Με βασικό καταλύτη τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και ειδικότερα, τόσο τις επενδύσεις των μεγάλων επιχειρήσεων αλλά κυρίως την επίδραση από επενδύσεις που θα προστεθούν και διαχέονται στις μικρότερες επιχειρήσεις και την κοινωνία (Capex), η Pantelakis Securities εκτιμά ότι οι ελληνικές τράπεζες και η ελληνική οικονομία ευρύτερα, βρίσκονται σε τελείως διαφορετική, ανοδική φάση του πιστωτικού κύκλου.
Η χρηματιστηριακή μάλιστα κάνει λόγο για «νηπιακή περίοδο και όχι γερασμένη» για την Ελλάδα και προβλέπει ανάπτυξη κερδοφορίας (RoTE) στις τράπεζες που για φέτος είναι κατά μέσο όρο αυξημένη στο 9%, αλλά μπορεί όπως εκτιμά να υπερβεί το 10% σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στην Ευρώπη.
Ένας άλλος καταλύτης που αναφέρεται στην έκθεση είναι το επενδυτικό story της αποεπένδυσης του ΤΧΣ που καταγράφεται αναλυτικά, με τις ΕΤΕ και Τράπεζα Πειραιώς να είναι αυτές που έχουν προτεραιότητα καθώς η Alpha Bank και περισσότερο η Eurobank έχουν μικρότερο ποσοστό συμμετοχής από το ΤΧΣ.
Η Pantelakis Securities δίνει Overweight και για τις 4 συστημικές τράπεζες, με προτίμηση στις Εθνική και Τράπεζα Πειραιώς, δίνοντας περιθώρια ανόδου από 39%-67%.
Η χρηματιστηριακή εκτιμά ότι δεν είναι τυχαίο πως οι ελληνικές τράπεζες σημείωσαν υπεραπόδοση το 2022 έναντι των τραπεζών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών εισέρχονται στο αβέβαιο 2023 με ελκυστική αποτίμηση 0,4x σε όρους λογιστικής αξίας TBV έναντι 0,6x για τις τράπεζες της ΕΕ.
Η ελληνική οικονομία πρόκειται να υπεραποδώσει των άλλων χωρών της ΕΕ, εκτιμά η Pantelakis. Αυτό σε συνδυασμό με το ότι ο πιστωτικός κύκλος βρίσκεται στην αρχή της ανάπτυξής του, προστατεύει τον κλάδο από σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας του ενεργητικού.
H χρηματιστηριακή δίνει τιμή - στόχο τα 2,25 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς με περιθώριο ανόδου 67% από την τρέχουσα τιμή της στο ταμπλό, τα 5,2 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα με περιθώριο ανόδου 42%, το 1,45 ευρώ για την Eurobank με περιθώριο ανόδου 39% και το 1,4 ευρώ για την Alpha Bank με περιθώριο ανόδου 39% επίσης.
H Pantelakis βλέπει ότι το ενδιαφέρον της αγοράς, θα στραφεί πλέον στο υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης.
Εκτιμά ότι, το ενδιαφέρον, θα στραφεί στο αυξανόμενο κόστος χρηματοδότησης, με δύο μεγάλους άγνωστους παράγοντες: Τα τελικά επιτόκια καταθέσεων και την έκταση της μετάβασης μακριά από τις προθεσμιακές καταθέσεις. Η κερδοφορία των τραπεζών θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ πιο ευαίσθητη σε αυτό αντί στην περαιτέρω αύξηση του κόστους κινδύνου.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Εθνική και η Πειραιώς βρίσκονται στην καλύτερη θέση με ένα μείγμα πλεονάζουσας ρευστότητας, χαμηλούς δείκτες δανείων/καταθέσεων και υψηλό μερίδιο σταθερών/φθηνών βασικών καταθέσεων. Ωστόσο, δε βλέπει μεγάλο κόστος από την υπόθεση των ελαφρύνσεων για τους ευάλωτους δανειολήπτες και το κόστος των αυξήσεων επιτοκίων στις καταθέσεις.
«Αν και ο διάβολος βρίσκεται πάντα στις λεπτομέρειες, ένα τέτοιο σχέδιο δεν θα εκτροχιάσει τις προβλέψεις κερδών (5-10 εκατ. ευρώ κόστος ανά τράπεζα ή μόλις 1% του EPS) και δεν απέχει πολύ από αυτό που θα έπρεπε να είχαν κάνει οι ίδιες οι τράπεζες ως μια προληπτική δράση για να προκύπτουν νέα NPEs», αναφέρει για το σχέδιο ενίσχυσης των ευάλωτων δανειοληπτών.
Ενώ εκτιμά, ότι συνολικά για τις 4 συστημικές τράπεζες, το βασικό εισόδημα θα αυξηθεί 9% ετησίως το 2023, με βάση το καθαρό έσοδο από τόκους (NII +11% και τις προμήθειες στο πιο «πεζό» 3%).