Ένας ξεδοντιάρης δαίμονας

Ένας ξεδοντιάρης δαίμονας

Του Κυριάκου Αθανασιάδη

«Οπότε;» θα πει κανείς. «Αυτό ήταν; Τελείωσε, χάσαμε;» Όχι βέβαια! Για την ακρίβεια, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Μόνο να κερδίσουμε έχουμε. Αν δεν δούμε τα πράγματα μοιρολατρικά, εννοώ. Και αν περιμένουμε, όχι ένα θαύμα, που ασφαλώς δεν πρόκειται να γίνει, αλλά μικρές και έξυπνες αλλαγές: τόσο στην προσωπική μας ζωή, όσο και στην άλλη, την ευρύτερη — την ευρωπαϊκή, αυτήν που είναι πάνω από τη δική μας, και που καθορίζει τη ζωή όλων μας.

Μολονότι όλα αυτά που λέγαμε χθες ισχύουν, και έχουν ειπωθεί πολλές φορές και με ακόμη πιο δυσοίωνους τόνους από τον δικό μας, και με πλήθος επιχειρημάτων που μοιάζουν, και ίσως είναι, ακλόνητα, κανείς δεν μπορεί να μας πει —είναι αδύνατον— το πότε θα γίνουν. Κανείς. Ή μάλλον, όποιος το τολμήσει θα πέφτει 100% έξω, όπως πάντα πέφτουν έξω οι νεο-ευαγγελιστές που προαγγέλλουν την έλευση της Δευτέρας Παρουσίας, ή της Ημέρας της Κρίσεως, πείθοντας τους ακολούθους τους να αυτοκτονήσουν. Η διαδικασία του εκφυλισμού της ηπείρου μας δεν είναι ούτε θα είναι ποτέ γραμμική, δηλαδή απολύτως καθοδική. Και το τέρμα, η δραματική στιγμή που θα σημάνει ότι δεν υπάρχει γυρισμός, δεν θα είναι αύριο. Δεν θα είναι μέσα στο 2019, ούτε το '20. Αργεί ακόμη. Και αργεί για μία συστοιχία λόγων — όπως, για παράδειγμα, επειδή οι κοινωνίες, οι μάζες, οι άνθρωποι, δεν λειτουργούν πάντα ανορθολογικά.

Υπάρχει ένα διήγημα του Πόε, που έχει τίτλο «Ο Δαίμων της Αβύσσου». Μιλά για την έλξη, τη σαγήνη που μας προκαλεί ένα κενό. Το έχετε σκεφτεί πολλές φορές κι εσείς, με ένα ρίγος στη ραχοκοκαλιά, όταν τυχαίνει να είστε σε ένα ψηλό μπαλκόνι: «Τι θα γινόταν αν έπεφτα;» Είναι πράγματι ανατριχιαστικό, αλλά αυτός ο έφηβος που υπήρξαμε κάποτε, και που τα σκεφτόταν συχνά κάτι τέτοια, επιβιώνει ακόμη μέσα σε όλους μας — δεν θα πεθάνει ποτέ. Και από καμιά φορά θα βγαίνει και θα μας λέει, «Τι θα γινόταν αν έπεφτα; Τι θα γινόταν άραγε;» Η απάντηση βέβαια είναι, «Θα σκοτωνόσουν, ανόητε!» Αλλά είναι μια απάντηση ανεπαρκής απέναντι στην έλξη, στην πελώρια, μεθυστική σαγήνη του κενού.

Πού και πού μάλιστα, όταν οι συνθήκες είναι οι κατάλληλες, όταν αισθανόμαστε μειωμένοι, κουρασμένοι, μπουχτισμένοι, και κυρίως φοβισμένοι, αλλά από έναν φόβο χωρίς απολύτως συγκεκριμένη βάση, όταν νιώθουμε να μην ξέρουμε καλά ποιοι είμαστε και τι ακριβώς ζητάμε εδώ, όταν μας φαίνεται ότι έχει χαθεί το «κέντρο» μας, αυτό που γεννηθήκαμε για να προασπίζουμε… είναι τέλος πάντων κάτι τέτοιες στιγμές που ο Δαίμων της Αβύσσου είναι πιο ισχυρός, και ακούγεται πιο δυνατά στ' αυτιά μας. Και πολύ πιο πειστικά: «Πέσε».

«Τι θα γινόταν αν έπεφτα; Τι θα γινόταν άραγε;» Μα θα σκοτωνόσουν, ανόητη Ευρώπη! Θα σκοτωνόσουν βέβαια! Αν έκλεινες τα σύνορά σου, δεν θα ήσουν εσύ, θα ήσουν κιόλας νεκρή. Αν έμενες με τους ντόπιους, γηρασμένους πληθυσμούς σου, θα βούλιαζες στη μακάβρια δίνη των αστρονομικών σου χρεών μέσα σε δυο (και πολλούς λέμε) εκλογικούς κύκλους. Αν διαλυόσουν εις τα εξ ων συνετέθης, θα γινόσουν βορά των νέων κυνηγών, που έρχονται εξ ανατολών ιδρωμένοι από το τρέξιμο, σαν μαραθωνοδρόμοι-σπρίντερ, για να σου πάρουν όλα τα πόστα — όλα. Θα έμοιαζες με τα παπάκια στο λούνα-παρκ, που κι ένα παιδί ακόμη μπορεί να τα ρίξει όλα τους με το αεροβόλο, ένα-ένα, για να κερδίσει ένα λούτρινο παιχνίδι Made in India. Αν επέλεγες τον λαϊκισμό και τον εθνικισμό, θα γινόσουν αύριο κιόλας πολλές μικρές-μικρές Γερμανίες τού 1930, ή ακόμη χειρότερα μία πελώρια Γιουγκοσλαβία των 90s.

