Οι άνθρωποι είμαστε ένα πολύ περίεργο είδος. Κάθε άνθρωπος είναι μεν μοναδικός αλλά όλοι μας καταγόμαστε από τους προγόνους εκείνους που κατάφεραν να αναπαραχθούν σε εποχές που η ζωή ήταν δύσκολη, σκληρή και σύντομη. Πρόσφατα άκουσα τον αμερικανό κοινωνικό ψυχολόγο Τζόναθαν Χάιντ να παρουσιάζει εκλαϊκευμένα την αιώνια σύγκρουση του συντηρητικού αρχετύπου με το προοδευτικό. Οι άνθρωποι είναι ένα παμφάγο θηλαστικό και πέρασαν ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας τους έχοντας ως κύρια έγνοια την επιβίωσή τους. Συνοψίζοντας τα διλήμματα που έθεταν οι αντικειμενικές δυσκολίες της προ-ιστορικής επιβίωσης, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο αρχετυπικός συντηρητικός ήταν ο άνθρωπος εκείνος που στην προοπτική δοκιμής ενός νέου φαγητού, ενός νέου καρπού ή ζώου, ήταν αρνητικός ενώ αντίθετα, ο αρχετυπικός προοδευτικός ήταν εκείνος που αποφασίζει να δοκιμάσει.
Η περίεργη αυτή αναγωγή του διπόλου συντηρητισμού και προοδευτισμού σε εξελικτικό φαινόμενο έχει αρκετό ενδιαφέρον γιατί μπορεί να μας δείξει, ειδικά στις μέρες μας όπου η ανθρωπότητα βρίσκεται σε μία μεγάλη δοκιμασία χάρη στην πανδημία, τους κινδύνους και τις προοπτικές που μας επιφυλάσσει το μέλλον. Ένα τέτοιο σημαντικό παράδειγμα μας έρχεται από τον Καναδά, συγκεκριμένα από το πανεπιστήμιο της British Columbia, όπου τρεις ερευνητές (Damian R. Murray, Mark Schaller, Peter Suedfeld) μελέτησαν τα εμπειρικά δεδομένα και κατέληξαν στο ότι η παρουσία μεταδοτικών ασθενειών σε μία περιοχή σχετίζεται σημαντικά με την παρουσία απολυταρχικών κυβερνήσεων.
Ένας πιθανός λόγος που εξηγεί αυτό το ενδιαφέρον εύρημα ενδέχεται να έχει να κάνει με τα δύο αρχέτυπα που συζητήσαμε στην πρώτη παράγραφο. Όταν ζει κανείς σε μία περιοχή που έχει συχνά φαινόμενα μεταδοτικών ασθενειών, το συντηρητικό αρχέτυπο γίνεται ιδιαίτερα ελκυστικό. Οποιοδήποτε μέλος της κοινωνίας ξεφεύγει από τους παραδοσιακούς κανόνες που δοκιμασμένα έχουν επιτρέψει στη συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα να διαιωνίσει την παρουσία της, θέτει σε κίνδυνο το σύνολο και πρέπει να περιοριστεί η δράση του - ακόμα και αν αυτό σημαίνει επιβολή απολυταρχικών μέτρων. Αντίθετα, η προσκόληση σε δοκιμασμένες, παραδοσιακές κοινωνικές συμπεριφορές γίνεται αντιληπτή ως άμυνα έναντι των διαφόρων μεταδοτικών ασθενειών που καραδοκούν. Σε κάποιο βαθμό, η συγκεκριμένη έρευνα ισχυρίζεται ότι οι μεταδοτικές ασθένειες ενεργοποιούν τα συντηρητικά και απολυταρχικά μας ένστικτα.
Ένα τέτοιο συμπέρασμα εγείρει πολύ σημαντικά ερωτήματα για το μέλλον της ανθρωπότητας μετά την πανδημία. Ποια θα είναι η επιρροή του φόβου της μεταδοτικότητας στα πολιτικά ένστικτα της Δύσης μετά τα εμβόλια; Ποια μοντέλα διακυβέρνησης θα αναδειχθούν ως οι ήρωες της εποχής του κορονοϊού και ποια θα χάσουν την αξιοπιστία τους; Ποιο το μέλλον της φιλελεύθερης δημοκρατίας μετά τον κορονοϊό; Η απάντηση βέβαια δεν είναι ήδη προδιαγεγραμμένη.
Ήδη παρατηρούμε τον τρόπο με τον οποίο η Κίνα χρησιμοποιεί διεθνώς την ήπια ισχύ της και εξάρει τις αρετές του δικού της αντιφιλελεύθερου μοντέλου διακυβέρνησης έναντι της αργής και αναποτελεσματικής Δύσης. Παράλληλα, η Ευρώπη δοκιμάζεται και από μία προσφυγική κρίση η οποία επίσης προκαλεί ισχυρά συντηρητικά αντανακλαστικά στις κοινωνίες υποδοχής. Στον αντίποδα, γνωρίζουμε καλά ότι η πανδημία ενδέχεται να ξεκίνησε σε μία απολυταρχική κοινωνία που συντηρούσε απαράδεκτες συνθήκες υγιεινής. Επίσης γνωρίζουμε ότι τα εμβόλια και τα φάρμακα που τόσο πολύ περιμένουμε έχουν ωφεληθεί από την προοδευτικότητα, την καινοτομία και την πολυεθνική συνεργασία.
Ένα καίριο ζήτημα, λοιπόν, που θα πρέπει να μας απασχολήσει τους επόμενους μήνες είναι αφενός η επιφυλακή έναντι μίας πιθανής ανόδου των απολυταρχικών τάσεων εντός των κοινωνιών μας αλλά και η ανάδειξη της ανθεκτικότητας και της επιτυχίας της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αυτή είναι η μάχη που έχουμε μπροστά μας, μετά την υγειονομική που θα μας απασχολήσει (καλώς ερχόντων των πραγμάτων) μόνο για τους επόμενους μήνες.