Του Ηλία Ψυχογιού
Εντυπωσιάστηκαν κάποιοι φίλοι από τον τρόπο που τα κυβερνητικά στελέχη, ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί, οι αρχηγοί των σωμάτων ασφαλείας… αντιμετώπισαν το θάνατο, τον τραγικό από τις φλόγες θάνατο των συνανθρώπων μας στο Μάτι και τη Ραφήνα.
Αυτό που πραγματικά τους εντυπωσίασε ήταν η ανάλγητη ψυχραιμία με την οποία αντιμετώπισαν το γεγονός (ένα γεγονός τόσο τραγικό όσο η φρίκη που βίωσαν εκατοντάδες άνθρωποι μέσα στις φλόγες). Τους εντυπωσίασε όμως περισσότερο η ανυπαρξία ενσυναίσθησης, η ανικανότητά τους να νιώσουν έστω και στο ελάχιστο τον πόνο των συνανθρώπων τους (νεκρών, τραυματιών και ζωντανών), η αδυναμία τους να συμμετάσχουν έστω και τυπικά στην επιβεβλημένη -λόγω ήθους και μόνο- πένθιμη σιγή σ' αυτή τη χώρα.
Κι όλη αυτή η «εγκληματική» ανυπαρξία συναισθημάτων συνοδευόμενη, με μια αρρωστημένη κυριολεκτικά προσκόλληση, από προδήλως φωνασκούσα υστερική λατρεία σε μια… καρέκλα!
Μία και μόνο όμως σκηνή, ένα μικρό καρεδάκι στην ατέλειωτη κουλούρα του φιλμ της παρούσας κυβέρνησης, ήταν αρκετή για να αποκαλύψει ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι ούτε ανάλγητοι, ούτε απάνθρωποι, ούτε ερωτευμένοι με την καρέκλα τους.
Κι αυτή ήταν σκηνή όπου ο υπουργός, κ. Νίκος Παππάς, στρέφεται έκπληκτος, έντρομος αλλά και οργισμένος προς το δημοσιογράφο του Πρώτου Θέματος, κ. Μάκη Πολλάτο.
Αν η τεχνολογία είχε προχωρήσει τόσο πολύ, ώστε να υπήρχε ένας αποκωδικοποιητής μηνυμάτων εκπεφρασμένων μέσω ματιών, ένας μεταφραστής βλέμματος, για να το πω πιο απλά, το βλέμμα του υπουργού, κ. Νίκου Παππά, αν δεν κραύγαζε έξαλλο από οργή, σίγουρα θα κραύγαζε από απελπισία: Mα, είναι δυνατόν να υπάρχει έστω και ένας άνθρωπος στον κόσμο, ο οποίος αμφισβητεί την εγκυρότητα όσων Εγώ δηλώνω; (!)
(Ξανακοιτάζω αυτό το βλέμμα και είναι σαν να το... «ακούω»… και σιγουρεύομαι πως αυτή είναι και η άποψή του… κι ας κινδυνεύω να με θεωρήσετε τρελό.)
Μπορεί να σας φανεί παράλογο, μπορεί και να με θεωρήσουν κάποιοι γραφικό ή και εμμονικό, αλλά δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που όχι μόνο πιστεύουν, αλλά και εκφράζουν με θέρμη την άποψη πως μόνο αυτά που λένε αυτοί είναι αληθή και ορθά και πως όλοι οι υπόλοιποι αναντίρρητα είναι υποχρεωμένοι να αποδέχονται αναφορές, λόγια και απόψεις τους ως θέσφατα!
Για να αντιληφθείτε ευκολότερα αυτό που θέλω να πω, και για να μπείτε λίγο στη νοοτροπία των ανθρώπων που πιστεύουν ότι ο λόγος τους αξιωματικά θα γίνεται αποδεκτός, παραθέτω ένα παλιό μετά-σταλινικό ανέκδοτο, που με εύληπτο τρόπο το αποδεικνύει:
Έχασε, λέει, ο σύντροφος Στάλιν την πίπα του, φανατικός καπνιστής, και οργισμένος εμφανίστηκε στο πολιτικό γραφείο. Μην μπορώντας να συγκρατήσει τα νεύρα του γι' αυτόν που έκλεψε την πίπα του, ανέφερε το συμβάν. Όλο το σύστημα κινητοποιήθηκε και διαδικασίες για την ανέρευση του ενόχου ορίστηκαν από τον κομισάριο Λαυρέντη Μπέρια.
