Του Toni Skoric*
Την προηγούμενη εβδομάδα, το ουγγρικό κοινοβούλιο ψήφισε τον τερματισμό της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που έδινε στην κυβέρνηση την εξουσία να αποφασίζει μέσω διαταγμάτων ζητήματα που αφορούν την πανδημία του COVID-19. Η έκτακτη νομοθεσία που θεσπίστηκε τον Μάρτιο δέχτηκε έντονη κριτική γιατί δεν είχε σαφή ημερομηνία λήξης.
Ο πρωθυπουργός Βίκτωρ Όρμπαν ζητά σήμερα μια απολογία από όλους όσοι άσκησαν κριτική σε αυτόν και την κυβέρνησή του για τον λεγόμενο “Εξουσιοδοτικό Νόμο” και τον κατηγόρησαν ότι χρησιμοποιεί την πανδημία του κορονοϊού για να υπονομεύσει τη δημοκρατία.
Την ίδια ώρα, το κοινοβούλιο, στο οποίο ο Όρμπαν έχει πλειοψηφία δύο τρίτων, ενέκρινε ένα νέο νομοσχέδιο που θα διευκολύνει την κυβέρνηση να συνεχίσει να κυβερνά μέσω διαταγμάτων.
Όταν η ουγγρική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα τερματίσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και θα επιστρέψει στο κοινοβούλιο τις έκτακτες εξουσίες της, οι επικριτές χαρακτήρισαν την κίνηση αυτή πολιτικό ελιγμό: την ίδια ώρα που ήρθη η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, το κοινοβούλιο υπερψήφισε ένα νομοσχέδιο για μια νέα “κατάσταση ιατρικής έκτακτης ανάγκης”.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο αυτό, η κυβέρνηση θα μπορεί ξανά να κυβερνά με διατάγματα σε μια τέτοια περίπτωση, υποκείμενη σε ακόμη λιγότερο ελέγχο απ’ ό,τι πριν. Και τα δύο νομοσχέδια εγκρίθηκαν από το κοινοβούλιο στις 16 Ιουνίου 2020.
Ο νόμος για τον “τερματισμό της κατάστασης έκτακτης ανάγκης” είναι απλώς μια κλήση προς την κυβέρνηση να τερματίσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και συνεπώς την έκτακτη νομική τάξη. Το νομοσχέδιο όμως δεν θέτει χρονικό όριο και η κυβέρνηση μπορεί να το αποφασίσει αυτό από μόνη της.
Θεωρία και πραγματικότητα
Η δεύτερη νομοθετική πρόταση προβλέπει ότι η κυβέρνηση μπορεί να κηρύξει μια “ιατρική έκτακτη ανάγκη” ύστερα από σύσταση του Επικεφαλής Ιατρικού Αξιωματούχου και μετά από υπουργική πρόταση. Η έναρξη και ο τερματισμός της ιατρικής έκτακτης ανάγκης, που δεν προβλέπεται στο Σύνταγμα, εξαρτάται από την απόφαση της κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τον νόμο, κατά τη διάρκεια της ιατρικής έκτακτης ανάγκης, η κυβέρνηση μπορεί μέσω διατάγματος να περιορίσει την άσκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως η ελευθερία της μετακίνησης ή του συνέρχεσθαι. Οι περιορισμοί μπορούν αρχικά να διαρκέσουν για έξι μήνες, αλλά στη συνέχεια μπορούν ουσιαστικά να επεκταθούν απεριόριστα. Δεν απαιτείται πλέον η κοινοβουλευτική έγκριση.
Η Ουγγρική Επιτροπή Ελσίνκι, η Ουγγρική Ένωση Ελευθεριών του Πολίτη και η Ουγγρική Διεθνής Αμνηστία σε κοινή τους δήλωση υπογραμμίζουν ότι η άρση της απειλής στην Ουγγαρία ήταν μόνο μια “οφθαλμαπάτη”.
Όπως και ο προηγούμενος νόμος για τη διαρκή κατάσταση κινδύνου, ο νέος νόμος αναφέρεται αποκλειστικά στον αγώνα εναντίον των επιδημιών. Όλα τα μέτρα άμυνας που υιοθετούνται στο πλαίσιο αυτό θεωρητικά υπόκειται στην επιφύλαξη της αναλογικότητας.
