Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές για την ανάδειξη δημάρχων και τη συγκρότηση τοπικών Αρχών δεν φαίνεται να έχουν, ή ενδεχομένως δεν θα έπρεπε να έχουν σχέση με την κεντρική πολιτική σκηνή και τη διακυβέρνηση του κράτους. Τα προβλήματα των δήμων και των κοινοτήτων είναι εντελώς άλλης τάξεως από αυτά των χωρών ως συνόλων, και δεν συγχέονται. Είναι μάλιστα διακριτά και μεταξύ τους: αλλά περιμένει από έναν δήμαρχο η Αθήνα, άλλα μία κωμόπολη, άλλα τα χωριά. Παρά ταύτα, και μολονότι η Ελλάδα έχει αναδειχτεί πρωταθλήτρια Ευρώπης με τους Πράσινους και Βένετους, ή και Κόκκινους, δημάρχους και κοινοτάρχες της από τη Μεταπολίτευση και δώθε, και παρόλο που πλέον μάθαμε ότι «αλλιώς μαζεύουν τα σκουπίδια οι μνημονιακοί και αλλιώς οι αντιμνημονιακοί δήμαρχοι» (μάθαμε επίσης και πώς το κάνουν αυτοί οι δεύτεροι…), η ίδια η Ευρώπη έχει να μας διδάξει κάτι περισσότερο —και πολύ πιο σοβαρό— από αυτό.
Σε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης με κομουνιστικό παρελθόν και με λαϊκιστικά κόμματα πλέον στην εξουσία, όπως στην Τσεχία ή στην Πολωνία για παράδειγμα, παρατηρείται κάτι άξιο προσοχής και ανάλυσης, που σε λίγο καιρό θα αναδειχτεί από τα μεγάλα Μέσα: οι αυτοδιοικητικές εκλογές φαίνεται να δείχνουν πως τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν. Ας δούμε το πώς, αναφερόμενοι κατ' ανάγκην μόνο στο παράδειγμα της Τσεχίας σήμερα, που είναι μακράν το πιο χαρακτηριστικό (και που το γνωρίζουμε και καλύτερα).
Τη χώρα κυβερνά ένας μεγιστάνας του πλούτου, πρώην σκληροπυρηνικός κομουνιστής και νυν λαϊκιστής ηγέτης με εξαιρετικά θολή πολιτική κατεύθυνση (είναι «λίγο απ' όλα»), εν πολλοίς αποϊδεολογικοποιημένος, που εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή σαν «αντισυστημικός» (καμία έκπληξη εδώ…) και έτοιμος να τα βάλει με τους «διεφθαρμένους πολιτικούς», τις «ελίτ που συστηματικά απεργάζονται το κακό του Λαού» κλπ. κλπ.: η γνωστή σε όλους μας ρητορική των πολιτικών-επιχειρηματιών, είτε με Αριστερό παρελθόν ή προσωπείο, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα, είτε με ακροδεξιό-εθνικιστικό, όπως ο θίασος των ΑΝΕΛ του Καμμένου, είτε με ρατσιστικό-φοβικό όπως ο Τραμπ — αλλά και ένα σωρό άλλοι.
Η ανάρρηση στην εξουσία αυτού τού πρώην μέλους της μυστικής τσεχοσλοβάκικης αστυνομίας (!), της επίσημης δηλαδή τρομοκρατικής οργάνωσης της σαραντάχρονης δικτατορίας, ήταν δεδομένη και αναμενόμενη από όλους τους αναλυτές από καιρό, καθώς το περίφημο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της χώρας είχε μπλεχτεί σε μία σειρά σκάνδαλα, κυρίως οικονομικής φύσεως, ενώ οι παραδοσιακοί του αντίπαλοι, οι χριστιανοδημοκράτες, έμοιαζαν ανίκανοι να εκμεταλλευτούν την πτώση του. (Και πάλι βλέπουμε το δίπολο ΠΑΣΟΚ-ΝΔ δηλαδή — για να συνεννοούμεθα). Ο Αντρέι Μπάμπις λοιπόν κέρδισε την κούρσα σχεδόν χωρίς αντιπάλους (έχοντας βέβαια εξαγοράσει προηγουμένως τα περισσότερα μίντια της χώρας: από εκεί ξεκινούν όλα) και περίμενε υπομονετικά οχτώ μήνες για να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας με τους απολύτως ηττημένους κατά τα άλλα σοσιαλδημοκράτες και με τη διακριτική, πλην αμέριστη, στήριξη των κομουνιστών, που όμως δεν θέλησαν να εμπλακούν περισσότερο μπαίνοντας και στην κυβέρνηση.
