Σε σύντομο άρθρο του στο Liberal πριν από λίγες μέρες ο Στέφανος Μάνος καλεί όσους εκπαιδευτικούς δεν θέλουν να αξιολογηθούν να αλλάξουν επάγγελμα. Και έχει δίκιο.
Είναι αδύνατο, ή έστω εξαιρετικά δύσκολο, να βελτιώσεις αποτελέσματα αν δεν τα αξιολογήσεις. Κι αυτό γιατί θα πρέπει διαρκώς να μαντεύεις τι κάνεις λάθος, και τι κάνεις σωστά, ενώ επαφιέσαι στην ευσυνειδησία όσων κάνουν το βήμα παραπάνω γνωρίζοντας πως κανείς δεν μπορεί να αναγνωρίσει και να επιβραβεύσει αυτή την προσφορά τους, ούτε βεβαίως έχει κανείς τη βούληση να κάνει κάτι για όσους λουφάζουν.
Η Ελλάδα ανήκει στην ομάδα των παγκοσμίως ισχυρότερων χωρών. Είμαστε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΟΣΑ και ενός σωρού άλλων πολύ κλειστών διεθνών κλαμπ. Και το κοινό στοιχείο σε όλα αυτά είναι η αξιολόγηση. Αξιολόγηση γίνεται στον διαγωνισμό της PISA, αξιολόγηση κάνουμε για να έχουμε μια όσο το γίνεται ακριβέστερη εικόνα της πορείας της πανδημίας και της αποτελεσματικότητας των παρεμβάσεών μας, αξιολόγηση κάνουμε σε οτιδήποτε μας ενδιαφέρει να λειτουργεί σήμερα καλά και αύριο καλύτερα.
Τα ένστικτα βεβαίως εναντίον της αξιολόγησης είναι ως ένα βαθμό εύλογα. Πολλοί στο δημόσιο μπορεί να πιστεύουν ότι έτσι όπως λειτουργούσε το κράτος επί δεκαετίες, η αξιολόγηση μπορεί να καταντήσει ο φερεντζές για την πριμοδότηση απλώς και μόνο των εκάστοτε κομματικώς ευνοουμένων. Υπάρχουν και άλλες πιο θεωρητικές ενστάσεις: Ότι η αξιολόγηση πχ των σχολείων πιθανότατα θα αδικήσει τις λιγότερο προνομιούχες οικονομικά και κοινωνικά περιοχές. Ή ότι πολλοί από όσους απέκτησαν κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους περισσότερα τυπικά προσόντα και άρα θα αξιολογηθούν υψηλότερα, είναι εκείνοι που η σχέση τους με την εκάστοτε διοίκηση και κυβέρνηση τους παρείχε τους υλικούς και άυλους πόρους για να το κάνουν αυτό.
Ως ένα βαθμό σεβαστές αυτές οι ενστάσεις, και ο σχεδιασμός της διαδικασίας της αξιολόγησης πρέπει τουλάχιστον να τις λαμβάνει υπόψη. Όμως τα επιμέρους δεν ακυρώνουν τη θέση αρχής: Την ανάγκη επιτέλους να ενισχύσουμε όχι μόνο την αποτελεσματικότητα, αλλά πρωτίστως τη λογοδοσία του δημοσίου, να αποδείξει το κράτος έμπρακτα ότι σέβεται τον πολίτη και φορολογούμενο.
Η κάθε συζήτηση λοιπόν για το θέμα δεν μπορεί παρά να ξεκινά από την κατ’ αρχάς αναγνώριση της ανάγκης για εισαγωγή δίκαιων, καλοσχεδιασμένων, αδιάβλητων μηχανισμών αξιολόγησης παντού. Επί των επιμέρους με λίγη καλή διάθεση από όλες τις πλευρές θα τη βρούμε την άκρη. Η στείρα άρνηση όμως είναι σαφές ότι δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε ένα σοβαρό επιχείρημα.