Πριν λίγες μέρες ένας συνεργάτης μου έστειλε μία φωτογραφία από μία ειδική άδεια μετακίνησης που είχε εκδώσει ο γερμανικός κατοχικός στρατός της Κρήτης. Ο συνειρμός ήταν άμεσος. Το να πρέπει να έχεις άδεια για να κυκλοφορείς ελεύθερα μέσα στη χώρα σου είναι μία μεγάλη καταπάτηση των ελευθεριών σου. Κι όμως, εδώ και ένα μήνα, για δεύτερη φορά εντός του έτους, όλοι μας χρειαζόμαστε άδεια για να κυκλοφορήσουμε μέσα στις πόλεις μας και μάλιστα για πολύ συγκεκριμένους λόγους.
Πολλοί αναρωτιούνται πως αρκετοί φιλελεύθεροι ανέχονται αυτά τα μέτρα, μιας και κατά δήλωσή μας είμαστε οι πρώτοι που κόπτονται για τέτοιου είδους δικαιώματα. Η απάντηση στο δύσκολο αυτό ερώτημα πηγάζει από ορισμένες βασικές φιλελεύθερες αρχές που συχνά οι νεοφώτιστοι φιλελεύθεροι αγνοούν ή αντιμετωπίζουν με αδιαφορία. Φυσικά μιλάω για τη διάκριση των εξουσιών και το κράτος δικαίου.
Ο φιλελευθερισμός, είτε μιλάμε για τον οικονομικό είτε για τον πολιτικό, έχει μία αυθόρμητη τάση σκεπτικισμού έναντι της εξουσίας. Σε αντίθεση με άλλες ιδεολογίες, για τον φιλελευθερισμό ο άνθρωπος ούτε είναι, ούτε πρόκειται να γίνει τέλειος. Αυτή η παραδοχή μας γλυτώνει από πολλές παγίδες του ολοκληρωτισμού που στο όνομα ενός νέου, αανθρώπου καταλήγουν στα ειδεχθέστερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Η φιλελεύθερη σκέψη αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως έχει και αναγνωρίζει ότι όταν αποκτά εξουσία είναι πολύ πιθανό ή θέμα χρόνου να την καταχραστεί αν δεν ελέγχεται στην άσκησή της.
Έτσι, όταν μιλάμε για φιλελεύθερες δημοκρατίες, όπως η δική μας, μιλάμε για πολιτεύματα στα οποία υπάρχει διάκριση εξουσιών, αναγνώριση των ατομικών δικαιωμάτων και κράτος δικαίου. Πολλά από τα δικαιώματα που μέχρι τις αρχές του 2020 θεωρούσαμε ως κεκτημένα, πηγάζουν από αυτές τις φιλελεύθερες ιδέες. Το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι, που τόσο έχουν περιοριστεί κατά τη διάρκεια των lockdowns, ανήκουν σε αυτή την κατηγορία δικαιωμάτων. Ο περιορισμός τους είναι σίγουρα κάτι που δεν αρέσει σε κανέναν φιλελεύθερο άνθρωπο, όμως μπορεί να είναι ανεκτός.
Η βασική προϋπόθεση, που για όσο καιρό τηρείται οι περισσότεροι φιλελεύθεροι θα ανέχονται τα σκληρά αυτά μέτρα, είναι η τήρηση των γραπτών νόμων και του Συντάγματος. Ακόμα και στην περίπτωση της Ελλάδας, που συχνά αντιμετωπίζει θεσμικές προκλήσεις, το Σύνταγμα περιγράφει με αρκετή σαφήνεια τις προϋποθέσεις εκείνες που επιτρέπουν στην εκτελεστική εξουσία να περιορίσει ορισμένες ελευθερίες σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Βέβαια, όπως έχει αναδείξει και ο σπουδαίος φιλελεύθερος Φρίντριχ Χάγιεκ, αρκετά συχνά οι έκτακτες ανάγκες λειτουργούν ως πρόφαση για την κατάργηση των ελευθεριών μας. Για το λόγο αυτό οι φιλελεύθεροι οφείλουμε να βρισκόμαστε σε επιφυλακή καθόλη τη διάρκεια αυτής της πανδημίας, διότι γνωρίζουμε ότι είναι πιθανή η καταστρατήγηση των δικαιωμάτων μας αν η εκτελεστική εξουσία δεν ελέγχεται επαρκώς.
Η λειτουργία του ελέγχου της εξουσίας στην παρούσα φάση γίνεται πρωτίστως από τη δικαστική εξουσία και δευτερευόντως από τη νομοθετική. Για παράδειγμα, όταν ο Γιάνης Βαρουφάκης προσέφυγε στο ΣτΕ για να ακυρωθεί η απαγόρευση των συγκεντρώσεων, στην πραγματικότητα ανάγκασε τη δικαστική εξουσία να ελέγξει την εκτελεστική εξουσία. Η απόφαση του ΣτΕ να μην αναστείλει το μέτρο σήμαινε ότι δεν υπήρχε σοβαρός κίνδυνος καταπάτησης των ελευθεριών μας. Αυτή ακριβώς είναι η σημαντικότερη γραμμή άμυνας που η φιλελεύθερη δημοκρατία μας δίνει έναντι των καταχρήσεων των εξουσιών. Οι φιλελεύθεροι λοιπόν, εφόσον η δικαστική εξουσία είναι ανεξάρτητη και ελέγχει αποτελεσματικά και ουσιωδώς την εκτελεστική εξουσία με βάση το Σύνταγμα, μπορούν να δείχνουν ανοχή στα δυσάρεστα προσωρινά μέτρα χωρίς να υποχωρούν ούτε στο ελάχιστο από τις αρχές τους.