Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Γράφαμε χθες, σ' αυτή τη σειρά συνήθως ελαφρών σημειωμάτων, για τους ανθρώπους, πολιτικούς, δημοσιολογούντες, χομπίστες και λοιπούς, που «βγαίνουν δημοσίως και λένε στα σοβαρά πως έχουν αναλάβει μία Αποστολή». Αποστολή με άλφα κεφαλαίο. Αφού τους περιλάβαμε καλά-καλά, να πω ότι κι εγώ έχω μία Αποστολή. Επίσης με κεφαλαίο το άλφα. Αυτήν:
Να μην ξεχαστεί ο βρόμικος ρόλος τού ΣΥΡΙΖΑ στο δράμα των προσφύγων.
Δεν είμαι ασφαλώς μόνος σ' αυτό. Δόξα τω Θεώ. Ούτε τα πράγματα είναι δυνατόν να μείνουν ως έχουν όταν ο κυβερνητικός εσμός πάρει την άγουσα σε λίγες ημέρες, μετά από κάποιες αμήχανες χαιρετούρες κατά την τελετή παράδοσης των υπουργείων. Όχι. Και το λέω με πάσα βεβαιότητα. Βασικά, αν θα μπορούσα να στοιχηματίσω σε κάτι, με σιγουριά ότι θα κερδίσω το στοίχημα, είναι ότι ειδικά για τη διαχείριση του Μεταναστευτικού/Προσφυγικού, θα αναζητηθούν ευθύνες, θα βρεθούν οι ένοχοι και θα αποδοθεί δικαιοσύνη.
Για τα άλλα όλα, δεν ξέρω. Και δεν με νοιάζει κιόλας. Προτιμώ την απαξίωση των ανθρώπων που συρρίκνωσαν την Ελλάδα αυτά τα χρόνια, προτιμώ τον πολιτικό τους διασυρμό, παρά την οποιαδήποτε τιμωρία, τα ειδικά δικαστήρια κλπ.
Αλλά το Προσφυγικό είναι άλλο. Είναι άλλο πράγμα. Δεν μετριέται όπως μετριούνται τα λεφτά που έχασε η χώρα, όσα και να 'ναι: 80; 100; 200 δις; Μακάρι να τα έχανε όλα, φτάνει να μην εκμεταλλευόμασταν και να μην ταλαιπωριότανε μέσα στα σύνορά μας ούτε ένας άνθρωπος. Τα δις, τα τρις και τα περιουσιακά στοιχεία της χώρας δεν αξίζουν απολύτως τίποτε αν δεν φροντίζει κανείς τα ιερά του: είναι τενεκέδες. Τενεκέδες με λάδι μεν, αλλά τενεκέδες μια φορά. Και ένα από τα ιερά μιας χώρας είναι οι ικέτες.
Όμως το πράγμα δεν έγινε έτσι. ΚΑΙ εκμεταλλευτήκαμε τους πρόσφυγες, ΚΑΙ τους κάναμε τη ζωή ακόμη πιο Κόλαση από όσο ήδη ήταν. Και το πράγμα βέβαια —αυτή είναι η δική μου Αποστολή, αυτό είναι το δικό μου Δεν Ξεχνώ—, το πράγμα, λέω, δεν ξεκινά από το πώς θάψαμε κάτι χιλιάδες ψυχές στη Μόρια και αλλού. Ξεκινά από την ίδια την πυρηνική υπόσχεση του ΣΥΡΙΖΑ: τη ρήξη με την Ευρώπη.
Ας εξηγηθώ για άλλη μία φορά.
Λέω συχνά για το τι επιπτώσεις θα είχε η απόσχιση της Ελλάδας από τον φυσικό της χώρο. Τα πράγματα δεν θα ήταν όμορφα. Α, όχι, λυπάμαι. Δεν θα αλλάζαμε νόμισμα τη μία μέρα, και θα πηγαίναμε στη δουλειά και στα σχολεία την επομένη σιγοσφυρίζοντας Λοΐζο και Μίκη. Βασικά, δεν θα υπήρχαν πια δουλειές, και δεν θα ήταν ανοιχτά τα σχολεία. Για την ακρίβεια, όχι απλώς δεν θα υπήρχαν δουλειές και δεν θα ήταν ανοιχτά τα σχολεία, αλλά θα οδηγούμασταν όσο να πεις κίμινο σε καταστάσεις Mad Max. Μία χώρα σαν τη δική μας, πλούσια, πάμπλουτη, καλομαθημένη, καλοζωισμένη, δεν θα άντεχε ούτε 48 ώρες μία κατάσταση με δελτία τροφίμων, με βενζίνη μόνο για τα περιπολικά και τα ΡΕΟ, ή χωρίς ίντερνετ. Θα διαλυόταν μέσα σε κάτι ώρες. Καμία επισιτιστική-ανθρωπιστική βοήθεια —που είχε ΗΔΗ σχεδιαστεί από τους συμμάχους μας— δεν θα έσωζε την κατάσταση. Χωρίς τον στρατό στους δρόμους, και με δεδομένη τη δύναμη πυρός που διαθέτει το οργανωμένο έγκλημα στην Ελλάδα, οι πόλεις θα καίγονταν. Και φυσικά ούτε καν ο στρατός θα έσωζε καμιά κατάσταση — παρά τους ισχυρισμούς του βοναπαρτίσκου Καμμένου περί του αντιθέτου, που πρώτος απ' όλους φυσικά θα έφευγε νύχτα για καμιά Βραζιλία, μέσω Μονακό. (Τον φαντάζεστε να παριστάνει τον πολιτικό προϊστάμενο των ενόπλων δυνάμεων σε κατάσταση γενικευμένης εξέγερσης και ανομίας; Εάν ναι, έχετε πολύ ισχυρή φαντασία. Εγώ όχι. Και η φαντασία είναι η δουλειά μου).
