Υπάρχει ένα κακό με την αρθρογραφία, ή μάλλον την επιφυλλιδογραφία, αυτά τα σημειώματα τέλος πάντων που προσπαθούμε να σκαρώνουμε εμείς εδώ από τη στήλη, αλλά και πολλοί άλλοι: τα θέματα με τα οποία μάς τροφοδοτεί η επικαιρότητα, μολονότι πολλά, παλιώνουν εύκολα. Για την ακρίβεια, όσο πιο πιπεράτο είναι ένα θέμα, και όσο πιο εμπορικό φαίνεται με μια πρώτη ματιά, τόσο πιο γρήγορα σκορπά στον άνεμο και φεύγει, και χάνεται, σαν φύλλο που το παρασέρνει ο αέρας. Έτσι ακριβώς? αλλά χωρίς τη ρομαντζάδα.
Κάντε αν δεν είναι κόπος ένα πείραμα: καθίστε και σκεφτείτε πέντε από τα μείζονα θέματα των τελευταίων δέκα ημερών. Αυτά που σας απασχόλησαν έντονα, αυτά που κινήθηκαν περισσότερο στα social media, αυτά τέλος πάντων που κατέγραψε με μεγάλα γράμματα η (φευ, τόσο εφήμερη) επικαιρότητα. Σκεφτείτε τα, θυμηθείτε τα και γράψτε τα σε ένα χαρτί. Σας φαίνεται εύκολο; Κακώς. Γιατί δεν είναι. Βασικά, δεν θα βρείτε ούτε ένα. Ή το πολύ-πολύ άντε ένα και μοναδικό: κάτι που έγινε μόλις χθες. Όλα τα άλλα, αυτά τα τρομερά που σας έκαναν (και δικαιολογημένα) να βγείτε από τα ρούχα σας μόλις δυο-τρεις μέρες πριν, σήμερα τα έχετε ξεχάσει: έφυγαν, χάθηκαν, σαν φύλλα που τα παρέσυρε ο άνεμος. Και, ναι, χωρίς καθόλου ρομαντζάδα. Απλώς ξέφτισαν και πάνε.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Καταρχάς γιατί είναι πολλά και αλληλοκαλυπτόμενα. Και γιατί η τέτοιου είδους επικαιρότητα —μιλάμε τώρα για την πολιτική επικαιρότητα, και δη για την κυβερνητική, όχι για τις νέες εκδόσεις, τα καινούργια έργα στο σινεμά και άλλα σοβαρά πράγματα—, η τέτοιου είδους επικαιρότητα, επαναλαμβάνω, τροφοδοτείται διαρκώς, ανά πάσα ώρα και στιγμή, από νέα απίθανα γεγονότα, νέα παλαβά πράγματα που ειπώθηκαν, νέες απίστευτες δηλώσεις που έγιναν, νέα πρόσωπα που μπήκαν με μια πιρουέτα κουτσού ζογκλέρ στην ορχήστρα τού βαριετέ που παρακολουθούμε με το στανιό, μπερδεμένοι όλοι τους και όλα τους σε ένα γαϊτανάκι υπομηδενικής σοβαρότητας.
Τι να πρωτοσυγκρατήσει το έρμο το μυαλό; Και για ποιο λόγο; Θέλω να πω, μπορεί να φάγατε τη μισή σας προηγούμενη Παρασκευή με κάτι που είπε, φέρ' ειπείν, η Μεγαλοοικονόμου (λέω το όνομα απολύτως στην τύχη), αλλά σήμερα το πρωί να είπε κάτι άλλο, ακόμη πιο ευφυές, καλύπτοντας αμέσως με λήθη το προηγούμενο. Ή να είπε, ή να έκανε, κάτι οποιοσδήποτε άλλος από τους συνεταίρους της. Ο θίασος είναι πολυμελής, και με χρυσές εφεδρείες.
Όχι ότι χρειάζονται εφεδρείες βέβαια: ο θιασάρχης αρκεί από μόνος του.
