Μειώνουν τη συμμετοχή τους στο χρηματιστήριο του Λονδίνου
Shutterstock
Shutterstock
Blackstone, Thomson Reuters

Μειώνουν τη συμμετοχή τους στο χρηματιστήριο του Λονδίνου

Ο οίκος εξαγορών Blackstone, ο όμιλος ThomsonReuters, το ταμείο πλούτου GIC της Σιγκαπούρης και το συνταξιοδοτικό ταμείο του Καναδά πούλησαν πακέτο 33 εκατομυρίων μετοχών του London Stock Exchange αξίας 2,7 δισ. στερλινών (3,41 δισ. δολαρίων) μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης που διαχειρίστηκαν οι επενδυτικές τράπεζες JP Morgan, Bank of America, Citigroup και Barclays. 

Το πακέτο μετοχών πουλήθηκε με discount 5% σε σχέση με την τιμή κλεισίματος του LSE, στα 8,05 pence. To μέγεθος του πακέτου αυξήθηκε από τα 28 εκατ. μετοχές, ποσοστό περίπου 5,5% στο LSE, που σχεδίαζαν να πουλήσουν και ακολουθεί προηγούμενη ρευστοποίηση μετοχών αξίας 2 δισ. δολαρίων τον Μάρτιο. Οι δύο εταιρείες έγιναν μέτοχοι στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου όταν πούλησαν τον βραχίονα χρηματοοικονομικών data Refinitiv στο LSE to 2021.

Ένα υπόλοιπο περίπου 5,1 εκατ. κοινών μετά ψήφου μετοχών που κατέχουν ακόμη η Blackstone και η ThomsonReuters και δεν πουλήθηκαν στην ιδιωτική τοποθέτηση θα παραμείνουν «κλειδωμένες» για τρίμηνη περίοδο, σύμφωνα με την Barclays.

Στις 30 Απριλίου η ThomsonReuters κατείχε 47,4 εκατ. μετοχές του LSE αξίας 5 δισ. δολαρίων. Σχεδίαζε να τις πουλήσει τμηματικά φέτος. Από την πλευρά του το Χρηματιστήριο του Λονδίνου είχε δεσμευτεί να επαναγοράσει μετοχές αξίας 750 εκατ. στερλίνων από τους δύο μετόχους του μέσω προγράμματος στοχευμένων επαναγορών μέχρι το τέλος του 2024.

Από τη δεκαετία του 1980, που η τότε πρωθυπουργός Margaret Thatcher ξεκίνησε κύμα ιδιωτικοποιήσεων, το LSE υπήρξε το σύμβολο της ελεύθερης οικονομίας της Βρετανίας και το σπίτι εταιρικών κολοσσών, όπως της AstraZeneca, Shell και HSBC Holdings. Ο δείκτης FTSE 100 του LSE είναι χρηματιστηριακός δείκτης αναφοράς διεθνώς.

Όμως, ο όγκος συναλλαγών έχει σημειώσει πτώση τα τελευταία χρόνια και μερικές βρετανικές εταιρείες έχουν επιλέξει άλλες χρηματιστηριακές αγορές για να εισάγουν τις μετοχές τους. Παρόλο που το Λονδίνο ανταγωνίζεται ακόμη τη Νέα Υόρκη σαν παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κέντρο, το LSE δείχνει να επισκιάζεται από άλλα ανταγωνιστικά χρηματιστήρια. Η συνολική κεφαλαιοποίηση των εισηγμένων επιχειρήσεων στο Λονδίνο έπεσε από ταην κορυφή των $4,3 τρισ. το 2007 στα $3 τρισ. περίπου το 2023. Την ίδια περίοδο η χρηματιστηριακή αξία των αμερικανικών μετοχών υπερδιπλασιάστηκε στα $43 τρισ.

Το 2022 το Παρίσι ξεπέρασε το Λονδίνο ως η μεγαλύτερη χρηματιστηριακή αγορά της Ευρώπης. Σήμερα το Λονδίνο είναι η έβδομη μεγαλύτερη χρηματιστηριακή αγορά στην παγκόσμια κατάταξη, κάτω από τις ΗΠΑ, την Κίνα, την Ιαπωνία, το Χονγκ Κονγκ και την Ινδία, ένα σημαντικό ταρακούνημα για ένα θεσμό με ιστορία πάνω από 200 χρόνια. Η παρακμή άρχισε πριν από το Brexit και την πανδημία COVID 19, καθώς η κρίση παραγωγικότητας άφησε τη βρετανική οικονομία πίσω από άλλες ανεπτυγμένες χώρες του G7.