Όποιος έχει περάσει από Πανεπιστήμια του εξωτερικού έχοντας δει πρωτύτερα την κατάσταση που επικρατεί μέσα στα ελληνικά Πανεπιστήμια, δεν μπορεί παρά να νιώσει ταυτοχρόνως απογοήτευση και ανακούφιση. Απογοήτευση με τα όσα συμβαίνουν εντός των ελληνικών Πανεπιστημίων και ανακούφιση που την ίδια στιγμή βρίσκεται στο εξωτερικό, σε μια πραγματικότητα που μπορεί να έχει τα προβλήματά της αλλά που ακόμη κι αυτά είναι καλύτερης ποιότητας απ’ τα προβλήματα που αντιμετωπίζει κανείς στην Ελλάδα.
Ως άτομο που έχει περάσει από αρκετά Πανεπιστήμια του εξωτερικού, κάθε φορά που φεύγω απ’ την Ελλάδα για να πάω εκεί, πάντα ηρεμώ ψυχικά και συχνά όταν επιστρέφω και πριν προλάβει να με περικυκλώσει η σκληρή πραγματικότητα, έχω παρατηρήσει ότι είμαι άλλος άνθρωπος, πιο συνειδητοποιημένος, πιο καλός ακαδημαϊκός πολίτης, με πιο ψύχραιμη ματιά για τα πράγματα. Όλα αυτά δεν αποκλείεται να είναι απλώς δικές μου προσωπικές εντυπώσεις. Όμως νομίζω ότι σε μεγάλο βαθμό καθρεφτίζουν τα συναισθήματα που βιώνει οποιοσδήποτε έχει σπουδάσει ή ζήσει στο εξωτερικό. Κάθε επιστροφή στην Ελλάδα είναι πάντα επίπονη. Δεν αναφέρομαι στη χώρα ως χώρα, η οποία είναι όμορφη και έχει τις κρυφές και φανερές της χάρες. Αναφέρομαι στην κάκιστη ποιότητα ανθρώπινης επικοινωνίας και διαβίωσης. Μια ποιότητα επικοινωνίας που με πάσα ειλικρίνεια ομολογώ ότι δεν έχω συναντήσει ανάλογή της σε καμία απ’ τις 21 χώρες που έχω ταξιδέψει, σε Ευρώπη, Ασία και Αφρική.
Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στην επικαιρότητα: μέσα στις τελευταίες μόνο βδομάδες έχουμε δει τις περισσότερες αξίες μας να απομυθεύονται. Παρατηρούμε τον καλλιτεχνικό μας χώρο να ξεγυμνώνεται ηθικά, παρακολουθούμε την πτώση προσωπικοτήτων κάθε χώρου και τη χυδαιότητα των σχέσεων εξουσίας μέσα στις οποίες συμβιώναμε, βλέπουμε την κοινωνία μας να διολισθαίνει σε ένα τεράστιο λαϊκό δικαστήριο όπου δεν τολμάς να αρθρώσεις διαφορετική άποψη, διότι θα στοχοποιηθείς και θα δεχτείς προσωπικές επιθέσεις από άτομα που ούτε καν σε γνωρίζουν αλλά που ωστόσο νιώθουν μίσος και οργή για σένα. Και το χειρότερο είναι ότι η ίδια πραγματικότητα φαίνεται να αφορά εξίσου και έναν χώρο ελεύθερης έκφρασης και ήθους, όπως θα έπρεπε να είναι το Πανεπιστήμιο: Σεξουαλικές παρενοχλήσεις, καταλήψεις κτιρίων από μειοψηφίες που είναι ενάντιες σε έναν ψηφισμένο νόμο μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης, συκοφαντικές δυσφημίσεις ατόμων για τις διαφορετικές τους απόψεις, βία. Μόλις σήμερα σημειώθηκαν ένα σωρό επεισόδια στο ΑΠΘ. Φοιτητές απέκλεισαν με το έτσι θέλω κτίρια παρεμποδίζοντας σε υπαλλήλους να εισέλθουν. Ο Πρύτανης αναγκάστηκε να απευθυνθεί στον εισαγγελέα. Δόθηκε άδεια στην αστυνομία να επέμβει. Και εν τέλει είχαμε γύρω στις 30 προσαγωγές ατόμων.
Πριν βιαστείτε να αναρωτηθείτε ποιος φταίει, συλλογιστείτε λίγο πάνω στην όλη εικόνα, σε μια εικόνα που δεν έχει θέση σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού. Έχουμε έναν Πρύτανη να εξαναγκάζεται να πάει στον εισαγγελέα προκειμένου να αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία των Πανεπιστημίων, η οποία εδώ και δεκαετίες παρεμποδίζεται από τις ίδιες ομάδες. Και έτσι ακολουθεί περισσότερη βία.
