε και στη Συρία και στη Λιβύη και αλλού, θα συνεχίσουµε τον δίκαιο δρόµο µας για την οικοδόµηση της µεγάλης και ισχυρής Τουρκίας». Ό,τι δεν είπε ο ίδιος το πρόσθεσε η Εµινέ Ερντογάν στο twitter της: «Άκουσα µε µεγάλη χαρά ότι το κληροδότηµα του Σουλτάνου Μωάµεθ, το «Τζαµί Αγιά Σοφιά» άνοιξε και πάλι στη λατρεία. Δόξα στον Αλλάχ! Είθε τα τζαµιά µας, το µυαλό, οι καρδιές και οι ψυχές µας να γεµίσουν µε καθάριους πιστούς!».

Ένα πάντως δεν χαρακτηρίζει τον Ερντογάν: η ασυνέπεια. Ακόµα και αν η απόφασή του είναι εσωτερικής κατανάλωσης πολιτική πράξη, είναι πλήρως συνεπής µε αυτό που εξ αρχής υπήρξε ο Πρόεδρος της Τουρκίας από τότε που εµφανίστηκε στην πολιτική σκηνή: Ένας πιστός ισλαµιστής, εχθρός του κεµαλικού λαϊκού Κράτους και αφοσιωµένος στους Αδελφούς (του) Μουσουλµάνους.

Ο Θεός βοηθός!