Του Αλέξανδρου Σκούρα
Σήμερα θα μιλήσουμε για έναν πολιτικό που εξελέγει θριαμβευτικά στη χώρα του μετά από μία περίοδο διακυβέρνησης ακραίων λαϊκιστών που παραλίγο να την χρεοκοπήσουν. Ο πολιτικός αυτός, αμέσως μετά την εκλογή του, χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως το αντίδοτο στον λαϊκισμό, με μία μετριοπαθή κεντροδεξιά κυβέρνηση που υποσχέθηκε να επαναφέρει τη χώρα του στην κανονικότητα, να μειώσει τη φορολογία, να κάνει μεταρρυθμίσεις, και να περιορίσει τα ελλείμματα και το χρέος. Όχι, δεν αναφερόμαστε στον πρωθυπουργό της Ελλάδας Κυριάκο Μητσοτάκη αλλά στον κατά τα φαινόμενα απερχόμενο πρόεδρο της Αργεντινής, Μαουρίσιο Μάκρι.
Ο πρόεδρος της Αργεντινής εκλέχθηκε σε μία όχι και τόσο ξένη προς εμάς περίοδο. Μετά από μία μακρά θητεία των αριστερών λαϊκιστών, κλήθηκε να μειώσει τον πληθωρισμό, να χαμηλώσει τη φορολογία, και να περιορίσει τις κρατικές δαπάνες προκειμένου να γίνει καλύτερα διαχειρίσιμο το χρέος της χώρας του. Όπως γράφει και ο αναλυτής του Cato Institute Χουάν Κάρλος Χιντάλγκο, το έργο ήταν δύσκολο αλλά η αποτυχία χρεώνεται αποκλειστικά στον ίδιο τον Μάκρι. Αντί να χρησιμοποιήσει το πολιτικό κεφάλαιο της εκλογής του για να κάνει δομικές μεταρρυθμίσεις, ο Μάκρι επέλεξε να κινηθεί σταδιακά, δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στις δημοσκοπήσεις παρά στο κυβερνητικό του έργο. Τελικά, όπως ήταν αναμενόμενο, η στρατηγική αυτή έκανε τους περονιστές αντιπάλους του αδιαφιλονίκητα φαβορί για τις προεδρικές εκλογές της 27ης Οκτωβρίου. Ο τελικός απολογισμός του Μάκρι βρίσκει τον πληθωρισμό και το χρέος μεγαλύτερο από ότι παρέλαβε, τις κρατικές δαπάνες έναντι του ΑΕΠ σταθερές στο 47,1%, και τη χώρα του φορτωμένη με ένα νέο “μνημόνιο” από το ΔΝΤ. Μπορεί στα λόγια ο πρόεδρος της αγαπημένης ποδοσφαιρομάνας χώρας του ταγκό να τα έλεγε τα σωστά πράγματα, όμως στο δια ταύτα απέτυχε παταγωδώς. Τα αποτελέσματα των προκριματικών εκλογών της Κυριακής που μας πέρασε, που πραγματοποιούνται προκειμένου να μειωθεί ο αριθμός των υποψηφίων στις προεδρικές εκλογές, ήταν αποκαλυπτικά με τον Μάκρι να συγκεντρώνει το 32% των ψήφων και τον περονιστή Φερνάντεζ το 47%.
Σήμερα, μπορεί οι απανταχού νεοδημοκράτες να αισθάνονται, σε μεγάλο βαθμό δικαίως, ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη μας θύμισε πως είναι μία κανονική, σοβαρή και θεσμικά υπεύθυνη κυβέρνηση, όμως αυτές οι 40 πρώτες μέρες της διακυβέρνησης Μητσοτάκη δεν είναι τίποτα παραπάνω από το 2% της θητείας της. Μπορεί αυτή τη στιγμή οι συνθήκες να είναι ευνοϊκές, με την οικονομία σε σχετική σταθερότητα, τα διεθνή μέσα ενημέρωσης να δείχνουν μία θετική προδιάθεση αντιμετώπισης, και τις αγορές να δηλώνουν την εμπιστοσύνη τους προς την κυβέρνηση, όμως το ζητούμενο είναι το υπόλοιπο 98%. Όμως, αυτές οι συνθήκες μπορεί να αλλάξουν πολύ γρήγορα. Στις ΗΠΑ έχουν ήδη ξεκινήσει οι πρώτοι ψίθυροι περί επικείμενης ύφεσης, οι αγορές όπως έχουμε δει και στο παρελθόν παρακολουθούν πολύ στενά τα δημοσιονομικά μας και η παραμικρή οπισθοχώρηση στη δημοσιονομική πειθαρχία μπορεί να καταστρέψει ότι ξεκίνησε στον τομέα αυτό να χτίζει ο ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίζει σήμερα η ΝΔ.
Η Αργεντινή και η Λατινική Αμερική γενικότερα βρίσκονται στην άλλη άκρη του κόσμου, όμως οι ομοιότητες με την Ελλάδα είναι συχνές. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας οφείλει να μελετήσει την περίπτωση Μάκρι διότι αν δεν πραγματοποιήσει γρήγορα τις δομικές μεταρρυθμίσεις που υποσχέθηκε προεκλογικά στον τρόπο λειτουργίας του κράτους, δεν μειώσει ουσιαστικά τη φορολογία και δεν περιορίσει τις κρατικές δαπάνες, μπορεί αυτό να είναι το μέλλον της.