της Μαρίας Χούκλη
Η δεύτερη μέσα σε λίγα χρόνια μεγάλη -και υπαρξιακή αυτή τη φορά- κρίση της Ευρώπης βρίσκει πάλι την Ελλάδα απαράσκευη. Σωστή ήταν η παρατήρηση του πρωθυπουργού στην πρόσφατη Σύνοδο και με αφορμή το βρετανικό δημοψήφισμα, ότι οι ηγέτες χρειάζεται να είναι προετοιμασμένοι δια πάν ενδεχόμενο. Παρακάμπτω την αμφίσημη ευθυμία που προκάλεσε η δήλωση, για να σταθώ στην ουσία της και να ρωτήσω: η δική μας ηγεσία έχει προετοιμαστεί για όλα τα ενδεχόμενα ή συνεχίζουμε και όπου βγει;
Μετά το Brexit, η εικόνα που εκπέμπει η κυβέρνηση θυμίζει τον σκανδαλιάρη μαθητή, ο οποίος επιτέλους δεν είναι ο πρωταγωνιστής της φασαρίας στην τάξη. Βγαίνει μπροστά και ανασηκωμένη στις μύτες των παπουτσιών της, σαν τον Κατρούγκαλο στην οικογενειακή φωτογραφία του Ζαππείου, κάνει υποδείξεις πώς να επανέλθει η ηρεμία.
Δικαιούται η Ελλάδα να έχει άποψη για τα συμβαίνοντα και την θεραπεία τους; Προφανώς, προφανέστατα.
Ανεξαρτήτως των δανειακών δεσμών, δεν πρέπει να είμαστε απόντες από την συζήτηση που ξεκίνησε για το τι μέλλει γενέσθαι στην ΕΕ μετά το βρετανικό σοκ. Όμως, προτού αλλάξουμε την Ευρώπη ή προτού αλλάξει η Ευρώπη ερήμην μας, εμείς έχουμε σχέδιο για την επόμενη μέρα; Πώς θα πορευτούμε αν τελικώς η Ευρώπη δεν γίνει «περισσότερη και καλύτερη»; Αν χρειαστεί να βρεθούμε σε ακόμη πιο φουρτουνιασμένο πέλαγος χωρίς σωσίβιο και με βάρη στα πόδια και στα χέρια; Θεωρώ ότι δεν υπερβάλλω.
Να θυμίσω τα πλέον ηχηρά : την βόμβα Μαρινόπουλος, την ιστορία Cosco - Δρίτσας, την μάχη για τον έλεγχο της Τράπεζας Πειραιώς, το Αραράτ των ληξιπρόθεσμων οφειλών και των κόκκινων δανείων, τα τρία εκατομμύρια των συνταξιούχων, το ενάμισι εκατομμύριο των ανέργων, το μεταναστευτικό. Όλα είναι δικά μας προβλήματα και εμείς πρέπει να βρούμε τις λύσεις.
Η αγωνία της κοινωνίας για τις οικονομικές αντοχές της χώρας μπορεί να μοιάζει εξαχνωμένη από τα καύματα του θέρους, αλλά είναι εδώ, μαζί με την αγονία στην εκπόνηση ρεαλιστικών, ξεκάθαρων σχεδίων για το ποιοι μπορούμε να είμαστε σε ρευστό περιβάλλον των καιρών μας. Πώς θα χτίσουμε την άμυνά μας και την επίθεση μας αν η παρτίδα πάει άσχημα.
Αντ' αυτού, με το πού έσκασε το Brexit, οι κυβερνώντες αισθάνθηκαν ότι παίρνουν μια ανάσα, βγαίνουν από το κάδρο, κερδίζουν χρόνο και βρήκαν την ευκαιρία να ξαναζωστούν τα φυσεκλίκια του ανένδοτου. Επέστρεψαν στην ρητορική του περασμένου χρόνου, λες και δεν τσουρουφλίστηκαν αρκετά- δυστυχώς μαζί τους όλοι μας-από τις «αυταπάτες» περί γαλατικού αριστερού χωριού. Το αποτέλεσμα της βρετανικής κάλπης έγινε βολική φενάκη.
Ωστόσο το φθινόπωρο είναι κοντά και μαζί με τα πρωτοβρόχια θα εμφανιστεί απειλητικό το αδιέξοδο προς το οποίο οδηγούμαστε. Οποία τροπή κι αν πάρει το ευρωπαϊκό εγχείρημα, εμείς χρειάζεται να είμαστε κανονικό κράτος, με σύγχρονη και παραγωγική οικονομία, με σοβαρό πολιτικό σύστημα, με ανεξάρτητους και χρηστούς θεσμούς. Πολλώ μάλλον στην περίπτωση που δεν εισακουστούμε για «περισσότερη και καλύτερη Ευρώπη».
Δεν λέω κάτι για την αντιπολίτευση για να μην διαταράξω την καλοκαιρινή(;) αμεριμνησία της. Αξιωματική και ελάσσων δείχνουν να περιμένουν πότε θα φύγουν οι «βάρβαροι» για να πάρουν την θέση τους, εξίσου απαράσκευοι να κυβερνήσουν το καράβι.
«Σφυρίζουν τα καράβια τώρα που βραδιάζει στον Πειραιά
σφυρίζουν ολοένα σφυρίζουν μα δεν κουνιέται κανένας αργάτης
καμιά αλυσίδα δεν έλαμψε βρεμένη στο στερνό φως που βασιλεύει
ο καπετάνιος μένει μαρμαρωμένος μες στ'' άσπρα και στα χρυσά».