Είναι οι πνεύμονες της Γης. Τα δάση, το κυρίαρχο επίγειο οικοσύστημα, αντιπροσωπεύουν το 75% της ακαθάριστης πρωτογενούς παραγωγής της βιόσφαιρας και περιέχουν το 80% της φυτικής βιομάζας του πλανήτη μας. Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ότι η αυξανόμενη αστικοποίηση και η αποψίλωση των δέντρων για να δημιουργηθούν νέες καλλιεργήσιμες εκτάσεις αποτελούν τον μεγαλύτερο εχθρό τους.
Ωστόσο, απ' ό,τι φαίνεται, αυτά δεν είναι τα μόνα προβλήματα. Τα δάση κονταίνουν, καθώς οι συνεχιζόμενες περιβαλλοντικές αλλαγές μεταμορφώνουν τα δέντρα.
Παγκόσμια μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο τεύχος της επιστημονικής επιθεώρησης «Science» στις 29 Μαΐου, διαπιστώνει ότι η άνοδος της θερμοκρασίας και των επιπέδων του διοξειδίου του άνθρακα έχουν αλλάξει τα δάση, ασκώντας αυξημένο στρες στα νέα φυτά. Σε συνδυασμό με την αύξηση της συχνότητας και της σοβαρότητας διαταραχών όπως οι πυρκαγιές και η ξηρασία, η Γη οδηγείται σε δραματική μείωση στην ηλικία και το ύψος των δασών.
Ερευνητική ομάδα με επικεφαλής το Εθνικό Εργαστήριο Pacific Northwest του υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ διαπιστώνει ότι τις επόμενες δεκαετίες η Γη θα είναι ένας πλανήτης με λιγότερα μεγάλα, παλιά δάση. Και θα είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν που έχουμε συνηθίσει, αφού τα παλαιότερα δάση φιλοξενούν μεγαλύτερη βιοποικιλότητα και αποθηκεύουν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από τα νεαρά.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δορυφορικές εικόνες μαζί με μια λεπτομερή βιβλιογραφική ανασκόπηση, για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο παγκόσμιος μέσος όρος μεγέθους των δέντρων έχει μειωθεί τον τελευταίο αιώνα και είναι πιθανό να συνεχίσει να μειώνεται λόγω των ασφυκτικών περιβαλλοντικών αλλαγών.
Οι παράγοντες που έχουν μεταμορφώσει τη φυσιογνωμία των δασών είναι αρκετοί. Ωστόσο, τρεις από αυτούς έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο: η αποψίλωση, οι πυρκαγιές και οι ασθένειες. Το αποτέλεσμα; Τα δάση δεν προλαβαίνουν να ανανεωθούν από τα συνεχή πλήγματα και τα νέα δέντρα δεν έχουν τον χρόνο να ωριμάσουν και να φτάσουν στο μέγεθος των προγόνων τους. Ενα ώριμο δέντρο που ζούσε το 1900 μπορεί να μετρούσε τρεις εκατονταετίες ζωής, ενώ ο απόγονός του στο τέλος του 20ού αιώνα δεν ήταν πάνω από 100 ετών.
Αδύναμη φωτοσύνθεση
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η θνησιμότητα των δασών αυξάνεται στις περισσότερες περιοχές του κόσμου, οδηγώντας σε ξεκάθαρη μείωση του μεγέθους των δέντρων. Το πρόβλημα καθίσταται ακόμα πιο έντονο από το γεγονός ότι οι παράγοντες θνησιμότητας, όπως η αύξηση της θερμοκρασίας, οι πυρκαγιές και οι ασθένειες, αυξάνονται και αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται τον επόμενο αιώνα.
Τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα έχουν αυξηθεί δραματικά από τη Βιομηχανική Επανάσταση και δεν προβλέπεται ριζική μεταβολή αυτής της τάσης τις επόμενες δεκαετίες. Αν και θεωρητικά τα υψηλότερα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα μπορούν να αυξήσουν τον ρυθμό ανάπτυξης ενός δέντρου και την παραγωγή σπόρων, αυτό συμβαίνει μόνο σε εδάφη με άφθονα θρεπτικά συστατικά και νερό. Τα περισσότερα δάση παγκοσμίως εκτίθενται σε περιορισμούς σε θρεπτικά συστατικά και νερό, γεγονός που μειώνει δραστικά τα οφέλη του διοξειδίου του άνθρακα στα δέντρα.
Παράλληλα, η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας περιορίζει την αποτελεσματικότητα της φωτοσύνθεσης, οδηγώντας σε χαμηλότερη ανάπτυξη, υψηλότερη θνησιμότητα και μειωμένη αναγέννηση των δασών, σύμφωνα με τη μελέτη.
Αντίστοιχες δραματικές επιπτώσεις έχουν και οι δασικές πυρκαγιές. Μάλιστα, οι μελλοντικές πυρκαγιές αναμένεται να είναι πιο συχνές απ' ό,τι τα τελευταία 10.000 χρόνια, ενώ σε συνδυασμό με τις διαταραχές της βιοτικής αποψίλωσης, από έντομα και μύκητες, θα επιφέρουν περαιτέρω μείωση στο μέγεθος των νέων δέντρων.
Οξυγόνο και διοξείδιο
Μικρότερα δέντρα σημαίνει λιγότερο οξυγόνο και περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα; Οχι ακριβώς. Και αυτό γιατί τουλάχιστον όσον αφορά το οξυγόνο είμαστε εξασφαλισμένοι, αφού η ποσότητα που υπάρχει στην ατμόσφαιρα της Γης είναι τόσο μεγάλη που ουσιαστικά το καθιστά ανεξάντλητο.
Συγκεκριμένα, έχει υπολογιστεί ότι ακόμα και εάν χάναμε ολόκληρο το τροπικό δάσος του Αμαζονίου, το σύνολο του οξυγόνου στην ατμόσφαιρα, το οποίο υπολογίζεται σε 1,2 εκατομμύριο γιγατόνους, θα ελαττωνόταν, κατά πολύ λιγότερο από 1%. Μάλιστα, από το 1990 τα επίπεδα οξυγόνου στην ατμόσφαιρα έχουν μειωθεί μόλις κατά 0,005%, ποσοστό που μπορεί να είναι ακόμα και στατιστικό λάθος.
Ωστόσο, τα πράγματα με το διοξείδιο του άνθρακα είναι τελείως διαφορετικά, καθώς στη συγκεκριμένη περίπτωση τα δάση είναι πραγματικοί σπόγγοι απορρόφησης και κατακράτησης CO2. Για παράδειγμα, το 2018 τα δάση αιχμαλώτισαν μέσω της φωτοσύνθεσης το 30% από τα 37,1 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα που απελευθερώθηκαν στην ατμόσφαιρα από ανθρωπογενείς δραστηριότητες.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο που κυκλοφόρησε στις 13 Ιουνίου.