Κανονικά αυτές τις μέρες, μεταξύ των άλλων, θα επιλέγαμε και τα ρούχα που θα φορούσαμε στα εορταστικά μας τραπέζια - κι αυτό για πολλούς άνδρες περιλαμβάνει και τη γραβάτα. Βεβαίως, φέτος ο κορονοϊός έχει αλλάξει τα πράγματα, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι ακόμη και στο δικό μας σπίτι, χωρίς καλεσμένους, οι περισσότεροι δεν θα ντυθούμε τουλάχιστον καλύτερα από τις καθημερινές, έτσι για το καλό.
Η γραβάτα έχει το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να είναι ένα από τα ελάχιστα συστατικά του ανδρικού ντυσίματος που δεν έχει κάποια πρακτική χρήση, με τη λειτουργία της να είναι αποκλειστικά αισθητική.
Κι αυτή η απουσία πρακτικότητας, την καθιστά συχνά έναν σημειολογικό στόχο έναντι εκείνων που θέλουν να απαλλάξουν την κοινωνία από τέτοιου είδους σύμβολα επισημότητας και δήθεν ταξικότητας. Και λέω δήθεν, γιατί παλαιότερα, ας πούμε 100 χρόνια πριν, το να φορέσεις γραβάτα μια μέρα γιορτής ή την Κυριακή στην εκκλησία δεν ήταν ένδειξη ταξική, αλλά τήρησης των άγραφων κανόνων συμπεριφοράς, σχεδόν ανεξαρτήτως κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης.
Έχει τη σημασία του άλλωστε πώς το λεγόμενο επίσημο ντύσιμο έχει ελάχιστα αλλάξει μέσα στα χρόνια, τουλάχιστον αν το συγκρίνουμε με τις αρχές του προηγούμενου αιώνα και πέρα. Είναι μια παράδοση που παρά τις επιθέσεις που δέχεται επιβιώνει, δείχνοντας αν μη τι άλλο ότι μέσα από δοκιμές και λάθη, έχει φτάσει σε μια σχετικά πολύ σταθερή ισορροπία.
Από την άλλη, σημασία έχουν κι αυτές οι δοκιμές και τα λάθη. Όπως κανείς μπορεί να αγοράσει ένα κλασικό ρούχο πριν από δέκα, είκοσι ή τριάντα χρόνια το οποίο θα αποδειχθεί διαχρονικό, έτσι αντιστοίχως μπορεί να πάρει κάτι που του χρόνου δεν θα φοριέται. Η καινοτομία, οι νεωτερισμοί - να μια ωραία λέξη που χάνεται! - οι αμέτρητοι πειραματισμοί μέσα από τους οποίους εντέλει θα εμπλουτιστεί και θα εξελιχθεί αργά αλλά εντοπίσιμα ακόμη και το συντηρητικά κλασικό, είναι η προϋπόθεση της προόδου, ακόμη κι αν κανείς δεν διακρίνει σ’ αυτούς παρά μόνο αχρείαστο θόρυβο.
Αυτή είναι εξάλλου παντού και πάντα η διαδικασία της εξέλιξης, είτε μιλάμε για τη μόδα, είτε για τις μαγειρικές συνταγές, είτε για τις ιδέες, είτε για την ίδια τη ζωή: πολλές και συχνά τυχαίες αλλαγές, από τις οποίες ελάχιστες φτάνουν να εγγραφούν στο επίμονο σώμα της παράδοσης.
Οι φιλελεύθεροι διαθέτουμε τα αναλυτικά εργαλεία για να εκτιμήσουμε και τις δύο αυτές αντίρροπες διαδικασίες - και το “η προκατάληψη είναι η συμπυκνωμένη σοφία των αιώνων” του Έντμουντ Μπερκ, και το “Γιατί δεν είμαι συντηρητικός” του Φρίντριχ Χάγιεκ. Κι ακόμη πιο σημαντικό, διαθέτουμε τα αναλυτικά εργαλεία για να απορρίπτουμε εκείνους που θέλουν να απαλλαγούμε από έναν από τους δύο αυτούς αλληλοσυμπληρωματικούς πυλώνες: τους σκληροπυρηνικούς συντηρητικούς που θέλουν να βάλουν στον γύψο την κοινωνία, αλλά και τους φιλόδοξους επίγονους του Ροβεσπιέρου που νομίζουν ότι κάτι σημαντικό κάνουν όταν αφήνουν τις γραβάτες τους στις ντουλάπες ακόμη και στις πιο επίσημες περιστάσεις - χωρίς να αντιπροτείνουν συνήθως ένα εξίσου καλό αισθητικό αποτέλεσμα.
Καλές γραβάτες λοιπόν σε όσους - ή όσες - το επιλέξουν για το πολύ οικογενειακό φέτος τραπέζι των Χριστουγέννων, και χρόνια πολλά, με υγεία, ευτυχία και ελευθερία!