Του Αλέξανδρου Σκούρα
Πριν καν ξεκινήσω να αναλύω τις σημερινές μου σκέψεις, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι σε καμία περίπτωση δεν προτείνω τη δημιουργία ενός φιλελεύθερου κόμματος. Ο χώρος αυτός έχει επαρκή αριθμό κομμάτων που μπορούν εν δυνάμει να τον εκπροσωπήσουν, όπως η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Φιλελεύθερη Συμμαχία για τους πιο τολμηρούς, ή το Ποτάμι για τους ψηφοφόρους που δεν αισθάνονται άνετα όταν συνυπάρχουν σε πολιτικά σχήματα με συντηρητικούς ή λαϊκούς δεξιούς. Αυτό που σήμερα θα συζητήσουμε είναι η ανάγκη για ένα πιο πλήρες, μακροπρόθεσμο και διακομματικό κίνημα που θα σχηματίζει μία μεγάλη “τέντα” κάτω από την οποία θα συνυπάρχουν οι φιλελεύθερες, μεταρρυθμιστικές δυνάμεις της χώρας ανεξαρτήτως κομματικών προτιμήσεων.
Αν θέλει κανείς να μελετήσει ιστορικά ένα ιδιαίτερα πετυχημένο κίνημα που δεν ανήκει στην αριστερά, θα πρέπει να ξεκινήσει με το συντηρητικό κίνημα των ΗΠΑ. Το κίνημα αυτό ξεκινά ουσιαστικά την δράση του τη δεκαετία του '60 και μέσα σε δύο δεκαετίες φτάνει από μία ακραία πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος να εκλέγει τον πιο χαρισματικό, κατά πολλούς, Πρόεδρο των ΗΠΑ του προηγούμενου αιώνα, τον Ρόναλντ Ρίγκαν. Ο Πρόεδρος του Αμερικανικού Ινστιτούτου Ηγεσίας, Μόρτον Μπλάκγουελ, που υπήρξε ο νεότερος ρεπουμπλικανός εκλέκτορας στο συνέδριο που έχρισε τον Μπάρι Γκολντγουότερ ως υποψήφιο Πρόεδρο και εν συνεχεία εκπαίδευσε περισσότερους από 70.000 ακτιβιστές, υποψηφίους και στελέχη εκλογικών εκστρατειών, μου έλεγε το 2011: “Πρώτα έπρεπε να κερδίσουμε τις προκριματικές, το καταφέραμε με τον Γκολντγουότερ. Μετά, έπρεπε να κερδίσουμε την Προεδρία. Το πετύχαμε με τον Ρίγκαν. Τώρα το μόνο που απομένει είναι να εκλέξουμε και να κυβερνήσουμε ως συντηρητικοί.” Ειλικρινά, δεν γνωρίζω αν πιστεύει ότι ο σκοπός επετεύχθει με τον Τραμπ αλλά γνωρίζοντας καλά την ιστορία και τις προτεραιότητες του συντηρητικού κινήματος των ΗΠΑ, πολύ αμφιβάλλω για το αν ο νυν πρόεδρος πληρεί τις προϋποθέσεις.
Το νόημα που ήθελε ο Μπλάκγουελ να μου μεταδώσει ήταν ότι ο αγώνας ενός κινήματος είναι μακρύς και επεκτείνεται σε βάθος δεκαετιών. Δεν γίνεται το σύνολο των προθέσεων των ανθρώπων που έχουν την “τρέλα” να διεκδικούν την εφαρμογή των ιδεών και των ιδανικών τους να ικανοποιηθεί άμεσα ή να ολοκληρωθεί με την εκλογή ενός και μόνο υποψηφίου. Αντίθετα, η δημιουργία ενός κινήματος έχει μακροπρόθεσμο ορίζοντα και σκοπό. Στις ΗΠΑ είχε την επικράτηση της παράταξης που εναντιώνεται στον σοσιαλισμό, υποστηρίζει ένα ισχυρό και παρεμβατικό δόγμα στην εξωτερική πολιτική, βλέπει με σκεπτικισμό την κρατική παρέμβαση στην οικονομία και υπερασπίζεται τις παραδοσιακές αξίες. Στην σημερινή Ελλάδα οι στόχοι θα ήταν πολύ λιγότερο φιλόδοξοι και σαφώς λιγότερο διχαστικοί. Οι περισσότεροι φιλελεύθεροι θα ήταν αρκετά ικανοποιημένοι με μία ευνομούμενη φιλελεύθερη δημοκρατία με χαμηλότερη φορολογία, καλύτερη και γρηγορότερη δικαιοσύνη και λιγότερους ακροβατισμούς στη Δημόσια Διοίκηση.
