Για μένα αυτές οι μεταλλάξεις μοιάζουν με μια εικόνα από το μέλλον, τότε που θα βρισκόμαστε σε έναν διαρκή ανταγωνισμό «εξοπλισμών» για να νικήσουμε τον ιό, είπε πριν από λίγες ημέρες ο Μάικλ Γουόρομπι, εξελικτικός βιολόγος που μελετάει τον κορονοϊό στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα.
Αν ο ιός καταφέρει να μεταλλάσσεται και να ξεφεύγει από την ανοσία που ήδη χτίζεται στον πληθυσμό, ακόμα και μετά τον εμβολιασμό, αν δηλαδή ο ιός συνεχίσει να αλλάζει στο μέλλον όσο εμείς τον πολεμάμε με εμβόλια, τότε θα πρέπει διαρκώς να αναπροσαρμόζουμε τα εμβόλια. Πού οδηγεί, όμως, αυτή η μάχη;
«Ακόμα και ένα μικρό ποσοστό διαφυγής από το ανοσοποιητικό σύστημα θα δυσκόλευε τον στόχο για επίτευξη της ανοσίας της αγέλης», είπε ο Γουόρομπι στο BBC.
Μόλις χθες, επιστήμονες στη Βρετανία δήλωσαν ότι «Η ανοσία της αγέλης δεν μπορεί να είναι πια ο στόχος των εμβολίων». Αυτή είναι μια νέα επιστημονική εκτίμηση που βασίζεται στα τωρινά δεδομένα.
Μετά τα νέα ευρήματα ότι κάποια εμβόλια δεν αποτρέπουν την νόσηση με την νοτιοαφρικανική μετάλλαξη του ιού, ο επικεφαλής της δοκιμής του εμβολίου της Οξφόρδης, καθηγητής Άντριου Πόλαρντ, εκτίμησε πως αυτά τα αποτελέσματα «επιβεβαιώνουν ότι ο κορονοϊός θα βρει τρόπους να συνεχίσει να εξαπλώνεται σε εμβολιασμένους πληθυσμούς, αλλά τα εμβόλια μπορούν να ελαφρύνουν την πίεση στα συστήματα υγείας προλαμβάνοντας την βαριά νόσηση».
Οι ερευνητές εκτιμούν πλέον ότι η εστίαση των εμβολίων πρέπει να στραφεί στην προστασία των ανθρώπων από νοσηλεία και θάνατο κι όχι σ’ αυτή καθαυτή την επίτευξη ανοσίας αγέλης. Άλλωστε, το βασικό ζητούμενο είναι να αποφευχθούν οι θάνατοι και οι διασωληνωμένοι.
Ο εμβολιασμός είναι ο μόνος τρόπος για να ελεγχθεί η πανδημία. Στη θεωρία, η υψηλή αποτελεσματικότητα που έδειξαν τα εμβόλια στις κλινικές δοκιμές, θα έπρεπε να είναι ικανή να σταματήσει τον ιό.
Αν όμως κοιτάξουμε στο παρελθόν, θα δούμε ότι ήταν λίγα τα εμβόλια εκείνα που κατάφεραν να σταματήσουν απότομα τις επιδημίες.
Το εμβόλιο της ευλογιάς, για παράδειγμα, χρειάστηκε δεκαετίες για να αποφέρει καρπούς. Οι πρώτες προσπάθειες ανοσοποίησης στη Δύση άρχισαν το 1730 με τον εφαρμοζόμενο εμβολιασμό της εποχής, μια διαδικασία που στόχευε στην πρόκληση ελαφράς μόλυνσης και μετά ανοσίας. Όμως, μέσα στα επόμενα 80 χρόνια, το ποσοστό των θανάτων στο Λονδίνο από ευλογιά ανέβηκε σε 9% από 6% που ήταν μεταξύ 1640-1720. Χρειάστηκε να φτάσουμε στο 1890 για να νικηθεί η ασθένεια.
Στα μέσα του 20ου αιώνα, η πρόοδος στην ανοσολογία επέτρεψε στα εμβόλια να επιφέρουν ταχύτερα αποτελέσματα. Σήμερα υπάρχουν περίπου 25 ασθένειες για τις οποίες χρησιμοποιούνται εμβόλια σε ανθρώπους. Σε πολλές περιπτώσεις, ο αντίκτυπος των εμβολίων ήταν πρόσφατος. Από το 1990 οι ετήσιοι θάνατοι από ιλαρά και τέτανο μειώθηκαν κατά σχεδόν 90%.
Ορισμένες κοινές ασθένειες, ωστόσο, αποδεικνύονται πεισματικά ανθεκτικές. Η φυματίωση εξακολουθεί να σκοτώνει 1,4 εκατομμύρια ανθρώπους ετησίως, κυρίως στις φτωχές χώρες. Οι ερευνητές δεν έχουν ακόμη βελτιώσει το εμβόλιο κατά της φυματίωσης (BCG), που είναι μόνο μέτρια αποτελεσματικό. Περίπου 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν από φυματίωση το 1990, 1,2 εκατομμύρια το 2017.
Με τον εμβολιασμό κατά του Covid να αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα σε όλο τον κόσμο, αναμένεται να δούμε μελλοντικά μια εντυπωσιακή μείωση στους θανάτους σε σχέση με αυτούς το 2020-21. Όμως, θα χρειαστούν χρόνια για να μάθουμε αν τα εμβόλια θα παρέχουν ισόβια ανοσία ή αν θα απαιτείται μόνιμη επαγρύπνηση για να διατηρηθεί ο κόσμος προστατευμένος.
Η φυσική επιλογή είναι πανίσχυρη. Μέσα από συνθήκες που ακόμη αγνοούμε, η φύση πήρε έναν κορονοιό από το ζωικό βασίλειο και τον «προσάρμοσε» στους ανθρώπους. Το αποτέλεσμα εξαπλώθηκε σε όλο τον πλανήτη. Τώρα, ένα χρόνο σχεδόν από το ξέσπασμα της πανδημίας, νέες μεταλλάξεις άρχισαν να κάνουν το γύρο του κόσμου.
Η ταχεία εμφάνιση αυτών των μεταλλάξεων δείχνει τη δύναμη της εξέλιξης. Αν υπάρχει έστω κι ένας συνδυασμός μεταλλάξεων που μπορεί να παρακάμψει την ανοσία που προσφέρει ένα εμβόλιο, τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ότι η φύση θα τον βρει. Ο ιός πασχίζει να επιβιώσει. Το ίδιο κι εμείς. Ο αγώνας κατά του ιού μοιάζει με σκυταλοδρομία, με τον ιό να περνάει κάθε φορά την σκυτάλη σε έναν επόμενο, πιο ξεκούραστο «μεταλλαγμένο» δρομέα, κι εμείς να τρέχουμε ένα βήμα πίσω, την ώρα που πασχίζουμε να βρεθούμε ένα βήμα μπροστά.