Ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει κατηγορηθεί για πολλά: τοξικότητα, λαϊκισμό, αναπαραγωγή ψευδών ειδήσεων, αλαζονική συμπεριφορά κ.α. Όλα αυτά έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: απευθύνονται στο εσωτερικό της Αμερικής. Το χαρακτηριστικό όμως εκείνο το οποίο είναι βαθιά ανησυχητικό για τον ρόλο της μεγαλύτερης και σημαντικότερης δημοκρατίας του πλανήτη στην τήρηση των κανόνων που διέπουν την διεθνή κοινότητα, είναι η στάση του απέναντι στο διεθνές δίκαιο.
Είναι γνωστό ότι ο Τραμπ δεν σέβεται την πολυμερή διπλωματία, τους διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς. Προτιμά να συνάπτει προσωπικές συμφωνίες ως επιχειρηματίας παραβλέποντας ή, κάποιες φορές, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο και τους κατεξοχήν αρμοδίους τήρησής του όπως ο ΟΗΕ. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η αποχώρηση των ΗΠΑ από τον ΠΟΥ, την Συμφωνία των Παρισίων, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (UNHRC), την UNESCO, την Συμφωνία για τα Πυρηνικά του Ιράν και την Συνθήκη για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μεσαίας Εμβέλειας.
Η αποχώρηση από τους ανωτέρω οργανισμούς και συμφωνίες είναι προβληματική για την εύρυθμη λειτουργία του διεθνούς συστήματος, μιας και οι ΗΠΑ παραμένουν η μοναδική παγκόσμια Υπερδύναμη, όμως δεν συγκρίνονται με τις, επικίνδυνες κατ’ εμέ, κάτωθι αποφάσεις:
Η απόφαση Τραμπ να παραβλέψει εντελώς τις αρχές που διέπουν το διεθνές διακρατικό σύστημα, τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, καθώς και τις ίδιες τις αρχές της Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών είναι άκρως προβληματικές. Φυσικά, ο μη σεβασμός των διεθνών θεσμών δεν ξεκίνησε με τον Τραμπ. Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ αγνοούν το διεθνές δίκαιο σε τέτοιο βαθμό.
Πιο συγκεκριμένα, ο Τραμπ αναγνώρισε την κυριαρχία του Μαρόκου στην Δυτική Σαχάρα, του Ισραήλ στα Υψίπεδα του Γκολάν, καθώς και την επέκταση των εποικισμών στην Δυτική Όχθη. Βεβαίως, με τον τρόπο αυτόν ο Τραμπ εξυπηρέτησε τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής και ενίσχυσε ουσιαστικώς τους στρατηγικούς του συμμάχους. Απομόνωσε περαιτέρω το εχθρικό Ιράν, συμφιλίωσε Άραβες και Ισραηλινούς και δημιούργησε μια νέα περιφερειακή πραγματικότητα η οποία, κακά τα ψέματα, εξυπηρετεί και τα ελληνικά συμφέροντα καθώς ενισχύονται οι νέοι εταίροι των Αθηνών όπως το Ισραήλ και τα Εμιράτα. Εντούτοις, οι κινήσεις του Τραμπ παραβιάζουν φανερώς το διεθνές δίκαιο και τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας στο οποίο οι ΗΠΑ αποτελούν το ένα εκ των πέντε μόνιμων μελών.
Τι μας δείχνει η πολιτική Τραμπ; Ότι για να πετύχει αυτό που επιθυμεί, δεν θα διστάσει να αγνοήσει παντελώς το διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς θεσμούς. Αυτό μπορεί ενδεχομένως να πλήξει και τα ελληνικά συμφέροντα. Η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό, καλώς ή κακώς, στο διεθνές δίκαιο. Η Ελλάδα προσπαθεί διαχρονικά να πείσει τους εταίρους της ότι οι πολίτικες της Τουρκίας πρέπει να καταδικαστούν διότι παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο. Το δόγμα Τραμπ καθιστά την πολιτική μας εκ των πραγμάτων ακόμη πιο αναποτελεσματική απ’ ότι ήδη είναι. Και αυτό φάνηκε στην πράξη: η αντίδραση των εταίρων μας, Ευρωπαίων και Αμερικανών, στην φιέστα Ερντογάν-Τατάρ στα Βαρώσια δεν ήταν αυτή που θέλαμε. Η αναγνώριση, μάλιστα, των κατεχόμενων εδαφών στα ανωτέρω παραδείγματα (Δυτική Σαχάρα, Γκολάν) ως τμήματος των χωρών που παρανόμως τα κατέχουν μπορεί να αποτελέσει ένα επικίνδυνο προηγούμενο για την περίπτωση της Κύπρου, τουλάχιστον όσον αφορά στην ρητορική της Τουρκίας.
Ο Τραμπ αδυνατεί να κατανοήσει ότι η συμπεριφορά των ΗΠΑ επηρεάζει και τις αποφάσεις και δράσεις των άλλων κρατών. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να πετύχει την σύναψη των συμφωνιών που αυτός θέλει. Ο Μπάιντεν από την άλλη, είναι ένας κλασικός Αμερικανός πολιτικός ο οποίος ενδιαφέρεται για τον ρόλο των ΗΠΑ ως της χώρας η οποία ηγείται των κρατών που σέβονται και προστατεύουν το διεθνές δίκαιο, την δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Επομένως, οι ΗΠΑ θα επανέλθουν, όπως όλα δείχνουν, στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου τουλάχιστον όσον αφορά στην διατήρηση των υφιστάμενων de jure συνόρων και στη μη αναγνώριση κατεχόμενων εδαφών ως τμήματος του κατοχικού κράτους. Η ρεαλιστική σχολή των διεθνών σχέσεων θεωρεί ασήμαντο τον ρόλο των διεθνών θεσμών και δίνει βάση στην ισχύ. Ωστόσο, η στάση της μοναδικής Υπερδύναμης, των ΗΠΑ, απέναντι στο διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς θεσμούς επηρεάζει την ειρήνη και σταθερότητα στις διάφορες «προβληματικές» περιοχές του πλανήτη, καθώς και τα συμφέροντα της Ελλάδας η οποία έχει επιλέξει έναν πιο φιλελεύθερο (με την διεθνολογική έννοια) δρόμο ο οποίος βασίζεται κυρίως στο διεθνές δίκαιο.