Στο σενάριο όπου η πανδημία δεν έχει υποχωρήσει αισθητά στην Ευρώπη μέσα στην άνοιξη, τότε τα φετινά τουριστικά έσοδα τίθενται εν αμφιβόλω, κατ' επέκταση και η ελληνική οικονομία μπορεί να εμφανίσει μηδαμινή ανάπτυξη, σημειώνει στο Liberal.gr ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας.
Εφιστά την προσοχή στην ανάγκη συγκράτησης των ελλειμμάτων χωρίς να πληγεί η ανάπτυξη, στο στοίχημα της αγοράς εργασίας που σήμερα βρίσκεται στο «ψυγείο», ενώ δεν κρύβει την ανησυχία του, κατά πόσο μεταρρυθμίσεις και απορρόφηση ευρωπαϊκών πόρων θα «τρέξουν» με υψηλές ταχύτητες σε μια χώρα που επί δεκαετίες πάσχει σε αμφότερους τους τομείς.
Επισημαίνει ότι κατά την φάση της μετάβασης από την κρίση στην ανάκαμψη, θα είναι λάθος να πιστέψουμε στον «αυτόματο πιλότο» και να θεωρήσουμε ότι μόνο και μόνο επειδή θα ανακάμψει η παγκόσμια οικονομία, αυτό θα σημάνει και το τέλος των δικών μας προβλημάτων.
«Στην κούρσα, δεν θα είμαστε μόνοι μας, όλες οι οικονομίες θα προσπαθήσουν να προσελκύσουν επενδύσεις, όπως και ανθρώπινο κεφάλαιο. Ακριβώς επειδή εμείς χρειαζόμαστε και τα δύο περισσότερο ίσως από κάθε άλλη οικονομία, γιατί έχουμε μεγαλύτερο δρόμο μπροστά μας να διανύσουμε, θα πρέπει και να τρέξουμε γρηγορότερα», σημειώνει με νόημα ο επικεφαλής του ΙΟΒΕ, το οποίο χθες παρουσίασε την τριμηνιαία έκθεση για την πορεία της οικονομίας
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Το βασικό σενάριο του ΙΟΒΕ για ανάκαμψη μιλά για ρυθμό φέτος λίγο πάνω από 4%. Μήπως όμως μπροστά στις τόσες αβεβαιότητες επιβεβαιωθεί τελικά το αρνητικό σενάριο;
Ασφαλώς στην περίπτωση που η πανδημία δεν έχει υποχωρήσει αισθητά στην Ευρώπη μέσα στην Άνοιξη, τότε αυτό καθιστά αμφίβολη την αύξηση των εσόδων από τον εισερχόμενο τουρισμό στη χώρα μας το καλοκαίρι. Κατ' επέκταση, η οικονομία συνολικά μπορεί τότε να δείξει μηδαμινή ανάπτυξη σε σχέση με το 2019. Είναι σαφές αυτό.
Εξηγούμαι ότι ένα τέτοιο σενάριο ανάπτυξης 0,5%-1% στηρίζεται στις παραδοχές ότι τα προβλήματα στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα εμβολιασμών ενταθούν ή ότι θα καταγραφεί έξαρση νέων μεταλλάξεων και θα ξεσπάσει ισχυρό τρίτο κύμα, επομένως η φετινή τουριστική σεζόν θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα.
Το πόσο θα αναπτυχθεί τελικά η οικονομία φέτος εξαρτάται σε πολύ μεγάλο από το πόσο και πότε θα υποχωρήσει η υγειονομική κρίση, κάτι το οποίο δεν είναι φυσικά στο χέρι μας. Δεν είναι κάτι που μπορούμε να ελέγξουμε.
Τι είναι εκείνο που μπορούμε να ελέγξουμε και πρέπει να κάνουμε;
Ο χειρισμός της οικονομίας σε αυτή τη δύσκολη μετάβαση, δηλαδή από την κρίση στην ανάκαμψη, θα προσδιορίσει και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανάπτυξης στη συνέχεια. Δεν υπάρχει περιθώριο να θεωρήσει κανείς ότι με αυτόματο πιλότο, μόνο και μόνο επειδή θα ανακάμψει η παγκόσμια οικονομία, αυτό θα σημάνει και το τέλος των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας.
Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις συγκεκριμένες περιοχές, οι οποίες θα χρειαστούν ιδιαίτερη προσοχή. Η πρώτη είναι ο τρόπος με τον οποίο θα αντιστραφούν τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα που προκάλεσε η ανάγκη στήριξης της οικονομίας, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Η αντιστροφή των ελλειμμάτων πρέπει να γίνει σταδιακά, χωρίς αυτό να υποσκάψει την ανάπτυξη. Άρα, απαιτείται αποτελεσματική στόχευση δαπανών και προτεραιοποίηση στα έσοδα ήδη από την τρέχουσα χρονιά.
