Ήταν περί τα τέλη Ιανουαρίου αυτής της χρονιάς, όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα εκτενή δημοσιεύματα για τις προθέσεις της κυβέρνησης να σχεδιάσει πολιτικές ειδικά για τους νέους.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα εκείνων των ημερών, η κυβέρνηση αναγνώριζε την πίεση που είχε δεχτεί η νεολαία εξαιτίας της πανδημίας αμέσως μετά τη δεκαετή οικονομική κρίση και αποφάσισε να αναλάβει δράση. Μάλιστα το θέμα θα το αναλάμβαναν οι κ.κ. Άκης Σκέρτσος και Θ.Λιβάνιος.
Πράγματι, η κυβέρνηση δούλεψε σκληρά πάνω σε αυτό. Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού το αποδεικνύουν. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν και είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν και άλλα, στοχεύουν στο να απαντήσουν σε πραγματικές ανάγκες και δεν ήταν ασαφείς υποσχέσεις.
Μια βόλτα σήμερα στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και στις σελίδες ανεξάρτητων φοιτητών που δηλώνουν ότι πρόσκεινται στον κεντρώο ή τον φιλελεύθερο χώρο, έχουν ψηφίσει τη Νέα Δημοκρατία το 2019 αλλά κριτικά και έχουν στοχοποιηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ μέσα στα Πανεπιστήμια και γι' αυτό, θα προβληματιστούν αρκετοί.
Η οργή των νέων για την ανοχή στα καμώματα του Κωνσταντίνου Μπογδάνου όχι απλώς δεν κρύβεται αλλά δηλώνεται ανοιχτά και έχει στόχο τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Όσοι φιλελεύθεροι, κεντρώοι και κεντροαριστεροί, νέοι ψηφοφόροι και φίλοι της Νέας Δημοκρατίας δεν έχουν ως πολιτική αφετηρία τη Δεξιά, όπως η υπογράφουσα, είναι πολύ φυσικό να αδυνατούν να διακρίνουν ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ταυτότητάς της, αυτό που στην επικοινωνία λέμε brand element.
Ο συντηρητικός ψηφοφόρος δεν καταναλώνει πολιτική συζητώντας ατέρμονα γι' αυτή, όπως κάνουν, παραδοσιακά, στην αριστερά. Ο συντηρητικός ψηφοφόρος θέλει το κόμμα του νικητή, να κυβερνά και τους βουλευτές που σταυρώνει να ανήκουν στην εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία ώστε να του λύνουν τα καθημερινά του προβλήματα.
Ο συντηρητικός ψηφοφόρος ψηφίζει σταθερά τη Νέα Δημοκρατία επειδή η Νέα Δημοκρατία «κερδίζει πρωταθλήματα», κυβερνάει, ενδιαφέρεται για τη δράση όχι για την ατέρμονη συζήτηση.
Αυτός είναι ο λόγος που ο αείμνηστος και πάνσοφος Ευάγγελος Αβέρωφ επέμενε πως «όποιος βγαίνει από το μαντρί, τον τρώει ο λύκος». Επιβεβαιώνεται άπειρες φορές έκτοτε.
Σαφώς και οι συγκυρίες της κρίσης αλλάζουν τα δεδομένα. Όμως η πανδημία δεν είναι ίδιας μορφής κρίση με την οικονομική βασικώς γιατί κανείς δεν διαφωνεί αναφορικά με το ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα. Για την οικονομική κρίση οι ερμηνείες ήταν πολλές και το ξεβόλεμα που έφεραν για πολλούς τα μνημόνια ευνοούσε τη διάδοση διαφορετικών αφηγημάτων. Σήμερα ξέρουμε ότι ο «εχθρός» είναι ο ιός και ότι η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί να τον αντιμετωπίζει. Άλλωστε έχει δώσει πακτωλούς χρημάτων να τον αντιμετωπίσει.
Ακούμε τα περί κινητικότητας στον χώρο στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας. Αυτή η κινητικότητα πάντα θα υπάρχει μόνο που στα δεξιά δεν γίνεται ποτέ στη βάση της ιδεολογίας. Οι συντηρητικοί ψηφοφόροι γνωρίζουν πως όσοι στα Δεξιά επιχειρούν κινήσεις είναι για να διαπραγματευτούν αύριο τα σαρκία τους.
Και όταν φτάνουμε στο σημείο της διαπραγμάτευσης του συμφέροντος, ο συντηρητικός ψηφοφόρος, όταν βρεθεί μόνος του, πίσω από το παραβάν, θα επιλέξει την ομάδα που κερδίζει.
Θα μείνουμε με την απορία λοιπόν γιατί η κυβέρνηση επιμένει να πυροβολεί τα πόδια της.
Αν δεν ξέρει όλα τα παραπάνω, ας ρωτήσει κάποιον από τους παραδοσιακούς δεξιούς της ψηφοφόρους. Θα της τα επιβεβαιώσει. Αλλά ας ζητήσει τη γνώμη από τους αληθινούς δεξιούς. Όχι από τα τηλεοπτικά «παρατράγουδα» που το μόνο που θα της αποστερήσουν τελικά είναι τη σοβαρότητα και σίγουρα όχι τις ψήφους στα δεξιά της.