Τα τελευταία 40 χρόνια, το SOS θέμα για την Ελληνική οικονομία ήταν οι συντάξεις: Απορροφούν το μεγαλύτερο τμήμα ΑΕΠ στον κόσμο ταλαιπωρούν τους πολίτες υποδαυλίζουν την ανισότητα. Εύκολα παραβλέπεται ότι αυτή η επιμονή είναι, πλέον, αναχρονιστική.
Όχι, βεβαίως, επειδή δεν υπάρχει θέμα συντάξεων. Το αντίθετο: Οι οικονομικές δυσλειτουργίες επιμένουν. Παίζοντας καθυστέρηση, αφέθηκαν να συνταξιοδοτηθούν όλοι όσοι θα μπορούσαν να προσφέρουν κάποια λύση. Όσο συζητούσαμε για το ασφαλιστικό, αυτό λύθηκε μόνο του: Η ‘Γενιά του Πολυτεχνείου’ –οι Έλληνες boomers - βγήκε στη σύνταξη. Η ελπίδα για τόνωση της παραγωγής (αν κάποιοι δούλευαν περισσότερο) διαψεύστηκε. Από πιθανή λύση, αποκτήσαμε ένα σίγουρο πρόβλημα.
Αυτό αλλάζει την υφή του ασφαλιστικού. Πολλές αλλαγές γίνονται πιο δύσκολες, ενώ άλλες λιγότερο χρήσιμες. Οι συνταξιούχοι κυριαρχούν εκλογικά υποχρεώνοντας υποχωρήσεις, ακόμη και σε ψηφισμένες αλλαγές. Οι λίγες νέες είσοδοι στην εργασία μειώνουν μέχρις εξαφανίσεως την εμβέλεια κάθε σταδιακής εισαγωγής αλλαγών. Ατυχώς, ‘Δεν προκάναμε’.
Ενώ οι συντάξεις υποχωρούν σε σημασία, αναδύονται άλλες επείγουσες προτεραιότητες. Καθώς η μεγάλη ομάδα των 55+ περνά τον Ρουβίκωνα, η προσοχή μετατοπίζεται στο πώς να τονωθεί η εισοδηματική τους κατάσταση και στο πώς να αποτραπεί η κοινωνική τους υποβάθμιση. Στην παραγωγή και στην κοινωνική φροντίδα
Τώρα που πήρε σύνταξη, η Γενιά του Πολυτεχνείου πρέπει να κοιτάξει πώς να συνεισφέρει στην παραγωγή – το πώς να οικοδομηθεί μια ‘Αργυρή Οικονομία’ γύρω της. Τα άτομα άνω των 55 είναι πολυάριθμα, διαθέτουν ανθρώπινο κεφάλαιο, επιχειρηματική εμπειρία, ακίνητη και κινητή περιουσία. Αντί να ακολουθήσουν τους γονείς τους στην αποστρατεία με ’40 χρόνια πρέφα’ πρέπει να αναζητήσουν διόδους αξιοποίησης της δημιουργικότητας και των κεφαλαίων τους. Αυτό σημαίνει αλλαγή νοοτροπίας – την εγκατάλειψη της ηλικιοφοβίας – και εντοπισμό λύσεων συνέργειας μεταξύ γενεών.
Το δεύτερο πεδίο μεταρρυθμίσεων είναι η έγκαιρη αποτροπή του χάσματος φροντίδας. Μετά το 2035 όλο και περισσότεροι Έλληνες και Ελληνίδες δε θα μπορούν να αυτοεξυπηρετούνται στις καθημερινές τους δραστηριότητες. Η ζήτηση για φροντίδα θα εκτοξευθεί ενώ η προσφορά θα περιορίζεται, εξαιτίας της δημογραφίας αλλά και των εμποδίων στη μετανάστευση. Μπροστά στην Ελλάδα βρίσκεται η οικοδόμηση εκ του μηδενός ενός συστήματος μακροχρόνιας φροντίδας – τόσο για την παροχή υπηρεσιών όσο και την χρηματοδότησή τους.
Αν εκφράζονται οι ίδιες προειδοποιήσεις επί δεκαετίες σημαίνει ότι κάτι ήταν λάθος, τότε ή τώρα. Αν αλλάζουν τα πράγματα, πρέπει να αλλάζουν και οι λύσεις.
* Ο Πλάτων Τήνιος είναι οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.