Του Αλέξανδρου Σκούρα
Σαν χθες, στις 5 Δεκεμβρίου 1933, με την κύρωση της 21η Τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος καταργήθηκε η 18η Τροπολογία και μαζί της τελείωσε η εποχή της Ποτοαπαγόρευσης που είχε ξεκινήσει 13 χρόνια πριν, τον Ιανουάριο του 1920.
Οι υποστηρικτές της Ποτοαπαγόρευσης, οι περισσότεροι άνθρωποι με ισχυρές ηθικές αρχές, είχαν καλό σκοπό καθώς ως επί το πλείστον ήθελαν με αυτό τον ακραίο τρόπο να αντιμετωπίσουν τα κοινωνικά δεινά του αλκοολισμού.
Και όντως, τουλάχιστον στην αρχή της περιόδου της ποτοαπαγόρευσης, τα ποσοστά αλκοολισμού, οι θάνατοι από κίρρωση του ήπατος, οι συλλήψεις για δημόσια μέθη και οι απουσίες από τους χώρους εργασίας, ιδίως τη Δευτέρα ως αποτέλεσμα έντονης κατανάλωσης αλκοόλ την Κυριακή, μειώθηκαν δραστικά.
Όπως όμως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, ούτε αυτή η μείωση κράτησε για πολύ, και πολύ περισσότερο, οι αρνητικές πρόσθετες συνέπειες της απαγόρευσης ήταν πέρα από απρόβλεπτες, ιδιαίτερα αρνητικές.
Πρώτα απ'' όλα, οι πότες στράφηκαν από ποτά με μικρή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, όπως η μπύρα και το κρασί, σε αποστάγματα τα οποία και μπορούσαν να κατασκευαστούν ευκολότερα, και απέδιδαν περισσότερο κέρδος σε όσους τα πουλούσαν καθώς και γρηγορότερο αποτέλεσμα σε όσους ήθελαν να έρθουν στο κέφι.
Δεύτερον, η ποτοαπαγόρευση έπληξε ασύμμετρα τους αδυνάμους. Οι πλούσιοι μπορούσαν λίγο πριν την έναρξη της εφαρμογής της να αγοράσουν ολόκληρες αποθήκες με ποτά και να φτιάξουν τις προσωπικές τους κάβες, όπως έκαναν για παράδειγμα οι Πρόεδροι Γούντροου Ουίλσον και Γουόρεν Χάρντινγκ. Οι φτωχοί πάλι, έπρεπε να βρουν άλλους επικίνδυνους τρόπους για να πιουν, από το να αποστάζουν τα δικά τους ποτά ακόμη και από σκοπίμως δηλητηριασμένο βιομηχανικό οινόπνευμα, μέχρι να καταφεύγουν στις υπηρεσίες του οργανωμένου εγκλήματος.
Και εδώ έγκειται ίσως η σημαντικότερη μακροπρόθεσμα αρνητική συνέπεια της Ποτοαπαγόρευσης. Μέχρι τότε, οι μαφίες ασχολούνταν κυρίως με την πορνεία και τον τζόγο. Η παράνομη παρασκευή, εισαγωγή και εμπορία αλκοόλ έδωσε σ' αυτές τις εγκληματικές οργανώσεις μια σημαντική πηγή εισοδήματος, τις γιγάντωσε και τις έδωσε το κίνητρο να αποκτήσουν μια νέα τεχνογνωσία δικτύωσης που θα φαινόταν ιδιαίτερα χρήσιμη και αργότερα για το λαθρεμπόριο των ναρκωτικών αυτή τη φορά.
Η ποτοαπαγόρευση καταργήθηκε ως ένα αποτυχημένο πείραμα. Η λογική της όμως παραμένει ακόμη και σήμερα σε πολιτικές όπως ο Πόλεμος Εναντίον των Ναρκωτικών που γιγαντώνει τις μαφίες, κοστίζει τεράστια ποσά χρημάτων, γεμίζει τις φυλακές, περιθωριοποιεί τους άρρωστους εθισμένους, και προσφέρει πολύ αμφισβητήσιμα αποτελέσματα στην προστασία της δημόσιας υγείας, δίνοντας στα διάφορα κράτη πρόφαση να επεκτείνουν τις καταναγκαστικές τους εξουσίες και σε άλλες πτυχές της ιδιωτικής ζωής των ανθρώπων.
Αφήνω τις συγκεκριμένες προτάσεις για το τι πρέπει να κάνουμε και το πώς να το κάνουμε στη δική μας εποχή στους ειδικότερους. Αξίζει όμως τα διδάγματα του πειράματος της ποτοαπαγόρευσης να τα έχουμε πάντα κατά νου.