Χθες το Liberal φιλοξένησε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του αγαπητού Γιάννη Κουτσομύτη για την καταπάτηση του κράτους δικαίου στην Τουρκία. Τα βασικά συστατικά που καταγράφει ο κ. Κουτσομύτης αφορούν τον αφανισμό του κουρδικού κόμματος, τις παραβιάσεις αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το «κυνήγι» κατά των ΜΚΟ, και την ουσιαστική κατάργηση της ελευθεροτυπίας.
Από όλα αυτά το σημαντικότερο κατά τη γνώμη μου είναι το τελευταίο. Η ελευθερία του Tύπου είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται ένα κράτος δικαίου που επιτρέπει στα μέσα ενημέρωσης και τους δημοσιογράφους να ελέγξουν ουσιαστικά τα πεπραγμένα της εκάστοτε εξουσίας. Χωρίς αυτήν, η εκάστοτε χώρα είναι καταδικασμένη σε σκοταδισμό. Αυτός άλλωστε ήταν και ένας από τους βασικούς λόγους που οι φιλελεύθεροι στην Ελλάδα καταδίκασαν απερίφραστα την απόπειρα της προηγούμενης κυβέρνησης να ελέγξει το τηλεοπτικό τοπίο πριν λίγα χρόνια με πρόσχημα τις μελέτες ενός ινστιτούτου από τη Φλωρεντία.
Το Σεπτέμβριο που μας πέρασε η φιλελεύθερη δεξαμενή σκέψης Freedom Research Association (FRA - με την οποία συνεργάζεται τακτικά και το ΚΕΦίΜ) της Τουρκίας, δημοσίευσε μία αποκαλυπτική έρευνα για την κατάσταση των ΜΜΕ στη γείτονα χώρα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εν λόγω έρευνας αλλά και τις προτάσεις που συνέταξε η FRA προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση, τα βασικά προβλήματα που εντοπίζονται είναι τα εξής:
Τα μέσα είναι κρατικοδίαιτα:
Το θεσμικό πλαίσιο προάγει τη διαφθορά ενώ η έλλειψη ανταγωνισμού αυξάνει την επιρροή των κρατικών δαπανών στους ισολογισμούς των μέσων ενημέρωσης. Για παράδειγμα, η έρευνα της FRA δείχνει ότι υπάρχει τεράστια απόκλιση μεταξύ των πραγματικής κυκλοφορίας των φιλοκυβερνητικών εφημερίδων στα σημεία πώλησης και τη συνολική τους κυκλοφορία. Σύμφωνα με την έρευνα, η διαφορά αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι ένας τεράστιος αριθμός φύλλων πηγαίνει απευθείας σε κρατικούς φορείς (δήμους, υπουργεία, δημόσιες αρχές κλπ.) αλλάζοντας έτσι τη δυναμική και κυρίως τα έσοδα των μέσων αυτών.
Ο παραπάνω πίνακας δείχνει ότι όντως οι μεγαλύτερες αποκλίσεις μεταξύ επίσημης κυκλοφορίας και των αναφορών από τα σημεία πώλησης εφημερίδων αφορούν φιλοκυβερνητικές εφημερίδες όπως η Sabah, η Yeni Şafak, η Takvim, η Güneş, η Akşam και η Star.
Οι δημοσιογράφοι είναι όμηροι της κυβέρνησης:
Οι εποπτικές αρχές και οι φορείς υπεύθυνοι για τον έλεγχο και τη χρηματοδότηση είναι υπό την πολιτική επιρροή του κυβερνώντος κόμματος και σε μεγάλο βαθμό έχουν αποκλείσει τους αντιπολιτευόμενους δημοσιογράφους και ΜΜΕ.
Ασταμάτητη λογοκρισία:
Όπως αναφέρει και ο Γιάννης Κουτσομύτης, με τις δικαστικές αρχές να έχουν πάψει να λειτουργούν ανεξάρτητα, οι διώξεις κατά δημοσιογράφων έχουν αυξηθεί δραματικά ενώ πλέον οι εποπτικές αρχές έχουν αρχίσει να λογοκρίνουν και μέσα που εκπέμπουν μέσω του διαδικτύου.
Σύμφωνα με στοιχεία του συνδικάτου δημοσιογράφων της Τουρκίας, στις 7 Απριλίου του 2020 ο αριθμός των δημοσιογράφων που ήταν εντός φυλακής άγγιζε τους 85, μεταξύ των οποίων και αρκετοί διάσημοι όπως οι Ahmet Altan, Baris Pehlivan, Baris Terkoglu, Murat Agirel και Ercan Gun.
Ακόμα και το τουρκικό ΕΣΡ φαίνεται ότι βάζει στο στόχαστρο των προστίμων και των διοικητικών ποινών τα κανάλια που «τολμούν» να αντιπολιτευτούν (δεξιά στήλη) στον Ερντογάν όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα:
Επιλεκτικές διαπιστεύσεις δημοσιογράφων:
Η κυβέρνηση πολύ συχνά αποκλείει δημοσιογράφους που την αντιπολιτεύονται από την απόκτηση διαπιστεύσεων και πολύ συχνά εφαρμόζει την τακτική του εμπάργκο προς συγκεκριμένα μέσα. Αυτή η επιλεκτική πολιτική έχει ως συνέπεια την αδυναμία των μη-φιλοκυβερνητικών μέσων να αποκτήσουν πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες προκειμένου να ασκήσουν τον απαραίτητο δημοσιογραφικό έλεγχο.
Το μάθημα που πρέπει να πάρουμε από τα δεινά των γειτόνων μας είναι ότι η ελευθεροτυπία είναι το βασικότερο θεμέλιο μίας ελεύθερης κοινωνίας. Με αυτήν, ακόμα και ο χειρότερος δυνάστης θα αποκαλυφθεί και θα χάσει το έρισμά του. Χωρίς αυτήν, μπορεί να κυριεύει το κράτος, την οικονομία και την κοινωνία ανενόχλητος.