Ο πρόσφατος τραγικός θάνατος του Κόμπι Μπράιαντ άφησε το στίγμα του στον παγκόσμιο αθλητισμό. Τη μνήμη του και τη συνεισφορά του στον κόσμο του μπάσκετ τίμησαν σχεδόν όλοι οι αθλητές του κόσμου, από το NBA μέχρι και το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο στην Κορινθία. Η απήχηση αυτού του σπουδαίου αθλητή ήταν αναμφισβήτητα τεράστια.
Όμως, ο Κόμπι εκτός από σπάνιο αθλητικό ταλέντο είχε και ένα τεράστιο βάθος ως προσωπικότητα. Μετά από ένα σκάνδαλο ο ίδιος ανέπτυξε τη λεγόμενη Mamba Mentality. Τι είναι αυτή η νοοτροπία που φέρει το όνομα ενός φιδιού; Σύμφωνα με τον ίδιο είναι «ο διαρκής αγώνας για να βρεις απαντήσεις. Είναι αυτή η άπειρη περιέργεια του πως να γίνεις καλύτερος, να βρεις το νόημα. Είναι η νοοτροπία του πηγαίνεις, ανταγωνίζεσαι και δεν σε ενδιαφέρει το τελικό αποτέλεσμα.»
Ο ίδιος, γιος επαγγελματία μπασκετμπολίστα, δεν είχε την τυπική τροχιά του Αμερικάνικου ονείρου. Δεν ήταν από φτωχή οικογένεια ούτε μετανάστης πρώτης ή δεύτερης γενιάς. Όμως, στα 41 χρόνια που έζησε ανάμεσά μας δημιούργησε το δικό του όνειρο το οποίο και έζησε με έναν εντυπωσιακό τρόπο. Από μικρό παιδί ονειρευόταν να πάιξει στους Λέικερς του Λος Άντζελες. Όχι μόνο το κατάφερε, αλλά τελικά έπαιξε μόνο για αυτή την ομάδα ως επαγγελματίας. Οι δύο φανέλες που φόρεσε, με το νούμερο 24 και το νούμερο 8, αποσύρθηκαν προς τιμήν του όταν κρέμασε τα μπασκετικά του παπούτσια. Όμως, αν ο Κόμπι ήταν μόνο αθλητής δεν θα υπήρχε λόγος να γραφτεί άρθρο γνώμης εδώ, στο Liberal.
Ο Κόμπι πέρα από σπουδαίος αθλητής υπήρξε μία μηχανή παραγωγής σοφίας, ανήκουστης για την ηλικία και το επάγγελμά του. Ένα υπέροχο παράδειγμα αυτής της σοφίας ήταν το γράμμα που έγραψε προς τον 17χρονο εαυτό του μετά τη λήξη της αθλητικής του καριέρας. Πίσω από αυτό το γράμμα κρύβονται οι ενδοοικογενειακές εντάσεις και τσακωμοί με τους γονείς και τις αδερφές του που ήρθαν ως συνέπεια της μεγάλης του επιτυχίας. Ο Κόμπι προειδοποιεί τον έφηβο εαυτό του «Όταν αύριο γίνει πραγματικότητα το όνειρό σου με τους Λέικερς, θα πρέπει να καταλάβεις τον τρόπο που θα επενδύσεις στο μέλλον της οικογένειας και των παιδιών σου. Αυτό ακούγεται απλό και πολύ εύκολο, αλλά πάρε λίγο χρόνο για να το σκεφτείς περισσότερο. Είπα ΕΠΕΝΔΥΣΕ. Δεν είπα ΔΩΣΕ. Άσε με να σου εξηγήσω. Καθαρά το να δίνεις υλικά πράγματα στους αδελφούς και τους φίλους σου μπορεί να ακούγεται ως μία σωστή απόφαση. Τους αγαπάς και είναι πάντα δίπλα σου όταν μεγαλώνεις, γι’ αυτό είναι σωστό να μοιράζονται την επιτυχία σου και ό,τι άλλο έρχεται. Γι’ αυτό, τους παίρνεις ένα αυτοκίνητο, ένα μεγάλο σπίτι, πληρώνεις τους λογαριασμούς τους. Θέλεις να ζουν μία όμορφη και άνετη ζωή, έτσι; Αλλά θα έρθει η ημέρα που θα καταλάβεις πως όσο πίστευες ότι έκανες το σωστό, ουσιαστικά τους κρατούσες σε απόσταση.» (μετάφραση news247.gr)
Το μάθημα αυτό προσπαθούν εδώ και χρόνια να το εφαρμόσουν στην πολιτική οι φιλελεύθεροι. Όταν ζητάμε μικρότερο κράτος πρόνοιας δεν το ζητάμε επειδή θέλουμε οι φτωχοί να γίνουν φτωχότεροι αλλά το ακριβώς αντίθετο. Θέλουμε να υπάρχουν οι συνθήκες ώστε οι φτωχοί όχι μόνο να γίνουν πλουσιότεροι αλλά να το κάνουν αυτό απολαμβάνοντας τη χαρά, τη δημιουργικότητα, και την τιμή της εργασίας. Όταν οι φιλελεύθεροι λένε ότι η παροχή ξένης βοήθειας στον αναπτυσσόμενο κόσμο έχει σημαντικότατες απρόθετες συνέπειες που κάνουν τη μακροπρόθεσμη προοπτική ανάπτυξης των φτωχών χωρών δυσκολότερη, εννοούμε ακριβώς αυτό που είπε ο Κόμπι. Είναι προτιμότερη η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο παρά η ελεημοσύνη των πλουσίων προς τους φτωχούς.
Η διαφορά του δίνω από το επενδύω είναι τεράστια. Όταν δίνεις κάτι σε κάποιον, σταθερά και προβλέψιμα, χωρίς να περιμένεις αντίκρισμα, δημιουργείς εξάρτηση – δεν απελευθερώνεις. Όταν όμως επενδύεις πάνω στους συνανθρώπους σου, είτε αυτή η επένδυση αφορά την εργασία, είτε αφορά κάποια επιχειρηματική δραστηριότητα, τους βοηθάς να σπάσουν τα δεσμά τους και να σχεδιάσουν μόνοι τους το μέλλον τους.
Δουλειά του κράτους λοιπόν, σε μία φιλελεύθερη κοινωνία, είναι να διευκολύνει όσο περισσότερο γίνεται τις επενδύσεις και να μειώσει την ανάγκη για εξαρτήσεις.