Το μανιφέστο - παρωδία του ΣΥΡΙΖΑ και η πρόσκληση προς την ακροδεξιά

Το άρθρο / κείμενο / διακήρυξη που συνέταξε ο προσωπικός φίλος του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με τον εκπρόσωπο του πρώην βαθέως ΠΑΣΟΚ, εκπροσωπώντας την κυρίαρχη προεδρική ομάδα ΣΥΡΙΖΑ, υποτίθεται ότι δίνει την εκκίνηση στα πλαίσια του συνεδριακού διαλόγου. Και παρ’ όλο που αποτελεί αναμάσηση και συρραφή παλαιών θέσεων, πρέπει να αναλυθεί.

Διότι μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω της ανακοίνωσης του για την ίδρυση του συριζαϊκού think tank, να προσπάθησε να φανεί πιο σύγχρονος, πιο μοντέρνος και πιο προσγειωμένος στην πραγματικότητα και στις επιταγές της εποχής, ωστόσο το κυρίαρχο προεδρικό περιβάλλον, πιστοποιεί με το άρθρο του αυτό, τον σκληροπυρηνικό εξουσιολάγνο χαρακτήρα του κόμματος του.

Ήδη από τις πρώτες γραμμές της διακήρυξης, εμφανίζεται με τον πλέον ηχηρό τρόπο, η στρατηγική που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ με τη δημιουργία κλίματος αντίδρασης, αναταραχής και δυσαρέσκειας, μέσα από το οποίο να αλιεύει ευκολότερα ψήφους. Και το λέει ανοικτά. Ότι επιθυμεί να μετατρέψει τη «γενικευμένη δυσαρέσκεια σε ενεργό πολιτικό ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ» και μάλιστα «δίχως ολιγωρία, αφού ελλοχεύει ο κίνδυνος μέρος του πληττόμενου λαού μας να εκφραστεί ξανά μέσα από δήθεν αντισυστημικά μορφώματα της πλήρους ελεγχόμενης ακροδεξιάς».

Με τη λογική του πωλητή καρπουζιών, που όλα τα σφάζει και όλα τα μαχαιρώνει, στο όνομα της δυσαρέσκειας ο ΣΥΡΙΖΑ αγκαλιάζει και προσκαλεί τους πάντες και τα πάντα. Ακόμα και τα αντισυστημικά μορφώματα της ακροδεξιάς. Στα οποία, μπορεί να απευθυνθεί κάλλιστα μέσω των στελεχών του, που επιλέγουν τη χυδαία και γεμάτη μίσος και λαϊκισμό ρητορική τους.

Πιστοποιώντας αυτό, που όλοι γνωρίζουμε. Ότι ο Σύριζα είναι ένα εθνολαϊκίστικο συνονθύλευμα και τίποτα παραπάνω. Χωρίς αρχές, χωρίς «πιστεύω», χωρίς ιδεολογίες, χωρίς προτάσεις. Ο μόνος συνεκτικός ιστός του Σύριζα, είναι ο στόχος της επιστροφής στην εξουσία. Και για αυτήν την επιστροφή θα κάνει τα πάντα.

Ωστόσο, σήμερα στην Ελλάδα καταγράφεται, ότι η έντονη συλλογική διάθεση για ομαλότητα, σταθερότητα και προκοπή, είναι ισχυρότερη από τα ιδεοληπτικά κίνητρα, την κοινωνική αναταραχή και τη μανία για διαρκείς ρίξεις και ανατροπές. Οπότε ο Σύριζα παράλληλα με την υπερπροσπάθεια δημιουργίας συνθηκών δυσαρέσκειας, προσπαθεί να εκφράσει και έναν πολιτικό λόγο σχετικό με το παρόν και το μέλλον της χώρας.

Κατά πρώτον, μέσα στο κείμενο τους τα πρωτοκλασάτα στελέχη της πρώην κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, προσπαθούν να αποτινάξουν από πάνω τους τις ευθύνες της εγκληματικής διακυβέρνησης τους. Θέλουν η νέα κυβερνητική πρόταση τους, να αποτελέσει «το τέλος των πολιτικών και των απόνερων των μνημονιακών προγραμμάτων».

Θέλουν να πείσουν τους πολίτες ότι οι «πολιτικές που επιβλήθηκαν από τους θεσμούς και αναγκαστήκαν να εφαρμόσουν δεν εφάπτονται με τις αρχές, τις αξίες και τις θέσεις τους και δεν μπορεί παρά να προσεγγιστούν υπό το φως των εξελίξεων του οικονομικού σοκ αλλά και των μεγαλύτερων δυνατοτήτων άσκησης πολιτικής σε σχέση με την περίοδο των μνημονίων». Χρεώνουν δε τις πολιτικές που άσκησαν, στο νεοφιλελευθερισμό και στα αντικοινωνικά και αντιλαϊκά σχέδια του εξωτερικού καταναγκασμού. Λογική νηπιαγωγείου. Φαίνεται ότι από το 2015 μέχρι και 2019, κυβερνούσαν κάποιοι άλλοι και όχι το πολιτικό δίδυμο Τσίπρα – Καμμένου.

Κατά δεύτερον, διατυπώνουν τις ίδιες μονότονες προεκλογικές εξαγγελίες για δημόσιες παρεμβάσεις στην οικονομία, για δημιουργία δημόσιου πυλώνα στις τράπεζες, για τη δημιουργία «δημοκρατικής και κοινωνικής Αστυνομίας» και για επιλογές που «θα εμβαθύνουν και θα επικαιροποιήσουν την αριστερή ταυτότητα». Και «δίνουν απαντήσεις», στις απόψεις που θεωρούν ότι «διά της κεντρικής εκφώνησης και της συνολικής παρουσίας στη ΔΕΘ το κόμμα απεμπόλησε την αριστερή του ταυτότητα στερούνται οποιασδήποτε βάσης».

Τέλος, πιστοποιώντας ότι ο Σύριζα βρίσκεται σε ένα παράλληλο σύμπαν, οι συντάκτες του «κειμένου αρχών», αναφέρουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραδέχεται ότι από την επόμενη κάλπη, δεν μπορεί ο ίδιος να σχηματίσει κυβέρνηση και «ποιεί την ανάγκη φιλοτιμία και αφήνει την πολιτική πρωτοβουλία στον ΣΥΡΙΖΑ». Και καταλήγουν λέγοντας ότι γνωρίζουν πολύ καλά, ότι απαραίτητη αναγκαία συνθήκη για τη συγκρότηση προοδευτικής διακυβέρνησης είναι η καθαρή πρωτιά του Σύριζα στις επόμενες εκλογές.