Καλά ώς εδώ. Όμως οι δημοκράτες πολίτες, που κατάλαβαν ότι η δημοκρατική και ευρωπαϊκή (και οικονομικά θριαμβευτική) πορεία της χώρας κινδύνευε να υποστεί μεγάλη βλάβη, συσπειρώθηκαν: στις επόμενες εκλογές, τις Προεδρικές, συγκρούστηκε κυριολεκτικά το παλιό με το νέο — και αυτή η σύγκρουση ήταν σφοδρή. Μόνο χάρη σε 150.000 όλες κι όλες ψήφους δεν κατέστη δυνατόν να αναδειχθεί πρόεδρος της χώρας ο φιλελεύθερος διανοούμενος Γίρζι Ντράχος (του έλειπαν βέβαια η λάμψη και το αστέρι ενός Βάτσλαβ Χάβελ), στον οποίο η πρωτεύουσα έδωσε ένα αδιανόητο ποσοστό: 75%! Όμως νίκησε ο λαϊκιστής Ζέμαν, χάρη στη στήριξη της ευάλωτης πολιτικά επαρχίας…
Αλλά τα πράγματα δεν τελείωσαν εδώ. Γιατί είχαμε και τρίτες εκλογές στη σειρά: αυτοδιοικητικές.
Τι έγινε σε αυτές; Το εξής «παράδοξο»:
Στην Πράγα, όπου βέβαια παίζεται το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του παιχνιδιού, το κόμμα του πρωθυπουργού, που διοικούσε την πόλη την τελευταία πενταετία, έχασε τεράστιο μέρος από τη δύναμή του, ενώ οι σοσιαλδημοκράτες, οι κομουνιστές και οι ακροδεξιοί (αλλά και οι Πράσινοι) δεν κατάφεραν να εκλέξουν ούτε έναν δημοτικό σύμβουλο: καταποντίστηκαν. Αντιθέτως, μπήκαν στο ΔΣ, με παραπλήσια ποσοστά, το παραδοσιακό συντηρητικό κόμμα, που φαίνεται να ανακτά τις δυνάμεις του, οι φιλελεύθεροι-κεντροδεξιοί φιλοευρωπαϊστές, που κάποια στιγμή ίσως αναδειχτούν σε υπολογίσιμη δύναμη στην Τσεχία, ένας ανεξάρτητος υποψήφιος (πρώην χριστιανοδημοκράτης, που αναδείχτηκε μέσω μίας κίνησης πολιτών), και οι Πειρατές.
Οι τρεις τελευταίοι, οι φιλελεύθεροι, οι ανεξάρτητοι και οι Πειρατές, συγκέντρωσαν από κοινού την απόλυτη πλειοψηφία, σχημάτισαν ομάδα, αποκλείοντας μετά από συζητήσεις το Δεξιό κόμμα (και φυσικά αποκλείοντας, μετά βδελυγμίας, το κόμμα του Μπάμπις), και επέλεξαν μεταξύ τους, ή για την ακρίβεια ανάμεσα από τους ΠΡΟΕΔΡΟΥΣ των ΚΟΜΜΑΤΩΝ τους, τον επόμενο δήμαρχο της πόλης — μιας πόλης που, θυμίζουμε, δεν είναι απλώς ένας από τους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως, αλλά και η 6η πλουσιότερη «ζώνη» της Ευρώπης.
Η Πράγα, λοιπόν, έχει πλέον έναν Πειρατή για δήμαρχο.
Αν εξακολουθεί να υπάρχει κρίση στη Φιλελεύθερη Δημοκρατία; ΠΡΟΦΑΝΩΣ. Και θα κρατήσει για αρκετά χρόνια ακόμη, μέχρι να διαλυθούν —ελπίζουμε όχι μετά από κάποιο μοιραίο για την Ευρώπη και τον κόσμο «γεγονός»…—, μέχρι να συντριβούν οι συσπειρώσεις των εθνικολαϊκιστών μπροστά στη στρατιά της πραγματικότητας.
Αλλά, μέχρι τότε, η Φιλελεύθερη Δημοκρατία θα ζει και θα αναπνέει κυρίως σε τοπικό επίπεδο.