Της Μαρίας Χούκλη
Όταν προσγειώθηκαν στη χερσόνησο της Κριμαίας, ο Ρούσβελτ και ο Τσώρτσιλ δεν είχαν ιδέα τι τους περίμενε. Ο στόλος των αυτοκινήτων που θα μετέφερε τους ηγέτες της Δύσης στη Γιάλτα, χρειάστηκε οκτώ ώρες για να φθάσει στον τόπο συνάντηση των Μεγάλων Τριών, οι οποίοι -κατά το κοινώς λεγόμενο- μοίρασαν τον μεταπολεμικό κόσμο.
Οι περιοχές από τις οποίες πέρασαν οι ξένες αντιπροσωπείες έμοιαζαν με πίνακα που θα μπορούσε να είχε ζωγραφίσει ο Ιερώνυμος Μπος. Βομβαρδισμένα κτήρια, ανατιναγμένες δεξαμενές, σαπισμένα κουφάρια ζώων, κατεστραμμένες σιδηροδρομικές γραμμές, ούτε ίχνος από πράσινο χορτάρι. Πίνοντας μια γουλιά από το αγαπημένο του μπράντι, ο Βρετανός πρωθυπουργός φέρεται να είπε στον γραμματέα του: «Δέκα χρόνια να ψάχναμε, δεν θα βρίσκαμε χειρότερο μέρος».
Ο Στάλιν, όμως, φρόντισε να τους αποζημιώσει με την περιποίηση και τη φιλοξενία, τουλάχιστον σε επίπεδο υλικών αγαθών και ανέσεων. Πρώτα, προς τιμήν του βαριά άρρωστου Αμερικανού προέδρου, ονόμασε τον αναπάντεχα -για μήνα Φεβρουάριο- καλό καιρό «Roosevelt weather».
Είχε φροντίσει να δημιουργήσει περιβάλλον χλιδής: επιστρατεύθηκαν σεφ και εργαζόμενοι, πιάτα και μαχαιροπήρουνα από το άλλοτε πολυτελές ξενοδοχείο Livadia Palace, χτίστηκε ένα αρτοποιείο και μονάδα αλιείας, Ρουμάνοι αιχμάλωτοι πολέμου ξαναφυτέψαν τον κήπο του οικήματος, ακριβή επίπλωση συγκεντρώθηκε από όλη την επικράτεια για τα δωμάτια και τους κοινοχρήστους χώρους.
Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην κουζίνα.
Το δείπνο της άφιξης περιλάμβανε εξαιρετικά ψάρια, αρμένικο κεμπάπ και κυνήγι. Γλυκά και φρέσκα φρούτα. Φυσικά άφθονο χαβιάρι, το οποίο -αξίζει να το αναφέρουμε- όφειλε την ύπαρξή του στον πόλεμο κατά τραγική ειρωνεία. Οι σοβιετικοί από την δεκαετία του ''30 σχεδίαζαν να χτίσουν ένα φράγμα στο Βόλγα που θα εμπόδιζε τους οξύρρυγχους να κατέβουν στην Κασπία για να γεννήσουν τα αυγά. Με την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, το φράγμα δεν έγινε και το πολύτιμο ψάρι πήρε παράταση ζωής.
Στα δείπνα της Γιάλτας σερβιρίστηκαν μερικά από τα καλύτερα κρασιά, από το διάσημο οινοποιείο Massandra. Πάλι εξαιτίας του πολέμου. Προέρχονταν από την συλλογή του τελευταίου Ρώσου τσάρου και ήταν πλέον εθνικός θησαυρός. Όταν άρχισαν να πλησιάζουν τα στρατεύματα της Βέρμαχτ στη Μόσχα, οι επιτελείς του Στάλιν τα φυγάδευσαν στην φίλη Κριμαία και τα έσωσαν. Έτσι, Ρούσβελτ και Τσώρτσιλ είχαν την ευκαιρία να γευθούν σπάνιες ποικιλίες ρωσικού οίνου και βότκας που εξίσου έρεε άφθονη.
Για να μην μείνει ανικανοποίητη καμία επιθυμία των δυτικών, γράφτηκε ότι ο Στάλιν είχε «φυτέψει» κοριούς στις κρεβατοκάμαρες των ξένων ηγετών ώστε να μαθαίνει τι θέλουν και να το προσφέρει πριν καν το ζητήσουν. Οι σοβιετικοί φυσικά το αρνούνται, αλλά ο Τσώρτσιλ στα απομνημονεύματά του αναφέρει ότι ένα βράδυ κάποιος επισκέπτης του παραπονέθηκε ότι δεν υπήρχαν τα λεμόνια για το κοκτέιλ του. «Την επομένη» έγραψε ο βρετανός πρωθυπουργός «μια λεμονιά γεμάτη λεμόνια εμφανίστηκε στο διαμέρισμά του». Κάποιο άλλο βράδυ, συνεργάτης του Τσώρτσιλ, που βρισκόταν μέχρι αργά στο δωμάτιο του πρωθυπουργού, παρατήρησε ότι δεν υπήρχαν ψάρια στη δεξαμενή του κτήματος και το άλλο πρωί, το ενυδρείο ήταν γεμάτο χρυσόψαρα!
Τι θέλω να πω. Χωρίς αυτές τις λεπτομέρειες τι θα ήταν η Ιστορία; Δεν γράφεται μόνο με ατέλειωτες διαβουλεύσεις, παζάρια, οικονομικά τιμήματα, υπογραφές, χειραψίες, πούρα και παρα-συμφωνίες στις κουΐντες. Γράφεται με καλό φαγητό και εκλεκτό αλκοόλ. Με χαβιάρι και σαμπάνια, αλλά επίσης με μουσακά, και ισοτονικά ροφήματα. Με προκάτ ευωδιαστούς κήπους που δημιουργήθηκαν από αιχμαλώτους, αλλά επίσης με ράντζα, χημικές τουαλέτες και γερά πορτοφόλια. Είτε ως τραγωδία είτε ως φάρσα, το παρασκήνιο της Ιστορίας έχει ενδιαφέρον.