Συγγνώμη, αλλά αυτό είναι μεγάλη αλήθεια — και φυσικά δεν διεκδικώ την πατρότητά της: ο Τσίπρας παράγει, μόνος αυτός, μόνος του και όλοι τους, τόσο πολλά θέματα για συζήτηση και για χαβαλέ, που αν δεν είχε καταστρέψει την Ελλάδα έπρεπε να τσοντάρουμε όλοι για να του βάλουμε αστέρι στη Hollywood Boulevard. Πόσο να κάνει; Σιγά τα λεφτά…
Δηλαδή, σοβαρά τώρα, όταν τα πράγματα αλλάξουν και δούμε ξανά Θεού πρόσωπο, ΘΑ ΤΑ ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΚΑΙ ΘΑ ΓΕΛΑΜΕ, που έλεγε και ο μακαρίτης Ισοβίτης του Αρκά. Θα τα θυμόμαστε όλα αυτά και θα γελάμε. Και δεν θα τα πιστεύουμε.
Ο άνθρωπος αυτός, από μόνος του, είναι ένα σόου. Παράγει περισσότερα ανέκδοτα από όσα μπορούν να μας κάνουν να ξεκαρδιστούμε, και πολύ περισσότερη φαιδρή επικαιρότητα από όση θα σκαρφιζόταν οποιοσδήποτε καλλιτέχνης τής stand-up comedy. Μάλιστα, θα μπορούσε κάλλιστα και να ΔΟΥΛΕΨΕΙ στον χώρο όταν αποσυρθεί. Φτάνει και μόνο το στιλ: και ποιος δεν θα πλήρωνε 20 ευρώ είσοδο με ποτό για να βλέπει στην πίστα τον Τσίπρα χυμένο σε ένα καναπέ, να πίνει φραπέ τρώγοντας ταυτόχρονα φιστίκια, με τα μπατζάκια μαζεμένα και τη μισή γάμπα έξω, και έχοντας απέναντί του κάποιον αρχηγό κράτους, κάποιον πρόεδρο, κάποιον παπά, κάποιον οποιονδήποτε; (Αυτούς θα τους έχουμε μόνο φωτογραφία, μη φανταστείτε καμιά υπερπαραγωγή με σωσίες και μίμους). Νομίζω θα τα δίναμε όλοι.
Όπως επίσης θα πληρώναμε εισιτήριο για να τον ακούμε να μιλάει αγγλικά, όρθιος πίσω από ένα μικρόφωνο, ντυμένος το κουστουμάκι του (αν και εγώ θα πλήρωνα ΤΑ ΔΙΠΛΑΣΙΑ για να τον ακούσω να μιλάει και γαλλικά), πάνω σε δεδομένο, γραπτό κείμενο, όχι από στήθους — μην είμαστε και πλεονέκτες, δεν κάνει. Τι θα λέει; Δεν έχει σημασία. Για τα κακά του νεοφιλελευθερισμού, για μεγάλες φιλοσοφικές αλήθειες, για το πόσο σοσιαλδημοκράτης είναι, ή απλώς απαγγέλλοντας τα ορεκτικά από έναν κατάλογο μαγέρικου. Δεν έχει σημασία. Δεν πάμε για να τον ακούσουμε, πάμε για να χαζεύουμε. Πάμε για να απολαύσουμε το στιλ. Πάμε για να χαρούμε την προφορά, ειδικά στα σίγμα: sch, sss, sz κ.ο.κ. Πάμε για να θαυμάσουμε τη διακύμανση του τόνου και του ύψους της φωνής, το πλούσιο βάθος της, τα ωραία, όλο νόημα λοξοκοιτάγματα, το ανεκτίμητης αξίας σμίξιμο των φρυδιών: αυτό το ξαφνικό συνοφρύωμα που ξεσηκώνει το ακροατήριο.
Καλά θα έκανε να το σκεφτεί, εγώ τού το προτείνω.
Αλλά, για να ξαναγυρίσω —κλείνοντας— στην αρχή: αλήθεια, θυμάστε τι έγινε στην Ελλάδα το τελευταίο δεκαήμερο; Σ' αυτή τη χώρα που σε λίγο θα καταρρεύσει ΞΑΝΑ δημοσιοοικονομικά και θα φτάσει στο σημείο να πουλήσει κάνα Άγιο Όρος για να έχει βενζίνες και φάρμακα; Ή σας έμεινε μόνο ο Σερζ Λατούς; Ή μάλλον, ο κατά Τσίπρα Scherz Larousse; Γιατί, αν σας έμεινε (και δικαιολογημένα) αυτός, έχουμε πρόβλημα. Αν όμως σάς έμειναν η «απο-ανάπτυξη» και η «ολιγαρκής αφθονία», έχετε δίκιο.
Γιατί εκεί το πάνε.
Εκεί το πηγαίνανε από την αρχή.