Κέρδη και έσοδα μεγαλύτερα των προσδοκιών ανακοίνωσε η Bank of America για το πρώτο τρίμηνο, λόγω των υψηλότερων επιτοκίων.
Ειδικότερα, η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ ανακοίνωσε κέρδη 8,2 δισ. δολαρίων ή 94 σεντς ανά μετοχή για το τρίμηνο που ολοκληρώθηκε στις 31 Μαρτίου, αυξημένα κατά 15%., τη στιγμή που οι αναλυτές περίμεναν 81 σεντς.
Το ίδιο διάστημα τα έσοδα της τράπεζας σημείωσαν άνοδο 13% και ανήλθαν στα 26,3 δισ. δολάρια, με τις εκτιμήσεις της FactSet να ανέρχονται στα 25,2 δισ.
Η μετοχή της τράπεζας σημείωσε άνοδο άνω του 2% στην προ-χρηματιστηριακή διαπραγμάτευση μετά τα αποτελέσματα.
Η Bank of America ανακοίνωσε ότι τα καθαρά έσοδα προ τόκων, αυτά δηλαδή που κερδίζει δανείζοντας χρήματα μείον αυτά που πληρώνει στους πελάτες της, αυξήθηκαν κατά 25% στα 14,4 δισ. δολάρια κατά τη διάρκεια του τριμήνου χάρη στην αύξηση των επιτοκίων.
«Κάθε επιχειρηματικός τομέας σημείωσε καλές επιδόσεις, καθώς αυξήσαμε τις πελατειακές σχέσεις και τους λογαριασμούς οργανικά και με ισχυρό ρυθμό», ανέφερε σε δήλωσή του ο διευθύνων σύμβουλος Brian Moynihan.
«Τα αποτελέσματά μας καταδεικνύουν πώς η δεκαετής δέσμευση της εταιρείας μας για υπεύθυνη ανάπτυξη συνέβαλε στην παροχή σταθερότητας σε μεταβαλλόμενα οικονομικά περιβάλλοντα», πρόσθεσε.
Τα μη επιτοκιακά έσοδά της αυξήθηκαν μόλις κατά 1% σε 11,8 δισ. δολάρια, καθώς τα υψηλότερα έσοδα από πωλήσεις και συναλλαγές αντιστάθμισαν τα χαμηλότερα τέλη παροχής υπηρεσιών και τις μειώσεις στις αμοιβές διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και επενδυτικής τραπεζικής, ανέφερε η τράπεζα.
«Πετύχαμε το έβδομο συνεχόμενο τρίμηνο λειτουργικής μόχλευσης. Ενισχύσαμε περαιτέρω τον ισολογισμό μας και διατηρήσαμε ισχυρή ρευστότητα», δήλωσε ο Moynihan.
Η Bank of America έθεσε στην άκρη 931 εκατ. δολάρια για πιστωτικές ζημίες το πρώτο τρίμηνο. Η τράπεζα δήλωσε ότι οι καθαρές διαγραφές παρέμειναν κάτω από τα προ της πανδημίας επίπεδα.
Τα έσοδα από πωλήσεις και συναλλαγές αυξήθηκαν κατά 7% στα 5,1 δισ. δολάρια το τρίμηνο. Τα έσοδα από τη διαπραγμάτευση σταθερού εισοδήματος, συναλλάγματος και εμπορευμάτων αυξήθηκαν κατά 27% στα 3,4 δισ. δολάρια, ενώ τα έσοδα από τη διαπραγμάτευση μετοχών μειώθηκαν κατά 19% στα 1,6 δισ. δολάρια.