Η δεύτερη επικίνδυνη περιοχή αφορά την ανεργία, καθώς φέτος λόγω των επιδοτήσεων, που ήταν εύλογες και καλοδεχούμενες, η αγορά εργασίας βρίσκεται στο «ψυγείο». Από τους επόμενους όμως μήνες με τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα θα έρθει το πρόβλημα στην επιφάνεια. Αυτό βασίζεται κυρίως στο γεγονός ότι σημαντικές περιοχές της ελληνικής οικονομίας όσον αφορά στην απασχόληση, όπως ο τουρισμός, το λιανικό εμπόριο, η εστίαση και οι μεταφορές, θα συνεχίσουν να δέχονται πιέσεις, οι οποίες δε θα εξαλειφθούν αυτόματα ή θα έχουν μόνιμα χαρακτηριστικά λόγω νέων τεχνολογιών.
Η τρίτη περιοχή αφορά τις ανισότητες και ευκαιρίες. Η σημερινή κρίση πλήττει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό θέσεις εργασίας των νέων και πολλών που δεν έχουν υψηλή εξειδίκευση. Οι νέοι ήταν επίσης αυτοί που υπέστησαν και το μεγαλύτερο κόστος της κρίσης της περασμένης δεκαετίας. Ταυτόχρονα οι μηχανισμοί διασύνδεσης της αγοράς εργασίας με τις τεχνολογικές εξελίξεις είναι πολύ αδύναμοι. Ως αποτέλεσμα, υπάρχει ο κίνδυνος να διευρυνθεί το χάσμα ανάμεσα σε ομάδες του πληθυσμού που συστηματικά θα έχουν εισοδήματα και σε άλλες χωρίς ούτε καν πρόσβαση σε ευκαιρίες.
Συνολικά, η προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής πρέπει να δοθεί στη στήριξη της κοινωνίας στην κατεύθυνση σε υψηλότερης αξίας εργασία, με τη δημιουργία καινοτόμων επιχειρήσεων και ενίσχυση δυναμικών κλάδων.
Κατά πόσο τους επόμενους μήνες η ελληνική οικονομία θα καταφέρει να συνδυάσει τη στήριξη όσων έχουν ανάγκη με γενναίες μεταρρυθμίσεις και αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων;
Η αντικειμενική δυσκολία στον σχεδιασμό για την απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων είναι δεδομένη και το μέγεθος του εγχειρήματος δεν πρέπει να υποτιμάται. Ουσιαστικά αυτό σημαίνει κυρίως δύο πράγματα.
Πρώτον, αρχικά το σωστό σχεδιασμό και στη συνέχεια την εκτέλεση επενδύσεων, για τις οποίες κατά κανόνα θα απαιτηθεί η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Δεύτερον, τη δυνατότητα επιτάχυνσης των μεταρρυθμιστικών τομών σε περιοχές της οικονομίας που κρατούν πίσω την παραγωγικότητα.
Και τα δύο εγχειρήματα, δηλαδή τόσο οι επενδύσεις, όσο και οι μεταρρυθμιστικές τομές, έχουν αντικειμενικές δυσκολίες σε μια χώρα που επί δεκαετίες έχει δείξει συστηματικές αδυναμίες σε αμφότερους τους τομείς και μάλιστα αμύνεται απέναντι στις αλλαγές αντί να τις υποστηρίζει.
Σας ανησυχεί ότι οι μεταρρυθμίσεις δε θα προχωρήσουν τόσο γρήγορα όσο απαιτείται;
Για τους αντικειμενικούς λόγους που προανέφερα, ασφαλώς και με ανησυχεί το ενδεχόμενο να καθυστερήσουν οι μεταρρυθμίσεις. Ελπίζω όμως ότι αυτή θα είναι, στην πράξη, η κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής από εδώ και πέρα.
Με μια θετική ματιά, η αναμενόμενη ισχυρή ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας μετά τη λήξη της πανδημίας θα δημιουργήσει τεράστιες ευκαιρίες τις οποίες δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε. Μην ξεχνάμε πως η δική μας είναι η οικονομία που μπήκε στην κρίση με συνδυασμό χαμηλότερης παραγωγικότητας και υψηλότερου χρέος από όλα τα υπόλοιπα κράτη - μέλη της Ε.Ε.
Η ελληνική οικονομία έχει τεράστιες δυνατότητες και η αναδιάταξη του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας που φέρνει η κρίση. Όπως η επιτάχυνση των τεχνολογικών εξελίξεων, αποτελεί ευκαιρία που δεν πρέπει να πάει χαμένη.
Όμως δε θα είμαστε μόνοι μας σε αυτή την κούρσα, το αντίθετο. Όλες οι οικονομίες θα προσπαθήσουν να προσελκύσουν επενδύσεις, όπως και ανθρώπινο κεφάλαιο. Ακριβώς επειδή εμείς χρειαζόμαστε και τα δύο περισσότερο ίσως από κάθε άλλη οικονομία, γιατί έχουμε μεγαλύτερο δρόμο μπροστά μας να διανύσουμε, θα πρέπει και να τρέξουμε γρηγορότερα.