Τρεις μέρες αργότερα, εμφανίστηκε και πάλι ο σύντροφος Στάλιν στο πολιτικό γραφείο: «Παιδιά, μην ανησυχείτε» τους είπε «τη βρήκα την πίπα μου. Μού είχε πέσει κάτω από την πολυθρόνα».
Έξαλλος τότε ο σύντροφος Μπέρια πετάχτηκε από την καρέκλα του δηλώνοντας:
«Αυτό αποκλείεται! Ήδη τρία άτομα έχουν ομολογήσει ότι την έκλεψαν»!
Αμφιβάλλει λοιπόν κανείς για την αδυναμία των ανθρώπων, οι οποίοι ανδρώθηκαν με τέτοιες νοοτροπίες, ανθρώπων που μεγάλωσαν με τελετουργικά λατρείας παρόμοιων καθεστώτων, να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι οποιοσδήποτε Πολλάτος ή οποιοσδήποτε άλλος έχει δικαίωμα να τους ασκήσει κριτική;
Υποθέτει κανείς ότι θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν οποιοδήποτε μέσο για την επιβολή των απόψεών τους;
Και, προσέξτε το αυτό, δεν θα το κάνουν από μίσος προς τους αντιπάλους τους. (Το μίσος έστω είναι μία δικαιολογία για κάποιες ακραίες ενέργειες.)
Δυστυχώς όμως, αυτοί θα ενεργήσουν «νομότυπα» στο πλαίσιο της ιδεολογίας, μιας ιδεολογίας που δεν επιδέχεται αμφισβητήσεις και βελτιώσεις… όπως είναι η αριστερά.
Θα το κάνουν επειδή πραγματικά πιστεύουν ότι όποιος αντιτίθεται σε μέρος ή στο όλον, δεν είναι απλός αντίπαλος, αλλά θανάσιμος εχθρός.
Θα το κάνουν επειδή έμαθαν να λατρεύουν την ιδεολογία και όχι να εκτιμούν τη δημοκρατία!
Φανταστείτε λίγο τι θα νιώθατε αν ξαφνικά ο φίλος, ο συνάδελφος, ο πατέρας ή ο γιος σας, ο γείτονας ή ο άγνωστος που περνά δίπλα σας ανέβαινε σε μια καρέκλα και άρχισε να βροντοφωνάζει: «Λατρέψετε με! Είμαι ο Θεός!».
Θα ανησυχούσατε; Θα γελούσατε; Θα τρομάζατε;
Αναρωτιέμαι λοιπόν, όχι επειδή εκλέξαμε ανθρώπους που πιστεύουν ότι μόνο αυτοί έχουν δίκιο, ανθρώπους που “ελέω ιδεολογίας” διατείνονται ότι είναι “θεοί” με δικαίωμα ζωής και θανάτου στους υπηκόους τους, αλλά, διερωτώμαι, γιατί δεν ανησυχούμε, γιατί δεν τρομάζουμε για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η νοοτροπία στη ζωή τη δική μας και των παιδιών μας.
Απορώ πραγματικά γιατί δεν μπαίνουμε έστω στη διαδικασία των αμφιβολιών. Απορώ για τη συλλογική καθήλωσή μας.
Και επειδή, ειλικρινά, δεν έχω να προσάψω κάποια ανάρμοστη ιδιότητα στους ανθρώπους αυτούς (δεν θα μπορούσα να πω για παράδειγμα πως είναι απάνθρωποι, πως είναι παλιάνθρωποι ή υστερόβουλοι ή οτιδήποτε άλλο), οφείλω να επαναλάβω για μια ακόμη φορά πως: η μόνη ανάρμοστη ιδιότητά τους είναι η τυφλή προσκόλληση σε μια συγκεκριμένη ιδεολογία. Σε μια ιδεολογία όμως που τους επιβάλλει την εντύπωση ότι η εξουσία τους θεοποιεί.
...και, όπως συμβαίνει με όλους τους «ελέω Θεού βασιλείς» έχουν αυτό το «ιδιαίτερο» χαρακτηριστικό αλληλεπίδρασης με τους υπηκόους τους: το δικαίωμα ζωής και θανάτου.
Γι' αυτό και εξανίσταμαι και αντιδρώ όταν, συχνά πυκνά, ακούω ότι είναι καθάρματα, παλιάνθρωποι και διάφορα άλλα παρόμοια.
'ΟΧΙ! Δεν είναι!
Απλοί συνηθισμένοι άνθρωποι είναι που τηρούν κατά γράμμα «οδηγίες».
Απλοί συνηθισμένοι άνθρωποι που απλώς… δεν τους ενδιαφέρει τίποτα άλλο!