Ο Δαίμων της Αβύσσου ψιθυρίζει τα ωραία λόγια του στο αυτί μας, και ξέρει να τα λέει καλά, μαργιόλικα, πειστικά, και ξέρει επίσης πως ούτε καν η γηραιά ήπειρος έχει χάσει εκείνο τον έφηβο από μέσα της. Η άνηβη Ευρώπη εξακολουθεί να είναι εκεί, ζωντανή αν και κοιμωμένη, και δεν θα πεθάνει ποτέ. Είναι το παρελθόν. Ματωμένο και πετσοκομμένο, ναι, αλλά όχι «ταπεινωμένο». Ο Δαίμων της Αβύσσου της Ευρώπης, ο εθνικολαϊκισμός, που ξέρει να τα λέει καλά, απευθύνεται ακριβώς στο παρελθόν ενός εκάστου από εμάς, σε μία καρτ-ποστάλ του εαυτού μας: σε μια χαμογελαστή ασπρόμαυρη φωτογραφία, «τότε που ελπίζαμε», «τότε που ήμασταν υπερήφανοι», «τότε που η πατρίδα μας ήταν αμόλυντη και ανήκε μόνο σε εμάς». Και τότε, βέβαια, που δεν ήμασταν υποχείρια της «γραφειοκρατίας των Βρυξελλών», των χρηματοπιστωτικών αγορών, των ελίτ, της παγκοσμιοποίησης κ.ο.κ.

Μην πάμε στα της μετανάστευσης, που είναι ψευδοπρόβλημα και που θα μπορούσε να λυθεί με κοινή συναίνεση όλων των Ευρωπαίων μέσα σε μια μέρα. (Ξέρω πως έχετε αντιρρήσεις. Θα τις συζητήσουμε σε άλλο σημείωμα. Γιατί έχω ακόμη σφοδρότερες αντιρρήσεις κι εγώ). Μην πάμε σε αυτό. Πάμε στα δικά μας. Δείτε την Ελλάδα των λαϊκιστών της Αριστεράς και της Ακροδεξιάς. Κάτι που έγινε μόλις χθες. Θέτοντας στην Ευρώπη το δίλημμα, «Εμείς ή το Χάος» (το Κούγκι…), δηλαδή, «Ή δεχόσαστε τους όρους μας ή ας καταστραφούμε εμείς για να καταστραφεί και το ευρώ και η ήπειρος όλη μαζί μας, πολύ που μας νοιάζει», έκλεισαν στ' αλήθεια τους ευρωπαϊκούς θεσμούς στη γωνία, καθώς, στην πρώτη περίπτωση, θα ήταν σαν να έλεγαν σε όλες τις άλλες χώρες, «Εκλέξτε λαϊκιστές ηγέτες και εκβιάστε την Ένωση, είναι ευεπίφορη στην μπλόφα, μην είστε χαζοί, μη χάνετε ώρα», με αποτέλεσμα την οικονομική και πολιτική διάλυση της ΕΕ σε ντετέ, ενώ, στη δεύτερη, «απλώς» θα διαλυόταν η Ελλάδα —που άμεσα θα οδηγούνταν σε δικτατορία ακόμη και μόνο για να ελέγξει το αλά Mad Max χάος από το δελτίο στη ζάχαρη και στη βενζίνη και τις πολυάριθμες εθνοτικές συμμορίες των δρόμων— και θα τραυματιζόταν το κοινό νόμισμα, με αποτέλεσμα την οικονομική και πολιτική διάλυση της ΕΕ πάλι σε ντετέ.

Εξ ου και επελέγη η τρίτη λύση. Δήμευση κάθε περιουσιακού στοιχείου της χώρας για εκατό χρόνια (έναν αιώνα! πέντε γενιές!) και τόσο σκληρά μέτρα που κανένα προηγούμενο Μνημόνιο δεν θα φανταζόταν να χωρέσει στις σελίδες του. Φυσικά η κυβέρνησή μας το υπέγραψε, είπε ΝΑΙ ΣΕ ΟΛΑ, γιατί αυτή είναι η μοίρα των λαϊκιστών: γελοιοποιούνται και αυτοκαταστρέφονται. Αλλά και καταστρέφουν όποιον τούς ακολουθεί — και, αν ηγούνται ολόκληρων χωρών, καταστρέφουν και τις χώρες τους.

Γι' αυτό δεν είναι ΤΟΣΟ δελεαστική η φωνή του Δαίμονα της Αβύσσου, ή τέλος πάντων γι' αυτό δεν είναι τόσο δελεαστική ΠΑΝΤΑ. Γιατί κάποιοι, κάπως, κάπου θα καταλάβουν ότι, αν πέσουν, θα σκοτωθούν. Όσο έφηβοι και αν είναι. Όσο, επιτρέψτε μου, ηλίθιοι. Ναι: οι κοινωνίες, οι μάζες, οι άνθρωποι, δεν λειτουργούν πάντα ανορθολογικά, κι ας το κάνουν συχνά.

Γι' αυτό και το τέρμα, η δραματική στιγμή που θα σημάνει ότι δεν υπάρχει γυρισμός για την Ευρώπη, την κοινή μας χώρα, δεν θα είναι αύριο. Δεν θα είναι μέσα στο 2019, ούτε το '20. Γι' αυτό και αργεί ακόμη.

Γι' αυτό και μόνο να κερδίσουμε έχουμε από τη σημερινή κατάσταση.

[ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ]