Ο κίνδυνος της… μόνιμης ακρίβειας που έχει επανειλημμένα επισημάνει το Liberal.gr (εδώ και εδώ), επανέρχεται στο προσκήνιο. Εκεί που ο πληθωρισμός εμφάνιζε σημάδια εξασθένησης, τα τελευταία στοιχεία για την οικονομική δραστηριότητα αποκαλύπτουν μία εξέλιξη που έχει θορυβήσει τον Τζερόμ Πάουελ και την Κριστίν Λαγκάρντ.
Την ίδια ώρα, στις αγορές συμβαίνουν απίθανα πράγματα. Διανύουμε, ενδεχομένως, μία από τις πιο περίεργες περιόδους των τελευταίων ετών. Χωρίς να υπάρχει κάποια ακραία κρίση, όπως λ.χ. της πανδημίας, οι αρνητικοί παράγοντες που επηρεάζουν αγορές και οικονομία είναι πολλοί και σύνθετοι, διαμορφώνοντας ένα ιδιαίτερα ευμετάβλητο τοπίο.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Από τη μία πλευρά, οι επενδυτές, όπως φαίνεται, έχουν συνηθίσει τόσο πολύ τα τελευταία χρόνια στις αρνητικές ειδήσεις, που η επιμονή του υψηλού πληθωρισμού και οι συνεχιζόμενες αυξήσεις επιτοκίων, ενώ αποτελούν τους βασικούς καταλύτες για την τρέχουσα τάση, δεν τους πτοούν ιδιαίτερα.
Ο S&P 500 ενισχύεται κατά 7,6% φέτος, σε μία χρονιά που η παγκόσμια οικονομία δεν αποκλείεται να έρθει αντιμέτωπη με συνθήκες ύφεσης και η τραπεζική κρίση του Μαρτίου έφερε στην επιφάνεια τις συνέπειες της νομισματικής σύσφιξης. Μέχρι και ο δείκτης φόβου VIX υποχωρεί κάτω από το 20, που αντιστοιχεί σε εποχές νηνεμίας στις αγορές.
Η κατάσταση μέχρι στιγμής έχει ως εξής: Fed και ΕΚΤ συνεχίζουν να… φρενάρουν την οικονομική δραστηριότητα, αυξάνοντας τα επιτόκια για να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό. Στόχος τους είναι να επιβραδύνουν τόσο την οικονομία, όσο χρειάζεται για να εξασθενήσει ο πληθωρισμός, χωρίς να προκληθεί ύφεση. Να επιτύχουν δηλαδή την περίφημη «ομαλή προσγείωση» της οικονομίας.
Όμως οι πιο σημαντικοί πρόδρομοι δείκτες της οικονομικής δραστηριότητας ανατρέπουν τα δεδομένα. Οι σύνθετοι δείκτες PMI Απριλίου (μεταποίησης και υπηρεσιών) υποδηλώνουν ότι η πραγματική δραστηριότητα στις ανεπτυγμένες οικονομίες συνεχίζει να «αγνοεί» τις επιπτώσεις των υψηλότερων επιτοκίων. Όπως προκύπτει από τα πιο πρόσφατα στοιχεία, τόσο το ΑΕΠ όσο και η αγορά εργασίας ξεκίνησαν δυναμικά το β’ τρίμηνο, αδιαφορώντας ακόμη και για την τραπεζική κρίση.
Αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά, που φέρνει ανατροπές, είναι ότι οι πληθωριστικές πιέσεις σταμάτησαν να εξασθενούν. Που συνεπάγεται ότι οι κεντρικές τράπεζες θα αναγκαστούν να προχωρήσουν σε περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, υπό το φόβο ενός… μόνιμα υψηλού πληθωρισμού.
Για την Ευρωζώνη, τα στοιχεία για τους δείκτες PMI Απριλίου δείχνουν αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης από την ΕΚΤ στις 4 Μαΐου. Οι πολύ σημαντικοί Δείκτες Υπευθύνων Προμηθειών ή PMI, μας δίνουν ενδείξεις για το τι συμβαίνει στην πραγματική οικονομία και δεν έχουν καμία σχέση με τα επιτόκια. Ή μήπως έχουν;
Όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση με τον πληθωρισμό και τις αυξήσεις επιτοκίων, οι σημαντικότεροι δείκτες για την οικονομική δραστηριότητα, όπως οι PMI, γίνονται πρόδρομοι και των εξελίξεων στα επιτόκια. Όσο η οικονομία εμφανίζεται ανθεκτική, τόσο οι κεντρικές τράπεζες θα συνεχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια μέχρι να ρίξουν τον πληθωρισμό. Ο σύνθετος PMI της Ευρωζώνης για το μήνα Απρίλιο ενισχύθηκε στο 54,4 από 53,7, υποδεικνύοντας ότι η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται στην αρχή του β’ τριμήνου. Από τη στιγμή, λοιπόν, που οι πληθωριστικές πιέσεις διατηρούνται και η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική, αυξάνονται οι πιθανότητες η ΕΚΤ να προχωρήσει σε νέα αύξηση τον Μάιο και μάλιστα κατά 0,50% και όχι κατά 0,25%.
Η άνοδος του PMI τον Απρίλιο ήταν η έκτη διαδοχική και παράλληλα ξεπέρασε τις προσδοκίες των αναλυτών, στέλνοντας τον δείκτη σε υψηλό 11 μηνών. Σύμφωνα με την Capital Economics, η άνοδος του PMI συνάδει με ανάπτυξη του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 0,6% σε επίπεδο τριμήνου. Επομένως, η ΕΚΤ έχει έναν ακόμη λόγο να συνεχίσει τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.
Ο συνδυασμός πληθωρισμού, ανάπτυξης και επιτοκίων είναι αυτός που απασχολεί σήμερα τις αγορές διεθνώς. Το παράδειγμα που προαναφέρθηκε με τους PMI της Ευρωζώνης και τις προθέσεις της ΕΚΤ, ισχύει και για άλλες κεντρικές τράπεζες όπως η Fed.
Και επειδή οι αγορές περιμένουν πώς και πώς την αλλαγή κατεύθυνσης και τις μειώσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, οι επενδυτές θα παρακολουθήσουν με αγωνία τις συνεδριάσεις της Fed και της ΕΚΤ. Η επόμενη εβδομάδα, η πρώτη εβδομάδα του Μαΐου είναι εξαιρετικά κρίσιμη καθώς θα φανεί αν ο πιο επιθετικός κύκλος αύξησης επιτοκίων των τελευταίων δεκαετιών φτάνει όντως στο τέλος του.