Λοιπόν: καλά ώς εδώ; Καλά. Με μία «μικρή» διαφορά. Μια τόση δα διαφορά.
Οι πρώτοι που θα πλήττονταν από τον εσωτερικό πόλεμο, τις συμμορίες και τους πλιατσικολόγους —δεν μιλώ καν για τους αρρώστους και τους λοιπούς αναξιοπαθούντες, για τους οποίους θα φρόντιζε ο Ερυθρός Σταυρός με τις διεθνείς δυνάμεις του, όσους και όσο τέλος πάντων θα μπορούσε να φροντίσει—, οι πρώτοι που θα πλήττονταν δεν θα ήταν άλλοι από τους ξένους μας. Σε μια κοινωνία όπου ακόμη και σήμερα η λέξη «Αλβανός» είναι, αν όχι βρισιά, τουλάχιστον υποτιμητικός χαρακτηρισμός, σε μια κοινωνία φοβική, μίζερη, ψηλομύτα και αμόρφωτη, μια κοινωνία που δεν ξέρει καν ότι ιθαγένεια και υπηκοότητα είναι έννοιες ταυτόσημες απολύτως, μια κοινωνία που πιστεύει τον… Τσίπρα και που θα πίστευε ακόμη και τον Κώστα Πρέκα αν ήταν στη θέση του Τσίπρα, σε μια κοινωνία που έβαλε μια ναζιστική συμμορία ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ ΤΗΣ, σε μια τέτοια κοινωνία οι ξένοι μας, ακόμη και αν γεννήθηκαν εδώ —πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι—, θα ήταν οι πρώτοι στόχοι. (Το «στόχοι» με τη διπλή έννοια της λέξης: τη μεταφορική και την κυριολεκτική). Δεν μιλώ εδώ για το προφανές: ότι οι άνθρωποι αυτοί θα αναγκάζονταν να ξαναξενιτευτούν, και είτε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, είτε να πάνε σε μία άλλη, παρατώντας εδώ τα πάντα, όλο τους το βιος. Μιλώ για τα όσα θα τραβούσαν μέχρι να πάρουν των ομματιών τους. Και δεν βάζω καν στη συνάρτηση τους πρόσφυγες των καταυλισμών…
Αυτά τα προφανή ο Τσίπρας και οι όμοιοί του δεν τα μέτρησαν. Και δεν τα μέτρησαν γιατί δεν τους νοιάζει ο άνθρωπος. Τους νοιάζει η ιδεολογία (ναι, και το κονόμι — αλλά στην περίπτωση της εξουσιαστικής Αριστεράς ιδεολογία και κονόμι είναι ανέκαθεν ένα και το αυτό). Αν σκέφτεσαι by the book of revolution, οι άνθρωποι είναι μόνο στατιστικά νούμερα που περνάν από μπροστά σου — σαν κουνούπια που ενοχλούν έναν εξερευνητή. Μπροστά στον θρίαμβο της Ανθρώπινης Νιότης, μπροστά στην ήττα του καπιταλισμού, τι να σου κάνουν κάποιες παράπλευρες απώλειες;
Λοιπόν, αυτό για μένα προφανώς αρκεί. Αλλά αυτό δεν διώκεται. Ο Τσίπρας ψηφίστηκε ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ για να βγάλει τη χώρα από την Ευρώπη και για να χορεύει ο λαός στις πλατείες — τις πρώτες ώρες τουλάχιστον, γιατί μετά θα απαγορευόταν η κυκλοφορία. Οπότε, ναι: αυτό δεν διώκεται. Όπως επίσης δεν διώκεται και η εργαλειοποίηση των προσφύγων κατά την περίοδο των άθλιων διαπραγματεύσεων με τους εταίρους μας (αλλά και πριν και μετά από αυτούς).
Και κάποια στιγμή, που δεν πιστεύουμε ότι θ' αργήσει, θα μάθουμε ποιοι φάγαν τα λεφτά των λαών της Ευρώπης που προορίζονταν για τους ιερούς ικέτες της Ελλάδας.