Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μία χώρα αρκετά νέα στα μάτια ενός Έλληνα, όμως αρκετοί θεωρούν ότι αποτελεί την παλαιότερη σύγχρονη, αντιπροσωπευτική δημοκρατία του πλανήτη. Οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι των Αμερικανών ξεπερνούν το μισό εκατομμύριο (περίπου 519.000) σε όλες τις βαθμίδες διακυβέρνησης (από τα εκλεγμένα διοικητικά συμβούλια των τοπικών σχολείων μέχρι και την προεδρία της χώρας), γεγονός που σημαίνει ότι η εν λόγω χώρα μπορεί να μην ανακάλυψε το δημοκρατικό πολίτευμα, όμως έχει τεράστια εμπειρία στη λειτουργία του. Ιδού, λοιπόν, δύο αμερικάνικες ιδέες που θα άξιζε να συζητήσουμε και στη χώρα μας.
Το πρώτο και βασικότερο είναι η ύπαρξη των προκριματικών εκλογών για την ανάδειξη υποψηφίων. Σήμερα στη χώρα μας οι υποψηφιότητες των δημάρχων ή των περιφερειαρχών (σε μεγάλο βαθμό και των συμβούλων τους), αλλά και των βουλευτών αποφασίζονται μέσα από κομματικές διεργασίες που στην ουσία ελέγχει σε σχεδόν απόλυτο βαθμό ο εκάστοτε πρόεδρος ή η ηγετική ομάδα που τον πλαισιώνει. Αντίθετα, στις ΗΠΑ η όλη διαδικασία ανάδειξης υποψηφίων είναι πολύ πιο διαφανής και δημοκρατική. Αν ένας πολίτης θέλει να διεκδικήσει το χρίσμα, για παράδειγμα των ρεπουμπλικανών, ανακοινώνει αρμοδίως την πρόθεσή του και εφόσον πληροί τα βασικά αντικειμενικά κριτήρια, έχει τη δυνατότητα να γίνει ο υποψήφιος του κόμματος που τον εκφράζει εφόσον τον επιλέξουν οι εκλέκτορές του.
Η διαδικασία των προκριματικών έχει ορισμένα πολύ μεγάλα πλεονεκτήματα έναντι του ελληνικού συστήματος. Πρώτα, μειώνει τα εμπόδια εισόδου στον πολιτικό ανταγωνισμό και έτσι παρέχει στους ψηφοφόρους του εκάστοτε κόμματος περισσότερες επιλογές. Έπειτα, ενισχύει την πολυσυλλεκτικότητα των πολιτικών οργανώσεων καθώς τις επιλογές των υποψηφίων τις αποφασίζουν οι εκλογείς (συνήθως οι ψηφοφόροι του εκάστοτε κόμματος), μειώνοντας έτσι την πιθανότητα μία μικρή ομάδα στελεχών ή ένας πανίσχυρος αρχηγός να αποκτήσουν τεράστια δύναμη συγκεντρωμένη στα χέρια τους. Επίσης, το σύστημα των προκριματικών προσδίδει στους υποψηφίους μεγαλύτερη δημοκρατική νομιμοποίηση αφού η συμμετοχή τους στα ψηφοδέλτια δεν είναι αποτέλεσμα αποφάσεων που ελήφθησαν κεκλεισμένων των θυρών αλλά μέσω της δημοκρατικής διαδικασίας. Όλα τα παραπάνω συμβάλλουν σε κάτι που η χώρα μας έχει τεράστιο έλλειμμα: τη λογοδοσία των πολιτικών προς τους πολίτες.
Όταν ένας πολιτικός βρίσκεται σε ένα ψηφοδέλτιο επειδή τον επέλεξε ο αρχηγός του κόμματος, λίγο ή πολύ η κύρια μέριμνά του θα είναι να κρατά χαρούμενο τον αρχηγό. Αντίθετα, αν χρωστά την εκλογή του στους πολίτες που ανήκουν στην περιφέρεια που εκπροσωπεί, η πρώτιστη φροντίδα του θα είναι να κρατήσει τη βάση του ευχαριστημένη, εκπληρώνοντας έτσι καλύτερα τη δημοκρατική του υποχρέωση. Στην Ελλάδα αυτό το πείραμα έχει δοκιμαστεί σε εθνικό επίπεδο, π.χ. από τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων, ενώ γνωρίζω εκ πείρας και τουλάχιστον μία δημοτική προκριματική διαδικασία στην οποία είχα και οργανωτικό ρόλο.
Ένα δεύτερο πράγμα που θα μπορούσαμε να μάθουμε από την Αμερική είναι η διαφάνεια στο πολιτικό χρήμα. Η χώρα μας έχει ισχυρή νομοθεσία στο θέμα της χρηματοδότησης των κομμάτων και των υποψηφίων, όμως υστερεί στο κομμάτι της εποπτείας και της πρόσβασης στα στοιχεία από την κοινωνία των πολιτών. Σκεφτείτε ότι η Χρυσή Αυγή δήλωσε στις αρχές ότι οι προεκλογικές της δαπάνες για τις εκλογές του 2019 ήταν 1.808,14 ευρώ! Αντίθετα, στις ΗΠΑ η Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή (FEC) αλλά και οι αντίστοιχες επιτροπές που διαθέτει κάθε πολιτεία, κάνουν εξαιρετική δουλειά στον έλεγχο, την εποπτεία και τη δημοσιοποίηση των στοιχείων που αφορούν τις πολιτικές δαπάνες.
Για του λόγου το αληθές (όπως έχουμε ξαναπει από τη στήλη αυτή) μπορείτε με λίγα κλικ να δείτε ποιος χρηματοδοτεί κάθε προεδρική ή βουλευτική εκστρατεία! Φυσικά, στη χώρα μας ισχύει και το ότι τα μεγάλα κόμματα εξαρτώνται από την κρατική χρηματοδότηση για τη λειτουργία τους (σύμφωνα με μία έρευνα του 2009 σε ποσοστό κοντά στο 90%). Τα κριτήρια με τα οποία χορηγείται η κρατική επιχορήγηση μπορεί όντως να είναι αντικειμενικά, όμως κατά κανόνα ευνοούν τα ισχυρά κόμματα που έχουν εδραιωμένη εκλογική επιρροή έναντι των μικρότερων ή των καινούριων. Από τη φύση της, η κρατική χρηματοδότηση καθώς και η εξάρτηση από αυτήν αποτελούν παράγοντα που δυσκολεύει τον πολιτικό ανταγωνισμό.
Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά της “αρχαιότερης” σύγχρονης δημοκρατίας θα μπορούσαν να δώσουν νέα πνοή στη δική μας δημοκρατία. Η ύπαρξη προκριματικών εκλογών θα αύξανε τη συμμετοχή των πολιτών στην πολιτική διαδικασία, τη λογοδοσία των πολιτικών έναντι των εκλεκτόρων τους, και θα μείωνε τις πιθανότητες συγκέντρωσης εξουσίας στα χέρια ενός αρχηγού ή μίας ηγετικής κομματικής ομάδας. Παράλληλα, μειώνοντας την κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων θα μειώναμε και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν νεοφυείς ή μικρές πολιτικές δυνάμεις προκειμένου να ανταγωνιστούν τα μεγάλα και ισχυρά κόμματα.
--