Ένας μήνας εκεί μέσα. Τέσσερις εβδομάδες είναι πολύ λίγες αλλά ο καταιγισμός των γεγονότων τις κάνει να μοιάζουν με χρόνια. Μια πανσπερμία κληρωτών ειδικευομένων ιατρών από όλες τις ειδικότητες βρεθήκαμε εκεί μέσα. Οι περισσότεροι ήμασταν άγνωστοι μεταξύ αγνώστων. Φορέσαμε όλοι τις ίδιες λευκές ολόσωμες στολές και γίναμε όμοιοι μεταξύ αγνώστων.
Οι άγνωστοι που αγωνιζόμασταν μαζί. Εφημερίες πάνω στις εφημερίες χωρίς να διακόπτουμε για τουαλέτα ή για φαγητό. Αέρια αίματος, αιμοληψίες, μέτρηση ζωτικών, μάσκες μη επανεισπνοής, μάσκες Bay pap και συχνές ανακοπές ασθενών όλα αυτά κάτω από τους ήχους του βήχα και των αναπνευστήρων. Οι κλινικές του κορωνοϊού αποτελούν ένα πολύβουο μελίσσι που σχηματίστηκε γρήγορα και δουλεύει κάτω από τρομερούς ρυθμούς και πίεση.
Ο κάματος τα αλέθει όλα. Εκεί μέσα είναι ανακατεμένα όλα τα αισθήματα: ο φόβος, η αγωνία, η απελπισία, η χαρά, η αισιοδοξία και η υπερηφάνεια. Και όταν στο τέλος της ημέρας ή στο πολυπόθητο μικρό διάλειμμα της εφημερίας βγάζεις τον εξοπλισμό που σου έχει κάψει τα χέρια αντικρίζεις τα πρόσωπα των συναδέλφων σου. Είναι η κα. Αθηνά, η Ευγενία, ο Φώτης, ο Κώστας, η Ευτυχία, η Ευανθία, η Άρτεμις, η Ιωάννα και ο Αχιλλέας. Δεν είναι όμως τα πραγματικά μας πρόσωπα αυτά. Είναι πρησμένα, γεμάτα μελανιές και ερεθισμούς με βαριές εκφράσεις κούρασης να τα συνοδεύουν.
Οι δυσκολίες, τα έντονα γεγονότα, οι κακουχίες, η συνεχής εγρήγορση, τα κοινά συναισθήματα έκαναν εμάς τους αγνώστους μεταξύ μας συναδέλφους να δεθούμε. Μας έκαναν να αισθανθούμε κάτι παρά πάνω από συνάδελφοι. Μας έκαναν να αισθανθούμε συμπολεμιστές! Δεν υπερβάλουμε , η Θεσσαλονίκη τον τελευταίο ένα μήνα είναι μια πόλη υπό πολιορκία με τα κηδειόχαρτα και τις αναγγελίες θανάτου όλο και να αυξάνονται. Έξαλλου και σε έναν κανονικό πόλεμο το υγειονομικό σώμα ότι κάνει και τώρα με τον κορωνοϊό θα έκανε.
Πέρα από όλα αυτά έρχονται στιγμές -και δεν είναι λίγες- που ο γιατρός κάτω από το βάρος της εξάντλησης και των γεγονότων λυγίζει. Γιατί να το κρύψουμε; Δεν είμαστε φτιαγμένοι από πέτρα. Όταν παλεύεις πάνω από έναν ασθενή όλη μέρα και αυτός το βράδυ ξαφνικά «στραβώνει» και πρέπει να διασωληνωθεί. Όταν συνειδητοποιείς ότι δεν έχουμε μείνει και πολλοί. Κάθε ημέρα σε ένα ιδιότυπο προσκλητήριο μετράμε τους υγιείς και τους αρρώστους συναδέλφους με τους πρώτους να λιγοστεύουμε. Όταν βλέπαμε τους νοσηλευτές να μετράνε τις δικές τους δυνάμεις και να καταλαβαίνουν ότι είχαν αποδεκατιστεί. Όταν βλέπεις ,τέλος, τους συμπολεμιστές σου να νοσηλεύονται με μάσκα οξυγόνου.
Κάναμε και κάνουμε ότι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να μπορούμε όταν όλα αυτά τελειώσουν να κοιτάζουμε ο ένας τον άλλον στα μάτια και να λέμε «Το ζήσαμε- Το παλέψαμε – Το ξεπεράσαμε». Αλλά αυτό μας κοστίζει ακριβά…
Πολλές φορές στις μικρές ώρες της νύκτας αναρωτηθήκαμε σε ράθυμες και κουρασμένες συζητήσεις αν αυτόν τον αγώνα που δίνουμε θα τον θυμάται κανείς; Μπορεί να έχει γραφτεί για τελείως διαφορετικές καταστάσεις αλλά αξίζει να θυμηθούμε ένα απόσπασμα από το έργο του Σαίξπηρ « Ερρίκος ο Ε΄» που πολλές φορές συνόδευε τις σκέψεις μου εκεί μέσα:
«Οι γέροι ξεχνάνε, κι όμως, αν όλα έχουν ξεχαστεί εμείς θα θυμόμαστε -ίσως με υπερβολές- τα πεπραγμένα μας. Από σήμερα έως την συντέλεια του κόσμου θα μας θυμούνται. Εμάς τους λίγους, εμάς τους ευτυχισμένους λίγους, που ήμασταν σαν αδέλφια».
Όλοι εμείς θα χαθούμε μεταξύ μας μετά από αυτήν την περιπέτεια. Ίσως κάποια στιγμή να ξαναβρεθούμε τυχαία κάπου αλλού και τότε αναλογιζόμενοι όλα τα γεγονότα του παρελθόντος θα καταλάβουμε ότι δεν είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι που εμφανιστήκαμε ένα πρωί για να αναλάβουμε υπηρεσία στις κλινικές κορωνοϊού.
* Ο Παύλος Ι. Αλεξιάδης είναι ειδικευόμενος γιατρός