Του Αλέξανδρου Σκούρα
Πέρασε η 28η Οκτωβρίου και όπως συμβαίνει κάθε χρόνο οι Έλληνες των κοινωνικών δικτύων βρήκαν ένα νέο ασήμαντο θέμα για να διχαστούν, να ανταλλάξουν κατάρες, να διαφημίσουν τις αξίες τους (virtue signalling το λένε στας Αμερικάς) και να προσβάλλουν ο ένας τον άλλο. Αφορμή φέτος ήταν η περίφημη παρέλαση στα πρότυπα των Monty Pythons.
Για το θέμα έχουν ήδη γραφτεί αρκετά. Δεν πρόκειται να προσθέσω κάτι περισσότερο από το ότι η ανοχή σε αυτού του είδους οι φιλειρηνικές διαδηλώσεις είναι κεκτημένο δικαίωμα της φιλελεύθερης δημοκρατίας μας. Όμως, με αφορμή τις υπερβολικές αντιδράσεις που προκάλεσε η κίνηση των νεαρών γυναικών, αξίζει να συζητήσουμε για ένα βαθύτερο θέμα που ταιριάζει στην περίσταση.
Η τυπική αντίδραση, τόσο στα κοινωνικά δίκτυα όσο και στον τύπο, είναι ότι άπαξ και κάτι ενοχλεί, πρέπει να απαγορευτεί. Ο τοπικός δήμαρχος της Νέας Φιλαδέλφειας ενημέρωσε ότι “η ταυτοποίηση αυτών των αξιολύπητων νεαρών κοριτσιών έχει ξεκινήσει καθώς ο Δήμος υποχρεούται να υπερασπιστεί στο ακέραιο την αξιοπρέπειά του". Να τις ταυτοποιήσει ο Δήμος για ποιον λόγο; Έχει ασκηθεί κάποια μήνυση; Διαπράχθηκε κάποιο αδίκημα; Από που και ως που ένας Δήμος έχει αρμοδιότητα να ταυτοποιεί πολίτες στο πλαίσιο μίας δημόσιας διαδήλωσης;
Αυτή η ταχύτατη εκτίναξη της σοβαρότητας με την οποία αντιμετωπίζουμε τέτοια ζητήματα είναι μοιραίο να οδηγεί σε σκοταδισμό. Σκεφτείτε απλά που θα προτιμούσατε να ζείτε: Σε μία κοινωνία που ανέχεται νεαρά κορίτσια που διασκευάζουν τους Monty Pythons κατά τη διάρκεια μιας παρέλασης ή σε μία κοινωνία που οποιοσδήποτε εκνευρίσει τον δήμαρχο θα υποστεί κυνηγητό σαν να ήταν κοινός εγκληματίας;
Νομίζω ότι όλοι οι φιλελεύθεροι πολίτες θα προτιμούσαν, χωρίς δεύτερη σκέψη, την πρώτη κοινωνία. Ο λόγος μπορεί να είναι προφανής αλλά είναι σημαντικός. Οι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι η κρατική παρέμβαση, είτε αφορά την ατομική, είτε την κοινωνική, είτε την οικονομική ζωή των πολιτών, πρέπει να είναι η τελευταία επιλογή και αφού έχουν αποκλειστεί όλες οι υπόλοιπες. Αυτόν τον τρόπο σκέψης οι φιλελεύθεροι φιλόσοφοι τον ονομάζουν ως το τεκμήριο της ελευθερίας.
Όμως αρκετοί πατριώτες, συντηρητικοί, και ουδέτεροι πολίτες θίχτηκαν από την ακτιβιστική παρέμβαση. Στην περίπτωση αυτή τι πρέπει να γίνει; Και εδώ οι περισσότεροι φιλελεύθεροι απαντούν ξεκάθαρα. Κανένας μας δεν έχει δικαίωμα να μην θίγεται όταν κάποιος ασκεί την ελευθερία του χωρίς να περιορίζει την ελευθερία κάποιου άλλου. Οι ακτιβίστριες μπορούν να κριθούν όσο αυστηρά θέλετε για το περιεχόμενο της δράσης τους, για τις ιδέες του μανιφέστου τους, για την αισθητική ή την ασέβεια που έδειξαν στους ήρωες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Την ελευθερία του λόγου, της έκφρασης, του τύπου και του συναθροίζεσθαι, δεν τις έχουμε για να μαζευόμαστε και να συζητάμε για ποδόσφαιρο. Τις έχουμε για να συζητάμε τα πιο δύσκολα θέματα, για να εκφράζουμε τις απόψεις μας χωρίς φόβο συνεπειών και να ελέγχουμε το κράτος. Το μονοπάτι της απαγόρευσης τέτοιων ενεργειών είναι σκοτεινό, οδηγεί σε λογοκρισία και “ταυτοποιήσεις αξιολύπητων νεαρών κοριτσιών” από το κράτος και το μηχανισμό του. Αν λοιπόν δεν θέλουμε να ζήσουμε στο σκοτάδι, πρέπει να αποδεχτούμε ότι είναι ok που κάποιοι θίχτηκαν και καλά έκαναν και έθιξαν με τη σειρά τους τις ακτιβίστριες με την κριτική τους.