H κρίση της Credit Suisse, ξεκίνησε σαν μια κρίση ρευστότητας. Μετατράπηκε ταχύτατα σε κεφαλαιακή κρίση. Και μετεξελίσσεται σήμερα με την εξαγορά από την UBS σε μια κρίση εμπιστοσύνης απέναντι στο τραπεζικό σύστημα, στις αρχές της εταιρικής διακυβέρνησης και στα δικαιώματα των μετόχων. Τι σημαίνει αυτό για τους επενδυτές και τις αγορές.
Τικ - τακ, τικ – τακ, τικ – τακ, ακουγόταν χθες όλη μέρα, στα γραφεία των τραπεζών, των επενδυτικών οίκων, των εποπτικών και ρυθμιστικών αρχών. Για μερικούς ήταν απλά ο ήχος του ελβετικού ρολογιού του τοίχου, του περίφημου κούκου, που μετρούσε το χρόνο μέχρι το άνοιγμα των ασιατικών χρηματιστηριακών αγορών. Για άλλους ήταν ο ήχος από μια βόμβα που θα έπρεπε να απενεργοποιηθεί το συντομότερο δυνατόν.
Η περασμένη εβδομάδα ήταν ίσως η πιο επεισοδιακή από την εποχή της κατάρρευσης της Lehman Brothers το 2008. Και αυτό διότι η κρίση αυτή δεν αφορά μόνο τους 41 μεγαλομετόχους της Credit Suisse που κατέχουν ποσοστά άνω του 0,4% στο μετοχικό κεφάλαιο της ελβετικής τράπεζας. Οι μεγαλομέτοχοι της Credit Suisse όπως βλέπουμε και στον ακόλουθο πίνακα είναι μεταξύ άλλων η Saudi National Commercial Βank, η η Qatar Investment Autority, η Blackrock, η Olayan Group, η Vanguard Group, η UBS, η Allianz, το Government Pension Investment Fund of Japan, το Silchester Fund, δηλαδή καθόλου τυχαίοι επενδυτές.
Πίνακας μεγαλομετόχων (άνω του 0,4%) της Credit Suisse
Μεγαλομέτοχοι που παρακολουθούσαν τη ραγδαία υποχώρηση της τιμής της μετοχή της CS από το 2014 μέχρι σήμερα. Μια υποχώρηση που απεικόνιζε τη συνεχή εμπλοκή της τράπεζας σε σκάνδαλα καθώς και σε κινήσεις που απαξίωναν το χαρτοφυλάκιο της και το όνομα της. Διότι μέχρι πριν λίγα χρόνια η έννοια της κατάρρευσης μιας ελβετικής τράπεζας, μόνο σαν παραλογισμός θα μπορούσε να εκληφθεί.
Πορεία της μετοχής της Credit Suisse από το 2013 μέχρι σήμερα
H Credit Suisse δεν είναι μια τυχαία τράπεζα. Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας και βρίσκεται στην 30η θέση στην παγκόσμια λίστα των τραπεζών με βάση την αξία του ενεργητικού της. Μιλάμε δηλαδή για μια τράπεζα με ιστορία 167 ετών, που βρίσκεται στον πυρήνα του συστημισμού. Και μια τράπεζα που έχει για σχεδόν σαράντα χρόνια απασχολήσει τις ελβετικές και αμερικανικές αρχές για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, για καταστροφή ενοχοποιητικών εγγράφων, και άλλα. Και κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας, η Credit Suisse είχε βρεθεί αναμεμειγμένη στα σκάνδαλα της “Archegos” και της “Greensill Capital” καθώς και σε σκάνδαλα που σχετίζονται με δανειοδοτήσεις προς Ρώσους ολιγάρχες.
Μέχρι την Παρασκευή γνωρίζαμε πως η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας (Swiss National Bank / SNB) θα προσέφερε μια σανίδα σωτηρίας υπό τη μορφή ρευστότητας, αποσκοπώντας στην προσωρινή διάσωση της CS. Ωστόσο αυτή η κίνηση φάνηκε πως δεν ήταν επαρκής για να υποχωρήσει η ανησυχία των αγορών.
Τον περασμένο Οκτώβριο, στο άρθρο «Πλησιάζει η μέρα της κρίσεως για την Credit Suisse», είχαμε αναφερθεί στις προσπάθειες διάσωσης της CS που είχαν ξεκινήσει από τότε. Η Credit Suisse για να αποφύγει την πτώχευση χρειαζόταν κεφαλαιακή ενίσχυση της τάξης των 4 δισ. δολ. Όμως οι κινήσεις ενίσχυσης δεν ευοδώθηκαν παρά τα CHF 7 δισ. που κατέβαλαν η Saudi National Bank και το Qatar Investment Authority, οπότε η CS βρέθηκε και πάλι με την πλάτη στον τοίχο.
