Ενόψει του επικείμενου κάποια στιγμή ανοίγματος των καταστημάτων εστίασης, είδα πρόσφατα ένα ρεπορτάζ στην τηλεόραση όπου ο δημοσιογράφος ρώτησε μεταξύ άλλων μια εστιάτορα «Μα καλά, δεν θα αυξήσετε τις τιμές;»
Φαντάζομαι ποια ήταν η πορεία σκέψης που οδήγησε τον δημοσιογράφο όχι μόνο να κάνει αυτή την ερώτηση, αλλά και να θεωρήσει και σχεδόν σίγουρη την απάντηση που θα λάβει: Τα εστιατόρια ήταν από τις επιχειρήσεις που επλήγησαν σκληρότερα από το lockdown. Το άνοιγμά τους με λιγότερους πελάτες και τραπέζια λόγω κοινωνικής απόστασης, σημαίνει λιγότερα έσοδα. Άρα, θα αυξήσουν τις τιμές τους για να αναπληρώσουν αυτή τη χασούρα.
Αυτό σε πρώτη ανάγνωση μπορεί να ακούγεται εύλογο. Και σίγουρα αντικατοπτρίζει τον τρόπο με τον οποίο ένας πολύ μεγάλος αριθμός συμπολιτών μας αντιμετωπίζει ζητήματα που αφορούν την πραγματική λειτουργία της οικονομίας. Όμως αν ακόμη και ο μη ειδικός σκεφτεί το πράγμα λίγο παραπάνω, θα καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα.
Τι θα γίνει αν η εστιάτορας αύξανε τις τιμές; Κατά πάσα πιθανότητα, θα μειωνόταν η πελατεία της. Εκτός πια κι αν το φαγητό που προσφέρει είναι τόσο καλό ώστε να γεμίζει το κατάστημα όσο κι αν το χρεώνει, ή εκτός κι αν ένας επαρκής αριθμός καταναλωτών αισθανθεί ότι θέλει να στηρίξει το αγαπημένο του κατάστημα επωμιζόμενος την αύξηση των τιμών - ενδεχόμενα πιθανά, αλλά όχι πολύ - η ιδιοκτήτρια μάλλον θα χάσει, παρά θα αυξήσει τα έσοδά της έτσι.
Άλλωστε, οι τιμές στην αγορά δεν διαμορφώνονται για να καλύψουν το κόστος της παραγωγής, αλλά βάσει του πόσο υπολογίζει ο εκάστοτε επιχειρηματίας (άλλοι καλύτερα, άλλοι χειρότερα) ότι οι πελάτες του είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για το αγαθό ή την υπηρεσία που προσφέρει. Αυτή είναι με άλλα λόγια και η μεγάλη, η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στην αντικειμενική/εργασιακή θεωρία της αξίας που παρήγαγε μεταξύ άλλων και τα σοσιαλιστικά οικονομικά, και στην υποκειμενική θεωρία της αξίας που είναι η βάση του οικονομικού φιλελευθερισμού.
Τι λοιπόν μπορεί να κάνει η ιδιοκτήτρια; Πολλά πράγματα, ανάλογα με την απολύτως συγκεκριμένη γνώση που έχει για τους πελάτες της και τον κλάδο της. Θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές αν έβλεπε ότι αυτό το σηκώνει η συγκυρία. Θα μπορούσε να τις κρατήσει στα ίδια επίπεδα και να προσπαθήσει να μειώσει τα κόστη της - μειώνοντας προσωρινά το προσωπικό της, ή βάζοντας στο μενού δημοφιλή πιάτα με μεγάλο περιθώριο κέρδους. Θα μπορούσε να μειώσει τις τιμές της και να προσφέρει υπηρεσίες takeaway. Ένα όμως είναι σίγουρο: δεν μπορεί να ανεβοκατεβάζει τις τιμές της με μοναδικό γνώμονα το δικό της κόστος. Οι τιμές, παρά τις πάμπολλες προσπάθειες για το αντίθετο, εντέλει ορίζονται από το όφελος που υποκειμενικά ο καθένας μας θεωρεί ότι αποκομίζει από το εκάστοτε προϊόν ή την υπηρεσία. Κι αυτό δεν αλλάζει.