Η ελληνική οικονομία δεν αναπτύσσεται με τον ρυθμό που θα έπρεπε μετά από μία τόσο δραματική ύφεση, ενώ οι πρόσφατες παροχές που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός κοστίζουν 1% και 1,7% του ΑΕΠ για φέτος και τον επόμενο χρόνο χωρίς να έχει ληφθεί μέριμνα για την αντιστάθμιση του κόστους. Αυτό σημειώνει στο ο Άντριου Κένινχαμ, επικεφαλής ανάλυσης της Capital Economics για την Ευρώπη.
Μιλώντας στο liberal.gr, ο έμπειρος οικονομικός αναλυτής εκτιμά ότι θα είναι πολύ δύσκολο για την οποιαδήποτε κυβέρνηση να επιτύχει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 4% ή 5%, τονίζοντας ωστόσο υπάρχουν μέτρα που μπορούν να τονώσουν την ανάπτυξη από τα σημερινά επίπεδα, όπως για παράδειγμα η μείωση των φορολογικών συντελεστών, η διεύρυνση της φορολογικής βάσης και η εφαρμογή μιας δραστικής λύσης για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων.
Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Μαριόλη
- Πολλοί ασκούν κριτική για τα νέα μέτρα που ανακοίνωσε η ελληνική κυβέρνηση, όχι για τον βραχυπρόθεσμο αλλά για τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπό τους. Πιστεύετε ότι θα επηρεάσουν την ανάπτυξη και είναι αυτός ο κατάλληλος δρόμος για να πάμε μπροστά ή χρειάζονται πιο αναπτυξιακά μέτρα;
Η αύξηση της κατανάλωσης ήδη θεωρούνταν ως ένας από τους βασικούς παράγοντες ανάπτυξης στην Ελλάδα καθώς δέχθηκε ώθηση από την αύξηση του κατώτατου μισθού τον Φεβρουάριο. Όμως τα νέα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση θα υποστηρίξουν ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών.
Οι αλλαγές στις συντάξεις θα ωφελήσουν τους χαμηλοσυνταξιούχους, γεγονός που θα ενισχύσει την καταναλωτική τους ισχύ. Στο μεταξύ, οι μειώσεις στον ΦΠΑ στο ρεύμα, στην εστίαση και σε συγκεκριμένα τρόφιμα συνεπάγεται ότι οι καταναλωτές θα δουν τις τιμές να μειώνονται, που είναι και αυτός ένας παράγοντας που θα έχει θετικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη του 2019.
Δεδομένου τούτου και με το βλέμμα στο μέλλον, τα μέτρα αυτά ενδέχεται όντως να μην λειτουργήσουν αναπτυξιακά. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εφαρμογή του θα κοστίσει 1% και 1,7% του ΑΕΠ φέτος και τον επόμενο χρόνο αντίστοιχα. Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση δεν έχει παρουσίαση μέτρα που θα αντισταθμίζουν αυτό το κόστος στα δημόσια οικονομικά.
Αυτός είναι ο λόγος που οι αγορές ανησυχούν για την ικανότητα της κυβέρνησης να συνεχίσει να επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς στόχους που θέτουν οι πιστωτές. Οι αποδόσεις των ομολόγων έχουν αυξηθεί στον απόηχο των νέων μέτρων.
Αν συνεχίσουν να κινούνται ανοδικά, τότε το δημόσιο χρέος θα γίνει ακόμη περισσότερο μη βιώσιμο. Στο μεταξύ, οι αυξημένες αποδόσεις των ομολόγων ενδέχεται να οδηγήσουν σε αύξηση του κόστους δανεισμού, αποθαρρύνοντας τις δανειοδοτήσεις, επηρεάζοντας έτσι αρνητικά την ανάπτυξη.
- Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάθμισε τις προβλέψεις για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στο 2,2% το 2019 όταν ο αρχικός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης ήταν το 2,5%. Την ίδια ώρα, η Capital Economics προβλέπει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα μεγεθυνθεί κατά 1,5% το 2019, κατά 0,5% το 2020 και κατά 0,7% το 2021. Είναι τελικά καταδικασμένη η ελληνική οικονομία;
Η οικονομία αντιμετωπίζει μία σειρά σοβαρών προβλημάτων όπως η υψηλή ανεργία στους νέους και το ακόμη και σήμερα υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τα προβλήματα αυτά αναμένεται να συνεχίσουν να μαστίζουν την οικονομία και κυρίως όσο θα εξασθενούν οι επιπτώσεις από τα θετικά για τη φετινή ανάπτυξη μέτρα, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο προβλέπουμε ότι η ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί το 2020 και το 2021, εκτός και αν εφαρμοστούν νέα μέτρα που θα δίνουν ώθηση στην ανάπτυξη. Όμως, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι παράλληλα οι ιδιωτικοποιήσεις έχουν «παγώσει» και η πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις έχει επιβραδυνθεί, επιβαρύνοντας σημαντικά τις προοπτικές της οικονομίας.
- Μιλάμε συνεχώς για υψηλή ανάπτυξη, όμως είναι εφικτή; Με άλλα λόγια, ποια πιστεύετε ότι είναι τα μέτρα που μπορεί να εφαρμόσει η επόμενη κυβέρνηση για να επιτύχει ρυθμούς της τάξης του 4% ή 5%;
Δεδομένης της μεγάλης συρρίκνωσης της ελληνικής οικονομίας από το 2008 και μετά (γύρω στο 25%), θα έπρεπε να αναπτύσσεται με πολύ ταχύτερο ρυθμό από τον υφιστάμενο. Υπάρχουν σίγουρα πολιτικές που μπορεί να εφαρμόσει η επόμενη κυβέρνηση για να τονώσει την ανάπτυξη αλλά είναι απίθανο να φτάσει το 4% ή 5%.
Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να βελτιωθεί ο ρυθμός απορρόφησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων για να τονωθούν οι δημόσιες επενδύσεις. Θα μπορούσε, επίσης, να μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές, ειδικά τη φορολογία στα κέρδη των επιχειρήσεων και να διευρύνει την φορολογική βάση. Παράλληλα, θα μπορούσε να υιοθετήσει ένα σχέδιο για την μείωση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τραπεζικό σύστημα, το οποίο σήμερα είναι τόσο υψηλό που δυσκολεύει πάρα πολύ τον δανεισμό των επιχειρήσεων για να γίνουν επενδύσεις.
- Τι ακριβώς είναι αυτό που βλέπουμε στις αγορές; Έχουν προεξοφλήσει την πιθανότητα πολιτικής αλλαγής στην Ελλάδα;
Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς προεξοφλούν οι αγορές για τις εθνικές εκλογές. Όμως αυτό που σίγουρα γνωρίζουμε είναι ότι οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ενισχύθηκαν εξαιτίας των πρόσφατων ανακοινώσεων για τις παροχές. Επομένως φαίνεται ότι ανεξάρτητα από το κατά πόσο θα υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης, οι αγορές ανησυχούν εξαιτίας των προεκλογικών παροχών.
- Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για μια οικονομία που προσπαθεί να ανακάμψει, όπως η ελληνική, από πιθανή κατάρρευση των διαπραγματεύσεων μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας;
Στην Capital Economics έχουμε υπολογίσει ότι ο παγκόσμιος – και όχι μόνο για την Ελλάδα – αντίκτυπος από πιθανή κατάρρευση των εμπορικών διαπραγματεύσεων μεταξύ ΗΠΑ- Κίνας θα είναι πολύ περιορισμένος. Συνεπώς, για την Ελλάδα οι επιπτώσεις είναι μηδαμινές καθώς οι εξαγωγές αγαθών προς τις ΗΠΑ και την Κίνα μαζί, αντιστοιχούν σε πάρα πολύ μικρό ποσοστό του ΑΕΠ (0,01%) και δεν αναμένεται να επηρεαστούν από την διένεξη των δύο αυτών κρατών.