Όμως, ασχέτως του πόσο κοντά στην κοινή λογική βρίσκεται σήμερα η φιλελεύθερη ατζέντα, η χώρα μας δεν έχει - ακόμα - ένα ισχυρό φιλελεύθερο κίνημα το οποίο να διαπερνά τις μικροκομματικές ατζέντες ή ακόμα και τις ιστορικές διαμάχες που διαμορφώνουν όλους τους πολιτικούς χώρους. Αντίθετα, όπως και σε άλλους τομείς, αντί για κίνημα ο φιλελευθερισμός στην Ελλάδα ήταν για χρόνια είτε η ταμπέλα που έφερε η κεντροδεξιά όταν την συνέφερε είτε ένας μικρός πολιτικός χώρος όπου λίγοι ρομαντικοί πολίτες προσπαθούσαν να σπάσουν τη μοναξιά που νιώθει και ο Προφήτης του Αρκά. Εκείνου δηλαδή που κουράστηκε να έχει δίκιο και πλέον βλέπει τους συνανθρώπους του με κυνισμό και περιφρόνηση.
Την τελευταία δεκαετία οι Έλληνες βρίσκονται σε ένα συνεχές ψάξιμο. Η δύναμη του διαδικτύου και η πρόσβαση στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά σε συνδυασμό με την κρίση και την διάψευση των προσδοκιών της αριστεράς, έχουν δημιουργήσει ένα πολύ ενδιαφέρον περιβάλλον για ζυμώσεις όπως αυτές που χρειάζεται ο φιλελευθερισμός για να αποκτήσει ένα σοβαρό κίνημα. Η πιο ενδιαφέρουσα προοπτική που γεννάται στη χώρα μας σήμερα αφορά την προσέλκυση ανθρώπων από διάφορους χώρους, όπως των επιχειρήσεων, των ΜΜΕ, της τοπικής αυτοδιοίκησης και της κεντρικής πολιτικής του ακτιβισμού και της κοινωνίας των πολιτών, που όντας απογοητευμένοι από το μεγάλο κράτος, την ανεργία και την έλλειψη ευκαιριών, είναι διατεθειμένοι να σχηματίσουν μία τέντα που αντί να τους “καπελώνει” να τους δίνει την ευκαιρία να αναπτύξουν δίκτυα και συνέργειες με σκοπό την προώθηση της φιλελεύθερης ατζέντας πέρα και έξω από τα κόμματα, χωρίς όμως να απομονωθούν από αυτά.
Για να γίνει αντιληπτή η ματαιότητα των πολιτικών επιτυχιών εν τη απουσία ενός δυναμικού κινήματος, αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι η εκλογική επιτυχία του Ποταμιού, η ανάδειξη του Κυριάκου Μητσοτάκη ως αρχηγού της ΝΔ, ακόμα και η ενδεχόμενη εκλογική του νίκη στις επόμενες εκλογές, χωρίς ένα κίνημα που να τροφοδοτεί και να τροφοδοτείται από αυτές τις επιτυχίες, αποκλείεται να έχει συνέχεια. Όλες αυτές οι, θετικές για τους περισσότερους φιλελεύθερους, εξελίξεις αντί να αποτελούν τον φάρο που θα δείχνει τον δρόμο προς το μέλλον, λαμβάνουν, στο πέρας των δεκαετιών, τη μορφή φωτοβολίδων με μικρή έως και ελάχιστη λάμψη.
Αυτή είναι η ανάγκη ενός φιλελεύθερου κινήματος στην Ελλάδα σήμερα. Η μετατροπή μίας ή δύο φωτοβολίδων σε φάρο για μια ελεύθερη και ανοιχτή κοινωνία.