Η πρώτη λύση για τη διάσωση της Credit Suisse ήταν η κεφαλαιακή ενίσχυση από τους υπάρχοντες μετόχους. Ο μεγαλύτερος μέτοχος που είναι η Saudi National Bank, εκδήλωσε την αδυναμία / άρνηση της, λόγω δεσμεύσεων από το καταστατικό της. Όμως οι ελβετικές αρχές γνωρίζουν πως αν υπήρχε η βούληση από την πλευρά των Σαουδαράβων θα είχε βρεθεί και ένας εναλλακτικός τρόπος κεφαλαιακής ενίσχυσης. Είναι αυτό που λένε οι Αγγλοσάξονες στα χρηματιστήρια, “if there is a will, there is a way”.
Η δεύτερη λύση ήταν η εξαγορά της από την UBS, την Raiffeisen Schweiz ή την Zurich Cantonal Bank. Όμως η αρχική πρόταση που υποβλήθηκε από την UBS ύψους $1,1 δισ. είχε απορριφθεί από την πλευρά της CS διότι η τιμή της εξαγοράς δεν ήταν προς το συμφέρον των μετόχων της.
Και η τρίτη λύση ήταν παρέμβαση της ελβετικής κυβέρνησης, που θα ήθελε να αποφύγει «να σκάσει στα χέρια της» η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας. Ήδη από τον Μάρτιο του 2022, έχει νομοθετηθεί η διάσωση των σημαντικών συστημικών τραπεζών της χώρας με δημόσιο χρήμα, που προβλέπει τη μερική ή και ολική κρατικοποίηση των προβληματικών τραπεζών.
Η κυβέρνηση της Ελβετίας, αναζητούσε από χθες το μεσημέρι και μετά την άρνηση της Credit Suisse να δεχθεί την πρόταση της UBS, τρόπους μεταβολής της κείμενης νομοθεσίας, με σκοπό τη δυνατότητα επιβολής μιας λύσης διάσωσης της Credit Suisse, που δεν θα απαιτούσε τη συναίνεση των μετόχων της.
Τελικά η λύση βρέθηκε. Η Credit Suisse, δεν «έσκασε» σαν τη Lehman Brothers, όπως είχαμε γράψει τον περασμένο Οκτώβριο στο άρθρο: «Credit Suisse: Γιατί δεν θα σκάσει σαν τη Lehman Brothers».
Έτσι:
α) Η UBS αύξησε το τίμημα στα $2 δισ.
β) Η UBS θα λάβει από τη SNB εγγυήσεις ύψους CHF 9 δισ. για τις ζημίες της CS.
γ) Η SNB προσφέρει ρευστότητα ύψους CHF 100 δισ. στο νέο σχήμα.
Η λύση αυτή που επιλέχθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας SNB και την κανονιστική αρχή Finma, με τις ευλογίες της Fed και της ΒοΕ, εστιάζει στο «να μην σκάσει» η Credit Suisse και κλονιστεί το ελβετικό τραπεζικό σύστημα. Αλλά το πιθανότερο είναι πως θα αφήσει τους μετόχους αμφότερων των τραπεζών δυσαρεστημένους. Και αυτό διότι οι μέτοχοι της Credit Suisse θεωρούν το τίμημα χαμηλό και την ίδια στιγμή οι μέτοχοι της UBS θα επωμιστούν ένα βάρος που δεν ήθελαν. Ένα βάρος όχι μόνο οικονομικό αλλά και νομικό, αφού όλες τις ανοικτές προς διερεύνηση υποθέσεις που πιθανότατα θα καταλήξουν σε πρόστιμα, θα κληθεί να τις αντιμετωπίσει η UBS.
To γεγονός πως η συμφωνία θα προχωρήσει ερήμην των μετόχων των δυο ελβετικών τραπεζών, απομυθοποιεί μέσα σε δευτερόλεπτα τα μοντέλα της εταιρικής διακυβέρνησης που οφείλουν να ακολουθούν οι τράπεζες, καθώς και τα δικαιώματα των μετόχων.
H παρτίδα προς το παρόν μπορεί να σώθηκε. Ωστόσο η λέξη «εμπιστοσύνη» που αποτελεί το κλειδί του τραπεζικού συστήματος και την πεμπτουσία των δικαιωμάτων των μετόχων, ράγισε. Με απρόβλεπτα αποτελέσματα, διότι μπροστά μας μπορεί να μην έχουμε το κουφάρι μιας νέας Lehman Brothers, αλλά έχουμε μια καταρρακωμένη τραπεζική και μετοχική εμπιστοσύνη.
Διαβάστε επίσης:
Ένωση Τραπεζικών Υπαλλήλων Ελβετίας προς UBS: Οι απολύσεις να περιοριστούν στο ελάχιστο