Την εκτίμηση ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας συνιστά εθνικό στόχο για την Ελλάδα εξέφρασε την Πέμπτη ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας κατά τη διάρκεια της τελετής για την κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας.
Δίνοντας το στίγμα για το 2023, εκτίμησε πως θα είναι «χρονιά συνεχιζόμενης αβεβαιότητας στην παγκόσμια οικονομία αλλά και ελπίδας».
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, απηύθυνε συστάσεις για «υπεύθυνη διαπραγματευτική συμπεριφορά των κοινωνικών εταίρων», ώστε να αποφευχθεί το «ανοδικό σπιράλ τιμών-μισθών», καθώς εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την περαιτέρω όξυνσή του.
«Ο υψηλός πληθωρισμός πλήττει όλους τους πολίτες, ιδιαίτερα όμως τους πιο ευάλωτους και μπορεί να οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο αυξήσεων των τιμών. Ως αποτέλεσμα, ο προγραμματισμός κατανάλωσης και επενδύσεων, τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις, δυσχεραίνεται. Κλονίζεται επίσης η εμπιστοσύνη τους στο νόμισμα, καθώς αυτό χάνει σταδιακά την αξία του», σημείωσε ο κ. Στουρνάρας.
Έρχεται νέα αύξηση επιτοκίων στην ευρωζώνη
Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, στη ζώνη του ευρώ, οι επιχειρήσεις, οι επενδυτές, οι εργαζόμενοι και οι καταναλωτές θα πρέπει να αισθάνονται βέβαιοι, ότι, όχι μόνο το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αλλά και όλοι όσοι εργάζονται στο Ευρωσύστημα, θα κάνουμε οτιδήποτε είναι απαραίτητο, στο πλαίσιο των καθηκόντων που μας έχουν ανατεθεί, για να διασφαλίσουμε την έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στο στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Τα βασικότερα μέσα νομισματικής πολιτικής παραμένουν τα επιτόκια παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τα οποία αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω, έως ότου, οι πρόσφατες θετικές ενδείξεις αποκλιμάκωσης των πληθωριστικών πιέσεων μετατραπούν σε βεβαιότητα προσέγγισης του στόχου του 2% μεσοπρόθεσμα.
«Είναι σημαντικό, όμως, να γνωρίζουμε ότι μια κεντρική τράπεζα δεν μπορεί να ελέγξει αρκετούς παράγοντες που επηρεάζουν τον πληθωρισμό, όπως συνέβη πρόσφατα. Δεν μπορεί να διορθώσει τις δυσχέρειες στην εφοδιαστική αλυσίδα λόγω της πανδημίας ή να μετριάσει τις υψηλές τιμές της ενέργειας και το υψηλό κόστος των τροφίμων, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία», πρόσθεσε ο διοικητής της ΤΤΕ.
«Σημαντικό μερίδιο συμμετοχής στη μάχη κατά του πληθωρισμού έχει επίσης η ορθή δημοσιονομική και ενεργειακή πολιτική που ασκείται από τις κυβερνήσεις, όπως επίσης και η υπεύθυνη διαπραγματευτική συμπεριφορά των κοινωνικών εταίρων, η οποία δεν πρέπει να μετατρέψει έναν εξωγενή ενεργειακό κλυδωνισμό που έχει χειροτερεύσει τους όρους εμπορίου ενός μεγάλου καθαρού εισαγωγέα ενέργειας, όπως είναι η Ευρώπη, σε ένα ανοδικό σπιράλ τιμών-μισθών που θα μας γυρίσει στον στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του ’70 και των αρχών της δεκαετίας του ’80. Είναι ενθαρρυντικό και ελπιδοφόρο ότι, προς το παρόν, δεν παρατηρείται σπιράλ τιμών-μισθών που απομακρύνει τον στόχο του 2%, ούτε απαγκίστρωση των μεσο-μακροπρόθεσμων πληθωριστικών προσδοκιών από τον στόχο αυτό. Αυτό μας δίνει ελπίδα και κουράγιο να συνεχίσουμε την αντιπληθωριστική πολιτική χωρίς αυξήσεις επιτοκίων τέτοιες που θα προκαλούσαν βαθιά ύφεση. Και δεν σταματάμε βεβαίως να ελπίζουμε και να επιζητούμε την οριστική παύση αυτής της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας με το πιο αποτελεσματικό μέσο που υπάρχει: Τον τερματισμό αυτού του αιματηρού πολέμου», συνέχισε ο Γιάννης Στουρνάρας.