Οι θετικές εξελίξεις στο ζήτημα των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών για το ύψος του αμερικανικού χρέους δημιούργησαν αισιοδοξία στους επενδυτές. Με τους τρεις δείκτες να κλείνουν με κέρδη.
Συγκεκριμένα, ο Dow Jones κατέγραψε άνοδο 0,34% (115,14 μονάδες) κλείνοντας στις 33.535,91 μονάδες. Ο S&P 500 έκλεισε στις 4.198,05, με άνοδο 39,28 μονάδων (0,94%). Και ο Nasdaq κατέγραψε επίσης άνοδο 1,51% (188,27 μονάδες) φτάνοντας στις 12.688,84 μονάδες.
Οι ΗΠΑ δεν θα χρεοκοπήσουν αναφέρουν ρεπορτάζ διεθνών ΜΜΕ, καθώς οι συνομιλίες για το χρέος προχωρούν ανάμεσα στον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, Κέβιν Μακάρθι.
«Νομίζω ότι στο τέλος της ημέρας δεν θα έχουμε χρεοκοπία», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Μακάρθι, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος θα μιλήσει για την πορεία των διαπραγματεύσεων σε συνέντευξη Τύπου που θα παραχωρήσει την Κυριακή, αφότου επιστρέψει από την Ασία όπου θα συμμετάσχει στη σύνοδο κορυφής των G7. Μπροστά στην κρισιμότητα της κατάστασης, ακύρωσε επισκέψεις που είχε προγραμματίσει στην Αυστραλία και την Παπούα Νέα Γουινέα.
Τις επόμενες ημέρες και προκειμένου να υπάρξει μία συμφωνία, η διαπραγμάτευση θα ενταθεί μεταξύ μικρότερων ομάδων συμβούλων και άλλων αξιωματούχων που έχουν ορίσει οι Τζο Μπάιντεν και Κέβιν ΜακΚάρθι.
Οι δηλώσεις αμφότερων έρχονται μετά από πολύμηνη «ξηρασία» στις διαπραγματεύσεις, και φαίνεται ότι στην παρούσα φάση βρίσκονται πιο κοντά σε μια συμφωνία. Κατά πως φαίνεται, υπάρχει η διάθεση για τον αναγκαίο συμβιβασμό που θα εξάλειφε μία αβεβαιότητα στις αγορές.
Όπως αναφέρει το CNBC, η κυβέρνηση θα στερηθεί χρημάτων την 1η Ιουνίου, γι' αυτό και οι ηγέτες εξαντλούν τον χρόνο για να αυξήσουν το ανώτατο όριο του χρέους έως τότε. Η άρση του ανώτατου ορίου χρέους είναι απαραίτητη για να μπορέσει η κυβέρνηση να καλύψει τις δεσμεύσεις δαπανών που έχουν ήδη εγκριθεί από το Κογκρέσο και τον πρόεδρο. Κατ' επέκταση, και να αποτρέψει τη χρεοκοπία.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, δεν επιτρέπεται η πραγματοποίηση νέων δαπανών. Οι Ρεπουμπλικάνοι της Βουλής των Αντιπροσώπων, ωστόσο, έχουν δηλώσει ότι δεν θα αυξήσουν το όριο αν ο Μπάιντεν και οι νομοθέτες δεν συμφωνήσουν σε μελλοντικές περικοπές δαπανών.