της Μαρίας Χούκλη
Τι ήταν αυτό! Κατέβηκαν από τα ράφια των βιβλιοθηκών Μοντεσκιέ και Βολταίρος, Αριστοτέλης και Ρωλς, Μάρξ και Χάγιεκ, η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δοκίμια και μανιφέστα προκειμένου να καταγγελθεί η αποστροφή της ομιλίας Μητσοτάκη περί ισότητας.
Τα κομματικά γραφεία και οι ρέκτες του Facebook-ικού καυγά άφησαν στην άκρη όλα τα άλλα προβλήματα που ταλανίζουν τη ζωή μας και επιδόθηκαν -με ζηλευτό ακαδημαϊκό πάθος- σε φιλοσοφικές αναλύσεις, αν και κατά πόσο η ανισότητα είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσης , όπως είπε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και τι κρύβει η συμπερίληψη της συγκεκριμένης φράσης στον λόγο του με αφορμή την ΔΕΘ.
Παραφράζοντας τον Βίσμαρκ, θα έλεγα «πολύ ωραία, να βρούμε μια κοινωνία που δεν θα την λυπόμαστε για όσα βάσανα έχει εδώ και τώρα και να συζητήσουμε με αμεριμνησία όλες τις θεωρίες περί ισότητας και Δικαιοσύνης».
Είτε από άγνοια είτε από σκοπιμότητα γίνεται σύγχυση της ισότητας με την ισοτιμία, η διαμάχη πασπαλίζεται με λέξεις ιδεολογικά φορτισμένες για να θυμίσουν και όχι να φωτίσουν, μαστιγώνεται το δένδρο και αφήνεται απείραχτο το δάσος των πραγματικών προβλημάτων, εκτροπή τόσο βολική για τις επικοινωνιακές ανάγκες της συγκυρίας.
Η μητσοτάκειος ρήση ήταν μάνα εξ ουρανού για το κυβερνητικό στρατόπεδο που προσπαθεί να ξαναβρεί τον πολιτικό βηματισμό του μετά τους χειρισμούς με την ElDorado Gold, το Ελληνικό και το άγος της ρύπανσης του Σαρωνικού. Ήταν μάνα εξ ουρανού και για την πληθυντική (σε επίπεδο επίδοξων αρχηγών) κεντροαριστερά που ψάχνει στίγμα αυτοπροσδιορισμού της ενόψει της κάλπης του Νοεμβρίου, ίσως και άλλοθι για όσους ονειρεύονται μετεκλογικές συνεργασίες με τον «μεταλλαγμένο» ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και στην Πειραιώς έκανε ορισμένους να σκεφθούν ότι αρκεί που ο πρόεδρός τους τάραξε τα νερά, πόσους έπεισε; «θα δούμε» λένε.
Τμήματα της κοινωνίας, όμως, έχουν άλλους πονοκεφάλους να αντιμετωπίσουν, ακούνε βερεσέ τους φιλιππικούς κατα των ανισοτήτων και δυσπιστούν με τις υποσχέσεις για νέο σχέδιο ελάφρυνση των βαρών τους. Στην καθημερινότητα τους δεν βλέπουν να ευδοκιμούν τα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης που υπερασπίζονται με τόση θέρμη τα κυβερνητικά στελέχη , ούτε εμπιστεύονται τη Νέα Δημοκρατία ότι δεν θα μπει στον πειρασμό να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Είναι όσοι συντηρούν το κράτος, τους συνταξιούχους και τους ανέργους, όσοι -είτε με δεξιές, είτε με σοσιαλιστικές είτε με αριστεροδεξιές κυβερνήσεις- πληρώνουν το μάρμαρο της ανορθολογικής λειτουργίας της οικονομίας, όσοι βαρέθηκαν επι χρόνια να ακούν τα ίδια και τα ίδια χωρίς να γίνεται τίποτα, όσοι καλούνται διαρκώς να συμβάλλουν στο όνομα της κοινωνικής αλληλεγγύης που όμως έχει μετατραπεί σε δική τους άδικη μεταχείριση. Είναι όσοι εξακολουθούν να κάνουν καλά τη δουλειά τους παρόλο που δίπλα τους βασιλεύει απείραχτος ο ωχαδελφισμός της πελατειακής ντροπής, της διαπλοκής και η λογική της ήσσονος προσπάθειας. Όσοι ακόμη πιστεύουν ότι πολιτική είναι η τέχνη του να καταστεί εφικτό το ανέφικτο.
Όποιος κερδίσει την εμπιστοσύνη της δρώσας, σοβαρής και ικανής κοινωνίας -με έργα όχι με δικανικούς λόγους - έχει ελπίδα να πετύχει να μετατρέψει αυτήν την χώρα σε ύστερο πεδίο εφαρμογής των αρχών του Διαφωτισμού. Αλλιώς τζάμπα μαλώνουμε.