Στην πράξη όμως, η κυβέρνηση Όρμπαν έχει εκδώσει μια σειρά από διατάγματα κατά τους προηγούμενους τρεις μήνες που δεν έχουν καμία σχέση με μέτρα προστασία ή με αναλογικότητα.
Το Κέντρο Ερευνών Διαφθοράς της Βουδαπέστης (Corruption Research Center Budapest - CRCB), σε έκθεση που δημοσίευσε τον Μάιο, υπογραμμίζει ότι επιχειρηματικοί κύκλοι που πρόσκεινται στον Πρωθυπουργό έχουν λάβει περισσότερο δημόσιο χρήμα κατά τη διάρκεια της επιδημίας απ’ ό,τι ποτέ άλλοτε. Αυτές οι εταιρίες έχουν κερδίσει 74 δημόσιους διαγωνισμούς κατά το διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου 2020.
Η ανάλυση καταδεικνύει ότι κατά τους τέσσερις πρώτους μήνες του 2020 ο κίνδυνος διαφθοράς στους ουγγρικούς δημόσιους διαγωνισμούς έφτασε τα υψηλότερα επίπεδα από το 2005.
Στο μεταξύ η πρόσβαση στην πληροφόρηση για τους δημοσιογράφους και η προστασία των δεδομένων έχει έντονα περιοριστεί. Ο νόμος για τον κορονοϊό επέτρεψε στην κυβέρνηση να αναλάβει δράση εναντίον επικριτικών φωνών και να τις παρουσιάσει ως διασπορά ψευδών ειδήσεων χωρίς δικαστική εντολή.
Η μείωση του φορολογικού εισοδήματος για Δήμους επικριτικούς προς τον Όρμπαν
Οι δήμοι που έχασε το εθνικό συντηρητικό κόμμα Fidesz του Όρμπαν από την αντιπολίτευση στις εκλογές της αυτοδιοίκησης πέρσι, στερήθηκαν φόρους και άλλες πηγές εισοδήματος.
Ένα διάταγμα που εκδόθηκε στο πλαίσιο του νόμου για τον κορονοϊό, ορίζει ότι τα εισοδήματα των δήμων από τον φόρο στα οχήματα πρέπει να μεταφερθούν στο εθνικό ταμείο για την άμυνα. Αυτό στέρησε από μικρότερα χωριά τη μόνη πηγή εισοδήματός τους και οδήγησε επίσης σε μαζικά χάσματα στον προϋπολογισμό των μεγαλύτερων πόλεων.
Ακόμα, κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορονοϊού, το Κοινοβούλιο βρήκε την ευκαιρία να περιορίσει τα δικαιώματα των διεμφυλικών ατόμων και να χαρακτηρίσει “απόρρητα” έγγραφα που αφορούν ένα αμφιλεγόμενο σιδηροδρομικό σχέδιο ύψους ενός δισεκατομμυρίου ευρώ με την Κίνα.
Οι επικριτές χρησιμοποιούν αυτά τα παραδείγματα για να προειδοποιήσουν πως η ανάκληση του “Εξουσιοδοτικού Νόμου” δεν είναι τίποτε άλλο από ένα καμουφλάζ για μια περαιτέρω συγκέντρωση εξουσίας.
Το παράδειγμα της Ουγγαρίας καταδεικνύει πόσο σημαντική είναι η διαρκής παρακολούθηση και καταγραφή των κρατικών μέτρων για την κρίση. Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις στην Ουγγαρία ήδη το κάνουν αυτό υποδειγματικά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία για να συμπεριλάβει ρητά την παρακολούθηση της ελευθερίας του τύπου στα κράτη μέλη της ΕΕ στον νέο “Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Νομοκρατίας”.
*Ο Toni Skoric είναι υπεύθυνος προγραμμάτων για την Κεντρική Ευρώπη και τις χώρες της Βαλτικής στα γραφεία του Ιδρύματος Friedrich Naumann στην Πράγα.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 30 Ιουνίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.