Το ερώτημα που καίει είναι το τι μπορούμε να κάνουμε για όλα αυτά; Είμαστε τελικά καταδικασμένοι;
Στις 27 Ιανουαρίου 2021 μια ομάδα προσκείμενη στα ΕΑΑΚ ανέβασε σε πανεπιστημιακή ιστοσελίδα Τμήματος ένα δισέλιδο κείμενο που φέρει ως τίτλο το ονοματεπώνυμό μου και με στοχοποιεί ρητώς προβαίνοντας σε μια σειρά από συκοφαντικές αναφορές. Πρόκειται για φοιτητές που κάθισαν να γράψουν ένα ψήφισμα ενάντια σε φοιτητή ανεβάζοντάς το σε πανεπιστημιακή σελίδα, επειδή δεν συμφωνώ με τις απόψεις τους και επειδή υποστήριξα το Νομοσχέδιο για την πανεπιστημιακή αστυνομία. Σαν άτομο που δεν επιτρέπει να λέει ο καθένας ό,τι θέλει για το πρόσωπό του, έχω ήδη προχωρήσει σε μήνυση εναντίον τους καταθέτοντας στην αστυνομία πολυσέλιδο υλικό με τα κατορθώματά τους και έχοντας επικοινωνήσει με τους αρμόδιους φορείς. Ίσως διερωτηθεί κανείς: «μα καλά σε φοιτητές πήγες κι έκανες μήνυση; Εδώ γίνεται χαμός σε ένα σωρό άλλους τομείς της καθημερινότητας». Τη στιγμή που θα το διερωτηθείτε όμως αυτό, θα ήθελα να το ξανασκεφτείτε, διότι από μια τέτοια διερώτηση ευαισθησίας, ξεκινούν όλα μας τα προβλήματα. Άτομα που δεν διστάζουν να στοχοποιήσουν συμφοιτητές τους ή που εξαναγκάζουν Πρυτάνεις να τρέχουν σε εισαγγελείς, δεν είναι αυτοί οι φοιτητές του Πανεπιστημίου μας, παρά μόνο κατ’ όνομα. Οι πραγματικοί φοιτητές είμαστε όλοι οι υπόλοιποι που τόσα χρόνια ανεχόμαστε τέτοιες καταστάσεις τόσο για να μην εμπλακούμε όσο και επειδή προτιμούμε να ασχοληθούμε με τις σπουδές μας, κάτι που εν τέλει μας κάνει να φαινόμαστε σαν αδιάφοροι για όσα μας πληγώνουν.
Επιστρέφω λοιπόν ξανά στο παραπάνω ερώτημα: «Είμαστε τελικά καταδικασμένοι»; Ναι, αν σιωπήσουμε. Όχι, αν αρχίσουμε κι εμείς να μιλάμε και να καταγγέλλουμε τις διάφορες αυθαιρεσίες εναντίον μας. Ακόμη κι αν μπούμε σε επίπονες διαδικασίες, ακόμη κι αν χρειαστεί να καταβάλουμε κάποια ποσά στη δικαιοσύνη, ακόμη κι αν πιστεύουμε ότι δεν θα έρθει το επιθυμητό αποτέλεσμα, ακόμη κι αν εν τέλει όντως δεν έρθει κάποιες φορές, είναι ο μόνος τρόπος, είναι το μόνο μας όπλο. Μόνο έτσι υπάρχει ελπίδα να αποσύρουμε τον εαυτό μας απ’ αυτή τη δίνη που διαρκώς μας επιστρέφει στο ίδιο σημείο κατευθύνοντάς μας πάντα ολοένα και πιο βαθιά στο πρόβλημα. Πρέπει επιτέλους να έρθει η στιγμή που κι εμείς οι πανεπιστημιακοί θα φωνάξουμε με θάρρος και εντιμότητα ένα βροντερό «Me Too», απαιτώντας την αποκατάσταση της ηθικής και σωματικής μας βλάβης αλλά και της πανεπιστημιακής μας αξιοπρέπειας.
* Ο Αστέριος Κεχαγιάς, υποψήφιος Διδάκτορας, Τμήμα Θεολογίας ΑΠΘ και υποψήφιος Διδάκτορας Ινστιτούτο Αρχαιολογίας στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο των Ιεροσολύμων