Του Αλέξανδρου Σκούρα
Εσχάτως, ο πρώην κορυφαίος υπουργός της Κυβέρνησης Τσίπρα κ. Κατρούγκαλος έκανε μια απολύτως εξωφρενική δήλωση, διπλά απαράδεκτη δεδομένης της ιδιότητάς του ως νομικού, καθηγητή δημοσίου δικαίου και συνταγματολόγου. Με αφορμή την αρχειοθέτηση των υποθέσεων επτά πολιτικών προσώπων για τη Novartis, ο κ. Κατρούγκαλος δήλωσε τα εξής: «Το γεγονός ότι δεν βρέθηκαν στοιχεία δεν σημαίνει απόλυτη αθωότητα. Ξαναλέω: έλλειψη στοιχείων δεν σημαίνει αθωότητα. Πολλές φορές τα στοιχεία δεν αποδεικνύουν ενοχή. Θυμόσαστε ότι ο Αλ Καπόνε πήγε φυλακή, όχι για αυτά που έχει κάνει αλλά για φοροδιαφυγή. Πολλές υποθέσεις διερευνώνται και δεν βρίσκονται στοιχεία γιατί τα στοιχεία είναι καλυμμένα. Αυτό θα μπορούσε να είχε συμβεί και σε αυτή την περίπτωση και δεν το αποκλείω».
Σε αντίθεση όμως με όσα δήλωσε ο νομικός κ. Κατρούγκαλος, η αθωότητα στις φιλελεύθερες δημοκρατίες ταυτίζεται με την απουσία απόδειξης της ενοχής. Είμαστε αθώοι μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή μας - με έμφαση στο «αποδειχθεί». Το τεκμήριο της αθωότητας είναι ένα από τα θεμέλια του νομικού μας πολιτισμού, σε βαθμό μάλιστα που σπανίως τολμά κάποιος να το αμφισβητήσει ανοιχτά, όπως έπραξε ο τέως Υπουργός Εξωτερικών.
Βεβαίως, το τεκμήριο της αθωότητας δεν ισχύει παντού στον πλανήτη. Στις χώρες που δεν αποτελούν φιλελεύθερες δημοκρατίες, στα αυταρχικά ή ολοκληρωτικά καθεστώτα, εκεί όπου κυριαρχεί ο φασισμός της εκάστοτε απόχρωσης, δεν χρειάζεται να αποδειχθεί η ενοχή κάποιου. Εκεί οι εχθροί του λαού ή του έθνους - ανάλογα με την περίπτωση - οι εχθροί δηλαδή του καθεστώτος διώκονται και καταδικάζονται χωρίς πολλά-πολλά, υπό τη λογική ότι οι θεσμοί και οι περιορισμοί που αυτοί θέτουν στην άσκηση της εξουσίας αποτελούν εμπόδια στην πραγμάτωση της λαϊκής βούλησης ή του εθνικού πεπρωμένου.
Βεβαίως, η δικαιοσύνη μπορεί να κάνει κάποτε λάθη. Βεβαίως, πολλές φορές ενοχοποιητικά στοιχεία έρχονται στην επιφάνεια πολλά χρόνια μετά την περάτωση της δικαστικής διαδικασίας. Όμως παράλληλα, πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να καταδικαστεί ένας αθώος. Και η μεγάλη, αξιωματική, αδιαπραγμάτευτη απόφαση της φιλελεύθερης δημοκρατίας είναι να σφάλουμε προς την πλευρά του πολίτη και όχι του κράτους που κραδαίνει την εξουσία.
Υπερβατική αθωότητα δεν υφίσταται για το φιλελεύθερο, δημοκρατικό νομικό σύστημα. Ως άτομα, έχουμε κάθε δικαίωμα αν πετύχουμε κάποιον στον δρόμο που θεωρούμε ότι κακώς αθωώθηκε από τα δικαστήρια να αλλάξουμε πεζοδρόμιο, να μην τον κάνουμε παρέα, να μην γίνουμε πελάτες του, να μην τον προσλάβουμε στην επιχείρησή μας, να μην τον ψηφίσουμε στις εκλογές. Άλλο όμως το «εγώ πιστεύω ότι το έκανε» - που βεβαίως αν δεν τεκμηριώνεται καταντά γελοίο - και άλλο το «μπορεί να μην είναι αθώος». Το πρώτο είναι προσωπική εκτίμηση, το δεύτερο απόφαση της δικαιοσύνης. Και ένας πρώην υπουργός, νομικός, καθηγητής διοικητικού δικαίου και συνταγματολόγος οφείλει αυτά τα δύο να μην τα συγχέει. Εκτός και αν όντως αμφισβητεί την αρχή του τεκμηρίου της αθωότητας, οπότε ανοίγονται άλλα, σκοτεινά μονοπάτια.