Θυμήθηκα σήμερα το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Michael Munger από το 2018, όπου κάνει μια διάκριση εξαιρετικά χρήσιμη για την κατανόηση τόσο του αμερικανικού, όσο και του ελληνικού φιλελεύθερου κινήματος.
Ο Munger χωρίζει τους φιλελεύθερους στους “directionals” και τους “destinationists”. Οι πρώτοι εξετάζουν μια πρόταση πολιτικής, μια μεταρρύθμιση, ένα νομοσχέδιο ανάλογα με το αν και το προς τα πού στρίβει το τιμόνι της κοινωνίας, της οικονομίας και των δικαιωμάτων. Αν μια πολιτική ενισχύει την ατομική και οικονομική ελευθερία, ακόμη κι αν δεν είναι 100% φιλελεύθερη, οι “κατευθυντιστές” την αποδέχονται με χαρά.
Οι δεύτεροι, οι “προορισμικοί” αν θέλετε, ενδιαφέρονται περισσότερο για την ιδεολογική καθαρότητα. Δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν εκπτώσεις έναντι του τελικού φιλελεύθερου οράματος της μέγιστης ελευθερίας για όλους. Απορρίπτουν γι’ αυτό οτιδήποτε θεωρήσουν “ημίμετρο” και ασκούν δριμεία κριτική - που συνήθως συνοδεύεται από το διαβόητο “φιλελευθερόμετρο” - στους κατευθυντιστές τους οποίους βλέπουν να νερώνουν το κρασί τους.
Ο Munger φέρνει το παράδειγμα των σχολικών κουπονιών. Ένας προορισμικός μπορεί να απορρίψει αυτή την πολιτική θεωρώντας ότι συνεχίζει να αφήνει στο κράτος πεδία δράσης από τα οποία θα έπρεπε να αποσυρθεί. Ένας κατευθυντιστής πιθανότατα θα επικροτήσει μια τέτοια πολιτική, ιδίως αν αυτή εφαρμοστεί σε μια πρότερη κατάσταση όπως η ελληνική, καθώς ενισχύει ουσιωδώς την ελευθερία των παιδιών και των οικογενειών τους εισάγοντας μεγαλύτερο ανταγωνισμό στην παροχή των εκπαιδευτικών υπηρεσιών.
Όπως θα φαντάζεστε, περισσότερους κατευθυντιστές απ’ ότι προορισμικούς μπορεί να βρει κανείς στα μεγάλα κόμματα που διεκδικούν την εξουσία. Εκεί, οι πρώτοι πιστεύουν ότι μέσα από τον διάλογο με ιδεολογικώς όμορους χώρους, μέσα από διαπραγματεύσεις, συνεργασίες και συμβιβασμούς, αξιοποιώντας και μετακινώντας στο πλαίσιο του δυνατού τα παράθυρα των ευκαιριών, μέσα από βήμα προς βήμα αλλαγές η πορεία προς την ελευθερία θα επιτευχθεί σωρρευτικά και αθροιστικά.
Περισσότερους προορισμικούς απ’ ό,τι κατευθυντιστές θα βρείτε στα πιο ιδεολογικά, μικρότερα κόμματα καθώς και στους μη κομματικούς φορείς της κοινωνίας των πολιτών. Εκεί η μάχη αφορά τη συνολική υιοθέτηση της ιδεολογικής ατζέντας, χωρίς προσμίξεις και συμβιβασμούς, τη διάδοση των αρχών και των αξιών ενός ιδεολογικού χώρου σε όσο γίνεται περισσότερους πολίτες. Το ζητούμενο εδώ δεν είναι τόσο η μεταρρύθμιση, όσο η τελική επανάσταση.
Το ενδιαφέρον είναι ότι παρά την αμοιβαία ένταση ανάμεσα στις δύο αυτές ομάδες - οι προορισμικοί συχνά λένε ξεπουλημένους τους κατευθυντιστές, οι κατευθυντιστές συχνά λένε μουτζαχεντίν τους προορισμικούς - οι μεν είναι όχι μόνο χρήσιμοι, αλλά και απαραίτητοι για τους δε. Κι αυτό γιατί χωρίς την παράλληλη συνολική προώθηση της καθαρής ιδεολογικής ατζέντας, η επιδίωξη επιμέρους αλλαγών γίνεται δύσκολη και χάνει τον προσανατολισμό της, ενώ ταυτόχρονα χωρίς τις επιμέρους αλλαγές προς το καλύτερο, ο αγώνας για την προσέλκυση ολοένα και περισσότερων πολιτών στις ιδεολογικές αρχές γίνεται μάταιος και χιλιαστικός.
Τι από τα δύο είμαι εγώ; Είμαι περισσότερο κατευθυντιστής, αν και όπως οι περισσότεροι φιλελεύθεροι ξεκίνησα προορισμικός. Και κάτω από τη μεγάλη τέντα του φιλελευθερισμού, θέλω στη χώρα μας και οι δύο αυτές ομάδες να συνεχίσουν να διευρύνονται, μπολιάζοντας - έστω και με φιλελευθερόμετρα - την κοινή επιδίωξη της ελευθερίας.