Στην Καθημερινή της 26ης Ιουνίου, ο διευθυντής της Αλέξης Παπαχελάς αναφέρεται σε προ εκατονταετίας φύλλο της εφημερίδας του στο οποίο δημοσιεύεται η είδηση του γάμου του Ελευθέριου Βενιζέλου με την Ελένη Σκυλίτση και στο οποίο η σύνταξη της εποχής, κλείνει την καταγραφή της είδησης αυτής ευχόμενη στο ζεύγος και μάλιστα «εξ όλης ψυχής»... δυστυχία. Αυτά σήμερα τα λέμε «ψόφους» και τα διαβάζουμε κυρίως στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
«Είμαστε λίγο drama queens», λέει στον Κώστα Γιαννακίδη ο καθ.Στάθης Καλύβας στο βιβλίο «Το Ελληνικό Όνειρο» (Μεταίχμιο), όταν η συζήτησή τους φτάνει στις αντιδράσεις τα πρώτα χρόνια του Αντιμνημονίου, συμπληρώνοντας ότι όσοι στο εξωτερικό δεν γνωρίζουν αυτή την υπερβολική πλευρά των Ελλήνων στον τρόπο που καταναλώνουν και ζουν την πολιτική, τρόμαξαν.
Το πρόβλημα είναι ότι κι εμείς οι ίδιοι σήμερα παριστάνουμε τους τρομαγμένους και τους έκπληκτους, όταν ποδοσφαιρικού τύπου και αισθητικής συνθήματα δείχνουν να κατακλύζουν την ψηφιακή αγορά και κάποιοι, κυρίως φίλοι και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ας μην μασάμε τα λόγια μας, επιχειρούν να τα μεταφέρουν σε άλλες μαζικές εκδηλώσεις, όπως είναι οι πορείες αλλά και οι συναυλίες, ειδικά αυτές που προσελκύουν τη νεολαία και φροντίζουν μετά να καταγράφουν τα...στιγμιότυπα, να τα διαχέουν στα σόσιαλ μήντια για να δημιουργήσουν την εντύπωση της λαϊκής δυσφορίας απέναντι στην κυβέρνηση.
Καταλύτης για το φαινόμενο αυτό είναι βέβαια η ανωνυμία της ψευδωνυμίας στο διαδίκτυο και της μάζας στις συναυλίες ή τις πορείες.
Όχι πως δεν υπάρχουν και επώνυμοι που αναπαράγουν τα Μπλε και τα Κόκκινα υβριστικά συνθήματα αλλά όσοι το κάνουν είναι δημοσιογράφοι και περσόνες της λεγόμενης Β'Εθνικής, της κατηγορίας δηλαδή που όπως όλοι οι ποδοσφαιρόφιλοι γνωρίζουμε, λογίζεται ως η χειρότερη γιατί άπαξ και βρεθείς εκεί, δεν φεύγεις ποτέ προς τα πάνω αλλά ούτε καν προς τα κάτω. Μαύρα χάλια, δηλαδή.
Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα διαφορά ανάμεσα στα Μπλε και τα Κόκκινα ποδοσφαιρικής αισθητικής συνθήματα. Τα Μπλε στοχεύουν τον ΣΥΡΙΖΑ και απαξιώνουν τους ψηφοφόρους του ως λούμπεν και ηλίθιους. Το εμετικό «Ζαίοι» είναι χαρακτηριστικό.
Οι Κόκκινοι πάλι, με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο, δεν τα βάζουν ούτε με τη Νέα Δημοκρατία ούτε με τη Δεξιά όπως συνέβαινε με τα εμβληματικά συνθήματα της δεκαετίας του '80. Μοναδικός στόχος τους είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και όχι άστοχα γιατί χάρις στον Κυριάκο Μητσοτάκη η Νέα Δημοκρατία κυβερνά σήμερα αυτοδύναμη και έχει κατορθώσει να διεμβολίσει ιστορικούς παραδοσιακούς χώρους έχοντας «καθαρίσει» όλο το Κέντρο που έχει στοιχηθεί πίσω του.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ ο εχθρός σίγουρα δεν είναι η Δεξιά (άλλωστε συγκυβερνησε αγαστά με την πιο ακραία και φαιδρή εκδοχή της επί τεσσεράμισι χρόνια) ούτε η Νέα Δημοκρατία με ένα συγκεκριμένο κομμάτι της οποίας φλερτάρει διαρκώς, για να το θέσουμε όσο πιο εύσχημα γίνεται.
Αντίπαλος του ΣΥΡΙΖΑ είναι οι φιλελεύθεροι, οι προοδευτικοί και ο Κυριάκος Μητσοτάκης που τους εκπροσωπεί.
Από ένα σημείο και μετά βέβαια, οφείλουμε να επισημάνουμε στις Μπλε και Κόκκινες «θεούσες» της πολιτικής που διαρκώς δηλώνουν σοκαρισμένες από την τοξικότητα, το μότο του φιλειρηνικού κινήματος στο Ισραήλ (της οργάνωσης Peace Now) μιας δημοκρατικής χώρας όπου διαρκεί ένας πραγματικός πόλεμος με νεκρούς και αίμα: «Η βία σταματάει σε αυτόν που ενώ θα δεχτεί χτύπημα θα αποφασίσει να μην το ανταποδώσει».
Γιατί ο υβριστικός λόγος είναι βίαιος λόγος κι αυτό ισχύει ακόμα και για τα ποδοσφαιρικού τύπου συνθήματα που δεν δείχνουν να έχουν κάποιο επιτελεστικό χαρακτήρα δηλαδή δεν υποκινούν βίαιες πράξεις.
Όσοι κόπτονται λοιπόν για την τοξικότητα και την ευπρέπεια του δημοσίου διαλόγου ας γίνουν αυτοί οι τελευταίοι αποδέκτες της χυδαιότητας, ας αποφασίσουν να συμπεριφέρονται ως το τελευταίο οχυρό της ευπρέπειας κι ας μην ανταποδίδουν τη βία του υβριστικού λόγου. Απλό είναι.